Πολλοί ιστορικοί επιστήμονες όταν καταγράφουν κάποια εκ των μαζικών εγκλημάτων των ναζί στην Ελλάδα αποφεύγουν να αναφερθούν στην αιτία τους. Δε θα αναφερθώ σε αυτό το κείμενο σε άλλες περιπτώσεις, παρά μόνον σε αυτή του Ασβεστοχωρίου, ενός χωριού λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη.
Για να γίνουν κατανοητά κάποια γεγονότα θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τον ΕΛΑΣ δεν τον ενδιέφεραν οι αναμενόμενες αντιδράσεις των γερμανικών στρατευμάτων Κατοχής στις δικές του δράσεις. Με απλά λόγια δεν ενδιέφερε τους τοπικούς πολεμάρχους του τα όσα θα υφίσταντο οι κάτοικοι των κοντινών χωριών ή ημιαστικών κέντρων από τα σκληρά αντίποινα των κατακτητών. Ήταν υπολογισμένες και αναμενόμενες απώλειες του αντιστασιακού αγώνα, που ήταν ενταγμένος στον συμμαχικό αγώνα.
Στη Θεσσαλονίκη λειτουργούσε από το 1942 μια κλειστή ομάδα στελεχών του ΚΚΕ που ασχολείτο με τις εκτελέσεις συνεργατών των Γερμανών. Ήταν μια πρόδρομη ΟΠΛΑ, ένας χαρακτηρισμός που έδωσε η Σοφία Τάχου—Ηλιάδου στο ιδιαίτερα κατατοπιστικό βιβλίο της «Μέρες της ΟΠΛΑ στη Θεσσαλονίκη» (εκδ. ΕΠΊΚΕΝΤΡΟ, 2013). Ουσιαστικά πρόκειται για το ημερολόγιο που κρατούσε ένα στέλεχος της ΟΠΛΑ Θεσσαλονίκης ο Ν. Τσιρώνης, όπου περιγράφονται λεπτομερώς οι δράσεις της οργάνωσης κατά την περίοδο της Κατοχής στις οποίες πήρε και αυτός μέρος.
Όπως προκύπτει και από το βιβλίο των Βασίλη Γούναρη—Πέτρου Παπαπολυβίου «Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη» (εκδ. Παρατηρητής, 2001), ο πόλεμος μεταξύ των Ελλήνων ενόπλων που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς και των ομάδων του ΕΛΑΣ ήταν από τις αρχές του 1944 σχεδόν καθημερινός, με εκατέρωθεν εκτελέσεις. Σε μερικές περιπτώσεις υπήρξαν μικτές επιχειρήσεις ΟΠΛΑ και ΕΛΑΣ, μια δε εξ αυτών ήταν η επίθεση στο σανατόριο του Ασβεστοχωρίου που έγινε στις 12 Ιουλίου 1944 με σκοπό την απελευθέρωση φυματικών, που ήταν και μέλη του ΚΚΕ. Συγχρόνως, μέρος της επιχείρησης αφορούσε και τη σύλληψη του διευθυντή του σανατορίου Ιωάννη Στ. για τον οποίον υπήρχαν υποψίες ότι είχε δώσει στις γερμανικές αρχές τα ονόματα των φυματικών-- στελεχών του ΚΚΕ. Σήμερα είναι τεκμηριωμένο πως τα σανατόρια αποτελούσαν τα καταφύγια κρατουμένων κομμουνιστών, τους οποίους στη συνέχεια βοηθούσαν να δραπετεύσουν σύντροφοί τους.
Στην επιχείρηση, εκτός από τον Τσιρώνη, συμμετείχε και καθοδηγητής της ΟΠΛΑ με το ψευδώνυμο Βλάσης, ο Νικήτας στέλεχος της ΟΠΛΑ κεντρικού τομέα, ο Νικηφόρος Κ., παλιός φυματικός και γνώστης του χώρου και μια ομάδα Ελασιτών, με επικεφαλής τον καπετάνιο Κίτσο. Ήταν τόσο σημαντική αυτή η αποστολή ώστε μόνον ο Σιαπέρας γνώριζε όλο το πλάνο της. Στο σανατόριο υπήρχε δύναμη χωροφυλακής και η διαταγή ήταν σαφής. Έπρεπε να εξουδετερωθεί.
Η επίθεση στο σανατόριο έγινε λίγο μετά τις 9 το πρωί και όλα πήγαν βάσει του σχεδίου. Και οι φυματικοί απελευθερώθηκαν και οι επιτιθέμενοι πήραν μαζί τους ιατροφαρμακευτικό υλικό και οι χωροφύλακες παρέδωσαν τον οπλισμό τους. Από τους 20 χωροφύλακες αιχμαλωτίστηκαν οι 18, εκ των οποίων οι 15 εκτελέστηκαν στην πορεία προς τη Χαλκιδική και οι άλλοι δύο στο στρατόπεδο της Νέας Παναγιάς, ενώ ένας μπόρεσε και δραπέτευσε. Επίσης στις 13 Ιουλίου 1944 εκτελέστηκε και ο γιατρός—διευθυντής του σανατορίου Ιωάννης Στ., όπως αναφέρει σε έκθεσή του ο Βασβανάς και πιστοποιείται ο θάνατός του από το Ιστορικό Αρχείο Δήμου Θεσσαλονίκης.
Όμως, ενώ ελάμβανε χώρα η επιχείρηση εμφανίστηκε ένα αυτοκίνητο που ανήκε στη γερμανική φρουρά ασυρμάτων. Το αυτοκίνητο κτυπήθηκε από τους Ελασίτες που περιφρουρούσαν τον γύρω χώρο και υπήρξαν δύο Γερμανοί νεκροί. Ήταν επόμενο αυτοί οι δύο θάνατοι να προκαλέσουν τα αντίποινα των αρχών Κατοχής. Πρώτα, στις 20 Ιουλίου συνέλαβαν στην περιοχή Κουρί και εκτέλεσαν στη συνέχεια τους τρείς συνδέσμους τους ΕΛΑΣ και εν τω μεταξύ οργάνωναν την επιχείρηση κατά του Ασβεστοχωρίου και του Χορτιάτη, καθώς αντιμετώπιζαν ολόκληρο αυτόν τον χώρο ως πεδίο δράσης του ΕΛΑΣ. Η επιχείρηση κατά του Ασβεστοχωρίου ξεκίνησε στις 26 Ιουλίου 1944 και την έφερε σε πέρας η ομάδα Σούμπερτ που είχε ως υπαρχηγούς δύο Έλληνες, τους Γερμανάκη και Καπετανάκη τους οποίους λέγεται ότι έφερε μαζί του ο Σούμπερτ από την Κρήτη, όπου δραστηριοποιούνταν προηγουμένως. Εκτελέστηκαν συνολικά 24 άτομα.
Στις 17 Αυγούστου 1944 τέσσερις στενοί συνεργάτες του Ν. Τσιρώνη σκοτώθηκαν στην απόπειρα να εκτελέσουν τον Πούλο, έξω από τα δικαστήρια. Από σύμπτωση, τους εντόπισε ο χωροφύλακας της φρουράς σανατορίου που είχε γλιτώσει, ειδοποίησε τον διοικητή του καθώς του φάνηκε ύποπτη η παρουσία τους εκεί και έτσι περικυκλώθηκε ολόκληρη η περιοχή. Συνελήφθησαν δύο, οι οποίοι στη συνέχεια εκτελέστηκαν και σκοτώθηκαν κατά την ανταλλαγή πυροβολισμών άλλοι δύο, όλοι μέλη της ΟΠΛΑ.
Πάντως το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής θεωρούσε τις εκτελέσεις μεμονωμένων Γερμανών απολύτως θεμιτή πράξη πολέμου, ασχέτως των συνεπειών τους στον άμαχο πληθυσμό. Τα κριτήρια τότε και οι αξιολογήσεις διαμορφωνόταν μέσα από την αγριότητα ενός πολέμου μέχρι εσχάτων στον οποίον η ανθρώπινη ζωή ελάχιστη είχε αξία.