Η υπογραφή της Κοινωνικής Συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης και των Εθνικών Κοινωνικών Εταίρων αποτελεί μια συμφωνία εξέχουσας σημασίας. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που αποκαθιστά το συλλογικό εργατικό δίκαιο σε ουσιαστικό βαθμό, καταργώντας μνημονιακές διατάξεις και επαναφέροντας την προστασία των εργαζομένων. Η κυβέρνηση, με επισπεύδον το Υπουργείο Εργασίας, κατάφερε να επιτύχει συμφωνία ύστερα από επτά μήνες εντατικών διαπραγματεύσεων, επιδεικνύοντας αποφασιστικότητα και στρατηγικό σχεδιασμό.
Ένα από τα μεγαλύτερα οφέλη της συμφωνίας είναι η διεύρυνση της κάλυψης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (Σ.Σ.Ε.). Με τις νέες ρυθμίσεις, η επέκταση των ΣΣΕ γίνεται πιο εύκολη: πλέον αρκεί το 41% των εργαζομένων του κλάδου, ή του επαγγέλματος που μετέχουν στην εργοδοτική οργάνωση, για να μπορεί μια Σ.Σ.Ε να επεκταθεί σε όλους τους εργαζόμενους του κλάδου. Μέχρι πρότινος, η ενεργοποίηση της υποχρεωτικότητας απαιτούσε η εργοδοτική οργάνωση να καλύπτει το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
Η συμφωνία δίνει, επίσης, στη ΓΣΕΕ τη δυνατότητα να συνυπογράφει κλαδικές Σ.Σ.Ε., εφόσον προσκληθεί από μια οργάνωση μέλος της, αξιοποιώντας τη δυνατότητα επέκτασης χωρίς κανένα περιοριστικό ποσοστό. Η εξέλιξη αυτή έχει έναν ισχυρό συμβολισμό, καθώς επαναφέρει στη ΓΣΕΕ μια κρίσιμη αρμοδιότητα σε εθνικό επίπεδο.
Πρακτικά, αποκαθίσταται ο ρόλος της Συνομοσπονδίας να μπορεί, ύστερα από αίτημα μέλους της, να συνάψει κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας εθνικής εμβέλειας, η οποία θα εφαρμόζεται στο σύνολο των εργαζομένων του κλάδου, ακόμη και όσων δεν είναι συνδικαλιστικά οργανωμένοι. Προϋπόθεση αποτελεί η υπογραφή από την εργοδοτική πλευρά μιας αντίστοιχης τριτοβάθμιας εργοδοτικής οργάνωσης.
Μια τέτοια εθνικού επιπέδου κλαδική σύμβαση θα δεσμεύει όλες τις επιχειρήσεις και όλους τους εργαζομένους, χωρίς να απαιτείται ο έλεγχος της αντιπροσωπευτικότητας, δηλαδή το ποσοστό 40%, για την κήρυξή της ως υποχρεωτικής. Έτσι ενισχύεται η εμβέλεια και η αποτελεσματικότητα των συλλογικών ρυθμίσεων, διαμορφώνοντας ένα σταθερό και καθολικό πλαίσιο προστασίας.
Ιστορικής σημασίας είναι η επανέναρξη της πλήρους μετενέργειας των ΣΣΕ. Αυτό σημαίνει ότι, όταν μια συλλογική σύμβαση ή μια διαιτητική απόφαση φτάνει στη λήξη της, δε θα διαταράσσονται τα μισθολογικά καθεστώτα των εργαζομένων. Οι μισθολογικοί και θεσμικοί όροι που προέβλεπε η προηγούμενη ρύθμιση θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται μέχρι τη σύναψη νέας.
Με άλλα λόγια, παραμένει ενεργό το πλαίσιο προστασίας των εργαζομένων, αποτρέποντας ανατροπές τόσο στις αποδοχές όσο και στους θεσμικούς όρους εργασίας. Ταυτόχρονα, καταργείται μια σημαντική στρέβλωση στην αγορά εργασίας: πολλές επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου εκμεταλλεύονταν την προηγούμενη κατάσταση και προχωρούσαν σε μονομερείς μειώσεις μισθών, αποκτώντας αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι άλλων που διατηρούσαν τις αποδοχές σταθερές. Με την αλλαγή αυτή, αποκαθίσταται ο υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων.
Η Κοινωνική Συμφωνία εισάγει επίσης ταχύτερες διαδικασίες επίλυσης διαφορών μέσω του ΟΜΕΔ, απλοποιώντας και επιταχύνοντας τη μεσολάβηση και διαιτησία. Παράλληλα, οι διαδικασίες εγγραφής στα μητρώα εργαζομένων και εργοδοτών απλοποιούνται, διευκολύνοντας τη συμμετοχή στις συλλογικές διαδικασίες και την επέκταση των ΣΣΕ.
Συνολικά, η Κοινωνική Συμφωνία δημιουργεί ένα ασφαλές και προβλέψιμο εργασιακό περιβάλλον, προστατεύει τα δικαιώματα των εργαζομένων, ενισχύει τη διαπραγματευτική τους θέση και συμβάλλει στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος. Παράλληλα, πολλαπλά είναι τα οφέλη της νέας συμφωνίας και για τους εργοδότες, καθώς δημιουργεί ένα περιβάλλον με ξεκάθαρους κανόνες, που θα διευκολύνει και θα ενισχύει την ανάπτυξη και την αντιμετώπιση του αθέμιτου ανταγωνισμού, αλλά και τη σταθερότητα στο εργασιακό περιβάλλον, διασφαλίζοντας διαφάνεια και νομιμότητα.
H κυβερνητική αυτή πρωτοβουλία αποτελεί δείγμα πολιτικής σοβαρότητας, ευθύνης και συνέπειας. Μέσα από αυτή τη συμφωνία ο στόχος είναι σαφώς και η αύξηση των μισθών σύμφωνα με την προεκλογική μας δέσμευση. Η επόμενη μέρα στην αγορά εργασίας ξεκινά με ξεκάθαρους κανόνες, σταθερότητα και προστασία για όλους.
*Η Άννα Ευθυμίου, Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης






