Οκτώ δεκαετίες αργότερα, η Ρίνα επιστρέφει σ’ εκείνο το σκοτάδι με τη δύναμη της μνήμης. Το βιβλίο της, «Στο ''Χαμένο Τρένο''» (εκδόσεις Ianos), καταγράφει την εμπειρία ενός παιδιού-επιζώντος, μετατρέποντας την προσωπική μαρτυρία σε ένα ντοκουμέντο που συνδέει τη δική της ιστορία με τη συλλογική τραγωδία του Ολοκαυτώματος και ειδικότερα με τη μοίρα των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Την έρευνα και την επιμέλεια υπογράφει ο δημοσιογράφος Γιάννης Θ. Κεσσόπουλος, που με ευαισθησία και ακρίβεια οργανώνει ένα αφήγημα όπου το ατομικό τραύμα γίνεται συλλογική μνήμη.
Η παρουσίαση
Η παρουσίαση του βιβλίου πραγματοποιήθηκε σε κλίμα συγκίνησης και σεβασμού στο πατάρι του βιβλιοπωλείου «Ιανός» στη Θεσσαλονίκη. Ο χώρος πλημμύρισε από κόσμο που θέλησε να τιμήσει τη συγγραφέα. Η Ρίνα Μπαρζιλάι – Ρεβάχ μίλησε με την απλότητα ενός ανθρώπου που δεν χρειάζεται υπερβολές για να ακουστεί. «Δεν έχω νούμερο στο χέρι, αλλά είναι σημαδεμένη ισόβια η ύπαρξή μου», σημειώνει.
Στη σύντομη ομιλία της απευθύνθηκε με βαθιά συγκίνηση στο κοινό: «Η παρουσία σας με συγκλονίζει. Από την μπλε ποδιά και τα νεανικά μου ημερολόγια φτάνω στη σημερινή μέρα – αυτό δεν το είχα φανταστεί ποτέ. Όσο οι σκέψεις μου ήταν ζωηρές εικόνες, τόσο οι λέξεις μού φαίνονταν πάντα άνευρες και άχρωμες. Το πολύ νεαρό της ηλικίας μου τότε ήταν ίσως πλεονέκτημα· αν ήμουν μεγαλύτερη, το τραύμα θα ήταν βαρύτερο. Δεν το ονόμασα ποτέ βιβλίο – έλεγα “γραπτό κείμενο”. Το ταξίδι μου στο Μπέργκεν-Μπέλσεν δεκαετίες αργότερα ήταν ένας σταθμός που μου επέτρεψε να κλάψω με όλων των λογιών τα δάκρυα. Σήμερα θέλω να γιορτάσω και να αγκαλιάσω τους χαμένους μου. Δεν είμαι θρήσκα, αλλά είμαι βαθύτατα Εβραία. Τον αντισημιτισμό τον έζησα και τον ζω ακόμη ειδικά με τις συνθήκες που επικρατούν και είμαι πληγωμένη από αυτό».
Η πρόξενος της Γερμανίας
Παρούσα στην εκδήλωση ήταν η Γενική Πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη, Monika Frank, η οποία μίλησε με ειλικρίνεια για τη γνωριμία της με τη Ρίνα Ρεβάχ. «Όταν έφτασα στη Θεσσαλονίκη, η πρώτη πρόκληση ήταν η επίσκεψη του Γερμανού Προέδρου Frank-Walter Steinmeier στο σημείο όπου κατασκευάζεται το Μουσείο Ολοκαυτώματος. Η Ρίνα ήταν εκεί, για να μιλήσει στον Πρόεδρο ως μάρτυρας του Ολοκαυτώματος. Μετά την αναχώρηση των επισκεπτών, δεν ήθελα να μείνει η εντύπωση ότι οι μάρτυρες του Ολοκαυτώματος χρησιμοποιήθηκαν ως κομπάρσοι σε ένα σενάριο. Της τηλεφώνησα, και εκείνη με κάλεσε στο σπίτι της. Μιλήσαμε τρεις ώρες, κι από τότε γίναμε φίλες».
Η Γερμανίδα πρόξενος δεν έκρυψε τη δυσκολία της εμπειρίας: «Τα εγκλήματα των Γερμανών Ναζί ήταν πολύ ζωντανά στο μυαλό μου, αλλά δεν είχα βρεθεί ποτέ σε τόπο όπου ήταν τόσο έντονα μέσα από προσωπικές ιστορίες ανθρώπων. Είμαι συγκινημένη από τη φιλικότητα με την οποία με υποδέχτηκαν ως Γερμανίδα ακόμη και στα σπίτια τους – και αυτό δεν είναι αυτονόητο. Είμαι ευγνώμων που βρίσκομαι εδώ, στην παρουσίαση του βιβλίου».
Ο δημοσιογράφος Γιάννης Θ. Κεσσόπουλος, ο άνθρωπος που συνέβαλε καθοριστικά στη γέννηση του βιβλίου, περιέγραψε πώς ξεκίνησε η ιδέα: «Γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2024, σε μια εκδήλωση για το υπό ανέγερση Μουσείο Ολοκαυτώματος. Όταν πρότεινα στη Ρίνα να καταγράψουμε την ιστορία της, το πρόσωπό της έλαμψε. Μερικούς μήνες μετά, ο εκδότης Νίκος Καρατζάς έδωσε το πράσινο φως. Μου άνοιξε ξανά την ψυχή της και το προσωπικό της αρχείο».
Η μαρτυρία, όπως εξήγησε, είχε αρχίσει να γράφεται ήδη από το 2016, μετά από μια επίσκεψη της Ρίνας Ρεβάχ στα στρατόπεδα της Πολωνίας. «Άρχισε να το γράφει στα 77 της, παρότι τη βασανίζει δια βίου. Δεν είναι ακόμη μία μαρτυρία, αλλά μια συγκλονιστική εξομολόγηση. Ξεκαθάρισε εξαρχής ότι το Μπέργκεν-Μπέλσεν δεν ήταν Άουσβιτς – αλλά ήταν στρατόπεδο φρίκης, σύμβολο της βαρβαρότητας. Ήταν στρατόπεδο αργού θανάτου και βρέθηκε άθικτο μετά την απελευθέρωση όταν άλλα στρατόπεδα είχαν ήδη εκκενωθεί. Το ότι η Ρίνα ήταν παιδί-μάρτυρας δίνει στη μαρτυρία της μια μοναδική βαρύτητα»..
Ο Γιάννης Κεσσόπουλος χαρακτήρισε το βιβλίο «μια εσωτερική αναμέτρηση, μια εξομολόγηση με αποδέκτη τον εαυτό της». Δεν πρόκειται, είπε, για βιογραφία αλλά για ένα «αξιακό αφήγημα» – για μια ψυχική περιπλάνηση ενός ανθρώπου που κουβαλά το τραύμα ως μνήμη αλλά και ως ευθύνη, ένα βιβλίο που κρατά ζωντανή τη φλόγα της μνήμης».
«Μια κιβωτός μνήμης»

Ο Δημήτρης Γουλής, Επίκουρος Καθηγητής Παιδικής Λογοτεχνίας στο ΑΠΘ, περιέγραψε το έργο ως «μια κιβωτό μνήμης που ταξιδεύει στον χρόνο για να χτίσει γέφυρες». Όπως είπε, «είναι το παιδί που επιβίωσε και επιστρέφει μέσα από τη γραφή. Η παιδική ηλικία γίνεται ο ρυθμός της αφήγησης, μια ανάσα ανάμεσα στο τότε και το τώρα».
Ο κ. Γουλής τοποθέτησε το βιβλίο στη μεγάλη παράδοση της «στρατοπεδικής λογοτεχνίας», της γραφής που δεν εξωραΐζει την εξόντωση αλλά τη διασώζει. «Το Ολοκαύτωμα είναι το πιο ακραίο παράδειγμα συστηματικής εξόντωσης και πολιτισμικής απανθράκωσης. Ως πολιτισμικό τραύμα, όμως, υπερβαίνει τα όρια της Ιστορίας. Η μαρτυρία της Ρίνας Μπαρζιλάι – Ρεβάχ ανήκει στην κατηγορία των έργων που αρθρώνουν τον λόγο που η Ιστορία δεν μπόρεσε να ακούσει – τον λόγο του μάρτυρα».
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε και στην παιδαγωγική διάσταση του έργου: ένα βιβλίο που μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο κατανόησης του Ολοκαυτώματος μέσα από την οπτική ενός παιδιού, απευθυνόμενο στις νεότερες γενιές.
Η Αλίκη Αρούχ, Υπεύθυνη του Ιστορικού Αρχείου της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, μίλησε με προσωπικό τόνο: «Γνωρίζω τη Ρίνα από πάντα, από μωρό παιδί. Όταν πήρα το βιβλίο στα χέρια μου το διάβασα απνευστί και είπα πως πρέπει να το διαβάσει όλος ο κόσμος. Κανείς δεν έχει γράψει κάτι τέτοιο για το Μπέργκεν-Μπέλσεν. Ο Γιάννης Κεσσόπουλος έκανε εξαντλητική έρευνα. Δεν είναι επιστημονικό βιβλίο· είναι λογοτεχνία και μαρτυρία μαζί».
Ο Ελευθέριος Τζιόλας, συγγραφέας και πρώην υφυπουργός, τοποθέτησε την αφήγηση στο ιστορικό πλαίσιο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: «Το 94% των Εβραιόπουλων που είχαν καταγραφεί προπολεμικά στη Θεσσαλονίκη χάθηκαν. Σώθηκαν μόλις 365 – ένα από αυτά ήταν η Ρίνα. Επιβιβάστηκε με την οικογένεια Ρεβάχ στο προτελευταίο τρένο για το Μπέργκεν Μπέλσεν. Μια ειλικρινής, ευαίσθητη φωνή που αποτυπώνει με ανθρωπιά τα ελάχιστα που θυμάται».
Ιδιαίτερη στιγμή της εκδήλωσης ήταν η παρέμβαση του εγγονού της Ρίνας, Ίζι, ο οποίος μίλησε συγκινημένος: «Την ιστορία την ξέρω απέξω από τις αφηγήσεις της Ρίνας. Δεν είχα πλήρη συνείδηση των γεγονότων μέχρι που ταξιδέψαμε μαζί στο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Εκεί κατάλαβα τι έζησε. Κι αν κάποιος ποτέ μου πει ότι δεν συνέβη, θα του απαντήσω: το έχω δει».

Πολωνία 2016: Η Ρίνα Μπαρζιλάι – Ρεβάχ στην Παρέλαση των ζωντανών με τον εγγονό της
Το βάρος και η αξία της μαρτυρίας
Το Μπέργκεν-Μπέλσεν, όπου βρέθηκε η οικογένεια Μπαρζιλάι το 1943, δεν ήταν στρατόπεδο εξόντωσης όπως το Άουσβιτς ή το Τρεμπλίνκα, αλλά τόπος «αργού θανάτου». Οι κρατούμενοι πέθαιναν κατά χιλιάδες από πείνα, τύφο, εξάντληση και απελπισία. Το γεγονός ότι η μαρτυρία της Ρίνας προέρχεται από αυτόν τον «λιγότερο θεαματικό» τόπο φρίκης, της δίνει μια ιδιαίτερη σημασία: αναδεικνύει τη διάχυτη, καθημερινή βία που διέτρεχε όλο το δίκτυο των ναζιστικών στρατοπέδων.
Το βιβλίο καλύπτει όχι μόνο τον εγκλεισμό, αλλά και την απελευθέρωση, καθώς και την επιστροφή στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη – μια πόλη που είχε χάσει το 95% του εβραϊκού της πληθυσμού. Η αφήγηση δεν είναι απλώς χρονικό επιβίωσης· είναι μια ανασκαφή στη μνήμη ενός παιδιού που προσπαθεί να επανενταχθεί σε έναν κόσμο σιωπής. Περιλαμβάνει φωτογραφικό υλικό και επεξηγηματικές σημειώσεις που τοποθετούν τη μαρτυρία στο ιστορικό της πλαίσιο, υπενθυμίζοντας ότι η Θεσσαλονίκη υπήρξε κάποτε μία από τις σημαντικότερες εβραϊκές κοινότητες της Ευρώπης.
Η εκδήλωση έκλεισε σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης. Οι παρευρισκόμενοι τίμησαν τη μαρτυρία μιας γυναίκας που κουβαλά τη μνήμη ενός κόσμου που χάθηκε. Το «Χαμένο Τρένο» ίσως να μην χάθηκε τελικά· ίσως να συνεχίζει το ταξίδι του κάθε φορά που κάποιος αποφασίζει να θυμηθεί.











