Τα έργα, κατασκευασμένα αποκλειστικά από χαλκό και ορείχαλκο, κυμαίνονται σε μέγεθος από 30 εκατοστά έως 1,5 μέτρο και φέρουν χαρακτηριστικά πατίνας, σκουριάς και φθοράς. Άλλα φωτίζονται εσωτερικά, σαν φανάρια, άλλα μοιάζουν να έχουν αναδυθεί μόλις από τα βάθη της θάλασσας.
«Δεν είναι μακέτες ούτε ναυπηγικά μοντέλα φτιαγμένα με ακρίβεια – είναι σκάφη φανταστικά, παραμορφωμένα, ενίοτε ρεαλιστικά. Είναι πλοία φάροι της μνήμης, των λιμανιών, των αποχωρισμών και των θαλασσινών ανέμων», παρατηρεί η συγγραφέας Νίκη Γκίζη, που έγραψε τα κείμενα της έκθεσης.
«Όταν γνώρισα τον Παναγιώτη Πουγαρίδη, ενθουσιάστηκα όχι μόνο με τη δουλειά του αλλά και με την προσωπικότητά του. Είναι μοναδικός άνθρωπος. Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, δουλεύει από το 2001 αποκλειστικά με μέταλλο –κατά κύριο λόγο χαλκό και ορείχαλκο– και έχει αναπτύξει μια δική του μέθοδο κατασκευής. Τα πλοία του δεν είναι διακοσμητικά αντικείμενα· είναι εικαστικές μαρτυρίες προσωπικών βιωμάτων».
Γεννημένος το 1968 στη Θεσσαλονίκη, ο Παναγιώτης Πουγαρίδης μεγάλωσε κοντά στη θάλασσα και η σχέση του με τα πλοία ξεκινά από εκεί.
Ο ίδιος ο καλλιτέχνης εξηγεί: «Το βλέμμα μου ανέκαθεν ήταν στραμμένο στο νερό, στα καράβια, μικρά ή μεγάλα. Παρατηρούσα τους ακίνητους και επιβλητικούς όγκους τους να υψώνονται στο φως του ήλιου, ή να χάνονται αχνά στην ομίχλη. Το βλέμμα μου περνά από τα ίσαλα, ανεβαίνει στο κατάστρωμα, κυλά από την πλώρη στην πρύμνη, εστιάζει στις λεπτομέρειες των εξοπλισμών τους, αναγνωρίζει τη γλυπτική τους διάσταση, επικεντρώνεται στα πολλαπλά στρώματα της λαδομπογιάς, τη σκουριά, την οξείδωση, στα ίχνη της φθοράς από τη θάλασσα και την εγκατάλειψη. Η οπτική αυτή εμπειρία με οδήγησε στη δημιουργία πλοίων-συμβόλων με πολυποίκιλες φόρμες και διαφορετικές χρωματικές συμβάσεις. Χαίρομαι να δημιουργώ εικαστικές απεικονίσεις της μνήμης, της οσμής, της γεύσης του θαλασσινού νερού που διαβρώνει τον χαλκό, τον μπρούτζο, το σίδηρο των κατασκευασμένων πλοίων».
Αυτή η πρώτη ύλη μεταφράστηκε σε τέχνη με κόπο και επιμονή. Δούλεψε επί χρόνια μόνος του, αναπτύσσοντας μια ιδιαίτερη τεχνική συγκόλλησης μετάλλων που του επιτρέπει να μορφοποιεί υλικά δύσκολα, όπως ο χαλκός και ο ορείχαλκος.
Το εργαστήριό του, όπως σημειώνει η Νίκη Γκίζη, είναι χώρος εντατικής δημιουργίας: «Μπορεί να δουλεύει 18 ώρες την ημέρα, και να μη νιώθει ότι κουράζεται. Είναι παρών σε κάθε φάση της δημιουργίας. Και κάθε έργο μπορεί να του πάρει δύο με τρεις μήνες για να ολοκληρωθεί».
Τα έργα δεν είναι ομοιόμορφα. Άλλα είναι χρωματικά φορτισμένα, με στρώσεις λαδομπογιάς που θυμίζουν την αλλοίωση του χρόνου, την υγρασία, την εγκατάλειψη. Άλλα είναι μονοχρωματικά, σχεδόν αφηρημένα. «Κάθε πλοίο κουβαλάει ένα αφήγημα», λέει η Νίκη Γκίζη.
Ο ίδιος ο Παναγιώτης Πουγαρίδης παρατηρεί: «Δεν φτιάχνω πλοία για να αρμενίσουν στον κόσμο, μα πλοία που σε ταξιδεύουν στα πέλαγα της μνήμης, εκεί όπου το παρελθόν κυματίζει σαν πανί, και το παρόν στέκει σαν φάρος που περιμένει να σε οδηγήσει ξανά πίσω. Είναι πλοία φορτισμένα με μνήμη, φως, φθορά και αλμύρα, φορείς της δικής μου προσωπικής αφήγησης που συνδέει το παρόν με το άχρονο ταξίδι της θάλασσας. Και κάθε φορά που τα αγγίζω με τα χέρια, το βλέμμα ή με το χρώμα, νιώθω πως ξεκινώ ένα νέο ταξίδι, που δεν τελειώνει σε προορισμούς, μα σε κύματα αναμνήσεων, εκεί όπου το χθες συναντά το σήμερα και σμίγει με το αύριο».
Από το 2016 ο Παναγιώτης Πουγαρίδης συνεργάζεται με γκαλερί στην πόλη Αντίμπ στη Γαλλία και έχει συμμετάσχει σε διεθνείς εκθέσεις.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η Νίκη Γκίζη, «παραμένει βαθιά συνδεδεμένος με τον τόπο του. Η θάλασσα της Θεσσαλονίκης είναι πανταχού παρούσα στη δουλειά του. Δεν την απεικονίζει, την ενσωματώνει».
Η επιλογή του χώρου της έκθεσης –οι Βιτρίνες Τέχνης του ΟΤΕ– επιτρέπει στα έργα να εκτίθενται σε έναν καθημερινό διάλογο με τον δρόμο, με τους περαστικούς, με το φως της ημέρας που αλλάζει.
«Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε το στήσιμο της έκθεσης τα βλέμματα των περαστικών μαγνητίστηκαν από τα έργα. Ο κόσμος στάθηκε ενθουσιασμένος μπροστά στις βιτρίνες του ΟΤΕ, σχολιάζοντας με χαμόγελο και θαυμασμό την ξεχωριστή εικαστική δουλειά» παρατηρεί η Νίκη Γκίζη.
Πράγματι, παρά την ιδιαίτερη τεχνική και τη φορμαλιστική πολυπλοκότητα των έργων, υπάρχει κάτι κοινό και αναγνωρίσιμο σε αυτά. Ίσως γιατί, όπως λέει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, «είναι σκάφη που κουβαλούν φορτία άυλα. Τον απόηχο των λιμανιών, την αλμύρα των αποχωρισμών, το τραγούδι των θαλασσινών ανέμων».
Έκθεση Παναγιώτη Πουγαρίδη – Βιτρίνες Τέχνης ΟΤΕ
Κείμενα: Νίκη Γκίζη – Συγγραφέας
Επιμέλεια: Γιάννης Αργυριάδης
Φωτογραφίες: Νεφέλη- Ελένη Πουγαρίδου
Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου.