Όταν η αντιπολίτευση ασκείται με τεκμηριωμένα επιχειρήματα και προτάσεις, τότε συμβάλλει ουσιαστικά στη βελτίωση της ποιότητας της δημοκρατίας μας. Όταν, όμως, αρκείται σε φθηνά συνθήματα, κραυγές και αναζητά επικοινωνιακά «πυροτεχνήματα», τότε η πολιτική χάνει την ουσία της και μετατρέπεται σε φθηνό θέμα εις βάρος της ίδιας της κοινωνίας.
Σε αυτό το πλαίσιο ο τίτλος «όταν τελειώνουν τα επιχειρήματα αρχίζουν τα φθηνά συνθήματα» είναι η θλιβερή περιγραφή μιας πραγματικότητας που βλέπουμε να εκτυλίσσεται συχνά στην ελληνική πολιτική σκηνή, ιδίως σε περιόδους πολιτικής έντασης.
Οι «αφορισμοί» της αντιπολίτευσης αντί για αυτοκριτική
Χαρακτηριστικό και πρόσφατο παράδειγμα η στάση που κρατούν πρωτίστως ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ. Δεν ασκούν απλώς κριτική, αλλά παίζουν έναν επικίνδυνο ρόλο που συσκοτίζει την αλήθεια και θολώνει την κρίση των πολιτών. Αντί, για παράδειγμα, Χαριλάου Τρικούπη και Κουμουνδούρου να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί για τα δικά τους λάθη και παραλείψεις, που δεν είναι ούτε λίγα ούτε ασήμαντα, επιλέγουν να κρύβονται πίσω από αφορισμούς, αποφεύγοντας κάθε ουσιαστική συζήτηση και λύση. Με τον τρόπο αυτόν μετατρέπουν την πολιτική διάσταση της υπόθεσης σε μάχη εντυπώσεων που στερείται περιεχομένου.
Προφανώς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο ΟΠΕΚΕΠΕ αντιμετωπίζει σοβαρά δομικά προβλήματα στη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων και ότι η ελληνική πολιτεία έχει χρέος να τα διερευνήσει σε βάθος. Όπως είναι προφανές ότι οι παράνομες επιδοτήσεις δεν ξεκίνησαν να δίνονται αποκλειστικά τα τελευταία 2-3 χρόνια. Όποιος το πιστεύει ας ζητήσει ένα… συννεφάκι για να κάτσει, γιατί ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ιδρύθηκαν το… 2019. Έχουν κυβερνητικό παρελθόν και αν στα κομματικά επιτελεία τους πιστεύουν ότι επί των ημερών τους ήταν όλα καλώς καμωμένα ας ξανακοιτάξουν τα αποτελέσματα των εκλογών και του 2019 και του 2023, όπως επίσης ας μάθουν ότι πρόστιμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκίνησαν να επιβάλλονται από το 1998.
Η πολιτική… αμνησία ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ
Άρα, για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, το πρόβλημα είναι διαχρονικό και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία επ’ αυτού. Ουδείς από όσους κυβέρνησαν τα τελευταία 20 χρόνια έχει το ηθικό πλεονέκτημα να δηλώνει «αθώος» αφού κανένας δεν «έσπασε αυγά» επί των ημερών του και δεν έβαλε τάξη στο χάος των επιδοτήσεων. Έπρεπε να φτάσουμε στο 2025 για να συμβεί αυτό και να αναλάβει δράση η ΑΑΔΕ. Καθυστερημένα μεν, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα, δε… Ως εκ τούτου το να βαφτίζουν, λοιπόν, το πρόβλημα «γαλάζιο σκάνδαλο» είναι τουλάχιστον πολιτική αμνησία και στη χειρότερη περίπτωση, εσκεμμένη προσπάθεια παραπλάνησης της κοινής γνώμης.
Ομολογούν μόνοι τους…
Όσον αφορά στη στρατηγική «αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση» που χάραξαν οι Νίκος Ανδρουλάκης και Σωκράτης Φάμελλος στην Ολομέλεια της Βουλής, δεν δείχνει μόνο πολιτική ανωριμότητα αλλά έλλειψη απτών αποδείξεων που να επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς τους.
Τους ξεμπρόστιασε με δηλώσεις του (άθελα του;) ο τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Μαντζουράνης, παραδεχόμενος δημόσια ότι η δικογραφία που διαβιβάστηκε στη Βουλή δεν περιέχει ενοχοποιητικά στοιχεία για τους πρώην υπουργούς Μάκη Βορίδη και Λευτέρη Αυγενάκη.
Με απλά λόγια είπε αυτό που «φωνάζει» από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση: Η δικογραφία διαβιβάστηκε καθαρά για τυπικούς λόγους, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα. Ακολούθησε και η παραδοχή του Χρήστου Κακλαμάνη, αρμόδιου τομεάρχη Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος σε συνέντευξη του σχετικά με την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ υπενθυμίζοντας ότι η τεχνητή λύση που νομοθετήθηκε το 2017 επέτρεψε σε πολλούς να δηλώσουν πλαστά στοιχεία με αποτέλεσμα να λάβουν παράνομες επιδοτήσεις.
Κι όμως, παρά την απουσία στοιχείων, τα δυο κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούσαν προκαταβολικά «παραιτήσεις», «προανακριτικές», ακόμα και εκλογές, μετατρέποντας μια σοβαρή θεσμική διαδικασία σε σόου εντυπώσεων. Ξεχνούν, φαίνεται, ότι σήμερα το ζητούμενο δεν είναι να είσαι «αντί-κάτι», αλλά πρέπει να είσαι ικανός για κάτι.
Η πολιτική δύναμη βρίσκεται στο να υπηρετείς το αίτημα για αλλαγή
Συνοψίζοντας, αν υπάρχει σήμερα υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ, είναι γιατί το πρόβλημα παρέμεινε άλυτο για δεκαετίες και αναπαράχθηκε, όχι γιατί «γεννήθηκε» ξαφνικά το 2023. Από εκεί και πέρα η συνεχής απαίτηση για «προανακριτική» δεν στηρίζεται σε αποδεικτικό υλικό αλλά σε επικοινωνιακή ανάγκη.
Το γιατί εξηγήθηκε παραπάνω. Τέλος, στα περί συγκάλυψης, την απάντηση την έχει δώσει η ίδια η κυβέρνηση που προχώρησε σε παραιτήσεις και απομακρύνσεις διοικητικών στελεχών του Οργανισμού μόλις έγιναν γνωστές οι πρώτες «σκιές».
Η ίδια η Νέα Δημοκρατία ζήτησε να ανοίξει η δικογραφία στη Βουλή, απαιτώντας την πλήρη διαφάνεια, πράγμα που δεν θα έκανε αν υπήρχε πρόθεση ή υπόνοια συγκάλυψης.Υπό αυτό το πρίσμα, όταν τελειώνουν τα επιχειρήματα αρχίζουν τα φθηνά συνθήματα.
Κι όταν εξαντλούνται και αυτά, το μόνο που απομένει είναι η σιωπή της πολιτικής ανεπάρκειας. Γιατί, σε τελική ανάλυση, η πραγματική πολιτική δύναμη δεν βρίσκεται στην καταγγελία. Είναι στο να ανταποκρίνεσαι στο αίτημα για αλλαγή και να το υπηρετείς με έργο, όχι μόνο με λόγια.