Ρολόγια κάθε μεγέθους, παλιά ή καινούργια, αντικείμενα καθημερινά, φορτισμένα με προσωπικό χρόνο, θα τοποθετηθούν μαζί, συγκροτώντας μια συλλογική εγκατάσταση που μετατρέπει τη βιτρίνα σε χώρο μνήμης καθώς δεν μετρά απλώς ώρες και λεπτά, αλλά βιογραφίες, αναμονές, απώλειες και επαναλήψεις.

Η επιλογή της βιτρίνας ως χώρου έχει τη σημασία της. Βρίσκεται στο όριο ανάμεσα στο μέσα και στο έξω, ανάμεσα στον θεσμικό εκθεσιακό χώρο και τον δρόμο. Εκεί ακριβώς παρεμβαίνει και η συμμετοχή του αρχιτέκτονα – σκηνογράφου, ομότιμου καθηγητή σκηνογραφίας του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Απόστολου Βέττα. Με μακρά παρουσία στο ελληνικό θέατρο, ο κ. Βέττας θα δημιουργήσει το δικό του «σύμπαν» σε μία από τις βιτρίνες, συνομιλώντας με το συλλογικό σώμα της δράσης.

Απόστολος Βέττας
Ο ίδιος δεν αποκαλύπτει λεπτομέρειες – τηρεί τη θεατρική παράδοση που θέλει το έργο να μιλάει πρώτο. «Δεν θα σας πω ακριβώς τι θα κάνω, επειδή δουλεύω με όρους θεατρικούς. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι πρόκειται για μια καταπληκτική πρωτοβουλία από τον Γιάννη Αργυριάδη που είχε την ιδέα να καλέσει τους πολίτες της Θεσσαλονίκης προκειμένου να δώσουν ο καθένας ένα ρολόι για να μπει σε αυτό το σύνολο. Μέσα σε αυτή τη λογική συμμετέχω κι εγώ, μόνο που η δική μου πρόταση έχει ένα πιο σκηνογραφικό περίγραμμα. Είναι κατασκευές. Τον τελευταίο καιρό δουλεύω με χαρτοκατασκευές, προσπαθώντας να δώσω το σχόλιό μου μέσα από αυτόν τον τρόπο».

Η βιτρίνα, για τον Απόστολο Βέττα, δεν είναι ούτε γκαλερί ούτε απλώς προέκταση του πεζοδρομίου. Είναι ένας υβριδικός χώρος με δικούς του κανόνες. «Η βιτρίνα είναι στοιχείο του αστικού πολιτισμού, όπως τα παγκάκια και τα φωτιστικά. Είναι μια επινόηση του πολιτισμένου ανθρώπου, με εμπορικούς κανόνες που όμως συναντούν την τέχνη. Μπορείτε να φανταστείτε την Τσιμισκή χωρίς βιτρίνες;», λέει. Ανατρέχοντας στα παιδικά του χρόνια στην Αθήνα, θυμάται τις βιτρίνες με τα παιχνίδια στα καταστήματα της Σταδίου και της Αιόλου και τα παιδικά πρόσωπα κολλημένα στο τζάμι. «Μεγάλωσα βλέποντας τις βιτρίνες σαν έναν μικρό παράδεισο. Μετά, όταν άρχισα να δουλεύω στο θέατρο, κατάλαβα ότι η βιτρίνα είναι ένα ακίνητο θέατρο. Ένα θέατρο χωρίς κίνηση, όπου “ηθοποιοί” είναι οι κούκλες και τα αντικείμενα. Ο χώρος μιας βιτρίνας είναι πάρα πολύ περιορισμένος και κλειστός. Αλλά αυτόν τον περιορισμένο χώρο, οι άνθρωποι που προβάλλουν τα εμπορεύματα, από τους εμπόρους μέχρι τους διακοσμητές, φροντίζουν να τον κάνουν θελκτικό».

Αυτή η ανάγνωση επεκτείνεται και στη σημερινή χρήση των Βιτρινών Τέχνης. «Η βιτρίνα δεν είναι απλώς ένας τοίχος. Είναι ένα διάφανο θέατρο. Ενώ όμως στο θέατρο κάθεσαι σε ένα βελούδινο κάθισμα και βλέπεις την παράσταση, εδώ είσαι όρθιος κι αυτό που βλέπεις πρέπει να το δεις γρήγορα. Αλλά είναι εκεί 24 ώρες το εικοσιτετράωρο η βιτρίνα, προστατευμένη πίσω από το γυαλί, φωτισμένη μέρα και νύχτα. Και οι περαστικοί που πλησιάζουν για να κοιτάξουν πολλές φορές καθρεφτίζονται και οι ίδιοι στο γυαλί».
Η δράση «Ησυχία… Ο χρόνος αλλάζει» προτείνει κάτι ουσιαστικό: να σταματήσουμε για λίγο, να παρατηρήσουμε και να καταθέσουμε τον δικό μας χρόνο δίπλα στον χρόνο των άλλων. Από την άποψη αυτή ο χρόνος δεν παρουσιάζεται ως αφηρημένη έννοια, αλλά ως υλικό συλλογικό. Τα ρολόγια των πολιτών —αντικείμενα που συνήθως κρέμονται αθόρυβα σε κουζίνες, γραφεία ή κλιμακοστάσια— μετακινούνται από τον ιδιωτικό χώρο στον δημόσιο. Κάθε ρολόι είναι μάρτυρας στιγμών, προσωπικών ιστοριών που θα συνυπάρξουν στον ίδιο χώρο, ορατές σε όποιον περάσει από έξω.





