Έτσι καθήκον των οικονομικών υπευθύνων του Κόμματος ήταν κυρίως να ρευστοποιήσουν τα εμπορεύματα, όποια μορφή και αν είχαν, για να συντηρήσουν τα επαγγελματικά στελέχη και να καλύψουν τις ανάγκες του ΚΚΕ για τις δραστηριότητές του. Το 1945 η ηγεσία του δεν είχε αποφασίσει ακόμα αν θα κινηθεί εντός του πλαισίου της νομιμότητας ή αν θα επέλεγε τον ένοπλο αγώνα. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση τα περιουσιακά στοιχεία της ΕτΑ έπρεπε να μετατραπούν σε ζεστό χρήμα. Δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς οι δραστηριότητες του Κόμματος βρισκόταν από τα μέσα του 1945 υπό την παρακολούθηση των διωκτικών αρχών.
Στη Θεσσαλονίκη επικεφαλής ήταν ο Βασίλης Μπαρτζώτας, μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Αυτός συντόνιζε τα πάντα και τις οικονομικές δραστηριότητες του Κόμματος. Το νούμερο 2 σε αυτόν τον κλάδο ήταν ένα παντελώς άγνωστο άτομο στις αρχές ασφαλείας, ο Γ. Καζάκας. Έμπειροι διώκτες των κομμουνιστών, όπως ο μοίραρχος Σαμαρτζής και ο Νίκος Μουσχουντής, άκουσαν για αυτό το όνομα για πρώτη φορά, τον Νοέμβριο του 1947. Ήταν τέτοια η έκπληξή τους για τη συνωμοτικότητα του Καζάκα, σε σημείο για ένα χρονικό διάστημα να πιστεύουν πως δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει πώς ρευστοποίησε τα περιουσιακά στοιχεία της ΕτΑ το ΚΚΕ. Ιδρύοντας από το 1945 εταιρείες, χρηματοδοτώντας υπάρχουσες, απέβλεπε όχι μόνον στη ρευστοποίηση, αλλά και στην κερδοφορία αυτών των επιχειρήσεων. Μάλιστα όταν συμμετείχε με κεφάλαια σε ήδη λειτουργούσα επιχείρηση έδινε ένα ικανοποιητικό μπόνους στον αρχικό ιδιοκτήτη. Δεν έχει σημασία η οικονομική πορεία όλων αυτών των εταιρειών—κάποιες τις έκλεισαν γιατί έμπαιναν μέσα και σε άλλες οι αρχικοί ιδιοκτήτες ιδιοποιήθηκαν τα κομματικά κεφάλαια, εκμεταλλευόμενοι τις συλλήψεις των κομμουνιστών συνεταίρων τους. Σημασία έχει ο προχωρημένος, για την εποχή, τρόπος σκέψης των οικονομικών καθοδηγητών.
Έτσι στη Θεσσαλονίκη είχαμε τις παρακάτω οικονομικές δραστηριότητες:
Μέσα από τη δημιουργία παντοπωλείων πουλήθηκαν εκατοντάδες οκάδες ζάχαρη, όσπρια, λάδι, τυροκομικά, όλα ιδιοκτησία της ΕτΑ. Μάλιστα ένα στέλεχος καταδικάστηκε από την Αγορανομία για αισχροκέρδεια διότι πουλούσε υπερβολικά ακριβά το σαπούνι. Αυτές οι επιχειρήσεις είχαν και τους πωλητές χονδρικής, καθώς δεν είχαν κόστος κτήσης. Έτσι πούλησαν μεγάλη ποσότητα αλεύρων σε εργοστάσιο μακαρονοποιίας έναντι σημαντικού τιμήματος.
Εκτός από τα παντοπωλεία το Κόμμα ίδρυσε και την εταιρεία «Συνεργατική Υποδηματοποιείων». Μάζεψε εννιά τσαγκάρηδες, έβαλε 200 λίρες και τα δέρματα από την ΕτΑ και άρχισε η παραγωγή. Οι τσαγκάρηδες είχαν μεροκάματο και ποσοστό επί των κερδών. Όμως κέρδη δεν υπήρξαν ποτέ και η επιχείρησε έκλεισε στα τέλη του 1945.
Η δεύτερη παραγωγική μονάδα του ΚΚΕ κατασκεύαζε κορφοβελόνες. Την ίδρυσαν μέλη του Κόμματος στη Θεσσαλονίκη τα οποία είχαν και ίδια συμμετοχή στα κεφάλαια. Όταν δύο συνεταίροι συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν σε ένα νησί, οι άλλοι δύο αρνήθηκαν να δώσουν μέρισμα στις συζύγους των εκτοπισθέντων, διότι όπως τις είπαν ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω. Η επιχείρηση πήγε κατά διαόλου, το Κόμμα έχασε τα κεφάλαιά του και ο Καζάκας έτρεχε να δώσει εξηγήσεις στον Μπαρτζώτα.
Η πιο σοβαρή κομματική επιχείρηση ήταν το Μηχανουργείο. Βασικό αντικείμενο της εταιρείας ήταν η παραγωγή τυπογραφικών μηχανών για τις ανάγκες του αγώνα. Σύντομα η επιχείρηση έπαιρνε παραγγελίες και από την αγορά, ενώ λίγο αργότερα άρχισαν να κατασκευάζουν και γκαζιέρες. Μάλιστα πούλησαν και δύο τυπογραφικές μηχανές σε εθνικόφρονες δημοσιογράφους της Καστοριάς. Το ΚΚΕ έπαιρνε τις εισπράξεις και άφηνε το 35% σε αυτούς που έτρεχαν τη δουλειά.
Οι οικονομικοί υπεύθυνοι του ΚΚΕ ίδρυσαν μέχρι και ναυτιλιακή εταιρεία η οποία μετέφερε εμπορεύματα της ΕτΑ σε λιμάνια της Β. Ελλάδας. Αργότερα αυτά τα καϊκια βοηθούσαν τα μέλη του ΚΚΕ να βγουν στο βουνό. Από την Αρετσού τους έβγαζαν στις όχθες του Αλιάκμονα και από εκεί με τους συνδέσμους περνούσαν στις τάξεις του ΔΣΕ, ενώ συγχρόνως…εκτελούσαν και το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη—Μπαχτσέ Τσιφλίκι. Έτσι οι εκδρομείς γινόταν ακούσιοι χορηγοί του Κόμματος.
Το ΚΚΕ αγόρασε μέχρι και ακτινολογικό κέντρο (Εγνατία 132), ίδρυσε βιβλιοπωλεία, ενώ ασχολήθηκε και με την πώληση γαλακτοκομικών προϊόντων από το «Κατάστημα Γαλακτομικών ειδών».
Σχεδόν όλοι οι υπεύθυνοι των οικονομικών του Κόμματος—πλην Καζάκα που διέφυγε στο βουνό-- μέσα στο 1948 είχαν συλληφθεί και η δίκη με 53 κατηγορουμένους άρχισε στις 24 Ιουνίου 1948 και τελείωσε στις 10 Ιουλίου.
Παρατηρούμε λοιπόν πως το ΚΚΕ ανέκαθεν είχε έφεση προς το επιχειρείν. Οπότε να μην απορούμε για το σήμερα.
Σημείωση. Για τις ανάγκες του άρθρου συμβουλεύτηκα το βιβλίο του Γεωργίου Μόδη «Τέσσαρες δίκες στη Θεσσαλονίκη».