Παρά τη δυναμική της, η Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης καταγράφει εμπορικό έλλειμμα -4,58 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΣΕΒΕ και του Ινστιτούτου Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ), το 2024 οι εξαγωγές της Θεσσαλονίκης ανήλθαν σε 5,62 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 0,7% σε σχέση με το 2023, ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 11,8%, φτάνοντας τα 10,2 δισ. ευρώ. Ο δείκτης επικάλυψης εξαγωγών προς εισαγωγές διαμορφώθηκε στο 55,1%, υποδηλώνοντας ότι οι εισαγωγές υπερτερούν σημαντικά. Η πόλη εξάγει πολύ, αλλά εισάγει ακόμη περισσότερο — και αυτό εξηγεί το επίμονο εμπορικό έλλειμμα.
Η Θεσσαλονίκη διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιφερειακή οικονομία, καλύπτοντας το 11,4% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών, με ισχυρές επιδόσεις στους κλάδους πετρελαιοειδών, τροφίμων, χημικών, μετάλλων και κλωστοϋφαντουργίας. Ωστόσο, η μεγάλη εξάρτηση από τα πετρελαιοειδή (26,5%) δημιουργεί διακυμάνσεις ανάλογα με τις διεθνείς τιμές ενέργειας, ενώ περιορίζει την πολυμορφία του εξαγωγικού προφίλ.
Η διάρθρωση των εξαγωγών
Τα τρόφιμα αποτελούν το 21,2% των εξαγωγών, με βασικές κατηγορίες τα γαλακτοκομικά προϊόντα (17,5%), τα παρασκευάσματα λαχανικών και φρούτων (17%), τα δημητριακά (14,6%) και τα νωπά φρούτα (14%). Οι επιχειρήσεις του αγροδιατροφικού τομέα διαδραματίζουν κομβικό ρόλο, με σταθερή παρουσία σε αγορές της Ε.Ε. και των Βαλκανίων.
Ακολουθούν τα χημικά και πλαστικά προϊόντα (12,7%), στα οποία ξεχωρίζουν οι πλαστικές ύλες (35,4%) και τα φαρμακευτικά προϊόντα (30,2%), ενώ η κλωστοϋφαντουργία και ένδυση (8,8%) εξακολουθούν να στηρίζουν σημαντικό μέρος της μεταποίησης. Ο κλάδος των μετάλλων (6,9%) περιλαμβάνει εξαγωγές σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου, αντικατοπτρίζοντας την ανασυγκρότηση της βιομηχανικής παραγωγής στη Μητροπολιτική Ενότητα.
Οι εξαγωγικοί προορισμοί
Η Βόρεια Μακεδονία αποτελεί τον κορυφαίο προορισμό των προϊόντων της Θεσσαλονίκης, απορροφώντας 18,4% των εξαγωγών, γεγονός που αναδεικνύει τη στρατηγική σημασία της διασυνοριακής οικονομικής συνεργασίας. Ακολουθούν η Βουλγαρία (8,3%), η Γερμανία (7,2%), η Κύπρος (4,5%), η Τουρκία (4,2%), η Ιταλία (4,1%), οι ΗΠΑ (3,4%), το Ηνωμένο Βασίλειο (3%), η Κίνα (3%) και η Ρουμανία (2,8%).
Το εμπορικό αποτύπωμα δείχνει ότι το 60% των εξαγωγών της Θεσσαλονίκης κατευθύνεται σε αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, κυρίως στα Βαλκάνια. Παρότι αυτή η γεωγραφική εγγύτητα ευνοεί την ανταγωνιστικότητα, περιορίζει τα περιθώρια διαφοροποίησης και καθιστά αναγκαία τη διεύρυνση των αγορών σε Δυτική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Ασία.
Η Θεσσαλονίκη διαθέτει ένα μείγμα παραγωγικής βάσης, λιμενικής υποδομής και καινοτομίας, που θα μπορούσε να μετατρέψει την πόλη σε πραγματικό εξαγωγικό κόμβο της Ανατολικής Μεσογείου. Παρόλα αυτά, το έλλειμμα των 4,58 δισ. ευρώ δείχνει ότι η εξωστρέφεια δεν συνοδεύεται από ισορροπημένη εμπορική σχέση.
Η πρόκληση για τα επόμενα χρόνια είναι αφενός, να ενισχυθεί η παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, και αφετέρου, να επεκταθεί η γεωγραφική εμβέλεια των εξαγωγών. Οι επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης, όπως έχει τονιστεί πολλές φορές, θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο στην καινοτομία, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πιστοποίηση ποιότητας, ώστε να διεισδύσουν σε ώριμες αγορές της Δυτικής Ευρώπης ή της Μέσης Ανατολής, όπου το ελληνικό brand αποκτά δυναμική.
Από την περιφερειακή ισχύ στην παγκόσμια εξωστρέφεια
Η ενίσχυση του λιμένα Θεσσαλονίκης, που λειτουργεί ως βασική πύλη για τις εξαγωγές της Βόρειας Ελλάδας, μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για την αύξηση των εμπορικών ροών και προς αυτήν την κατεύθυνση στοχεύει το έργο της επέκτασης του 6ου προβλήτα που είναι σε εξέλιξη. Η διασύνδεση με τα Βαλκάνια και η αναβάθμιση των logistics δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μείωση κόστους και χρόνου μεταφοράς.
Παράλληλα, η παρουσία ερευνητικών και καινοτομικών δομών, όπως το ΕΚΕΤΑ, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και οι βιομηχανικές περιοχές Σίνδου και Καλοχωρίου, μπορεί να στηρίξει τη μετάβαση από τη μαζική παραγωγή σε εξαγώγιμα προϊόντα τεχνολογίας και πράσινης ανάπτυξης.
Η ενίσχυση των διεθνών εμπορικών σχέσεων πέρα από τα Βαλκάνια, μέσα από συμφωνίες, clusters και κοινές πλατφόρμες προώθησης, θα δώσει νέα ώθηση στις επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης. Οι τομείς των τροφίμων, της ενέργειας, των υλικών και της φαρμακοβιομηχανίας εμφανίζουν ήδη σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης.
Σύμφωνα και με τον πρόεδρο του ΣΕΒΕ Συμεών Διαμαντίδη, οι συνεργασίες είναι απαραίτητες όπως και η στήριξη των εξαγωγικών επιχειρήσεων με μία συνολική πολιτική υπέρ των εξαγωγών και της υποκατάστασης εισαγωγών που να γίνεται φανερή σε κάθε νομοσχέδιο ή αναπτυξιακό μέτρο ή φορολογικό μέτρο ή σχέδιο επιχορήγησης.
Η επόμενη φάση για τη Θεσσαλονίκη δεν είναι απλώς η αύξηση των εξαγωγών, αλλά η μετατόπιση του παραγωγικού μοντέλου σε προϊόντα γνώσης, πράσινης τεχνολογίας και βιώσιμων υλικών. Η εξωστρέφεια της πόλης θα πρέπει να γίνει ποιοτική, στηριζόμενη στη συνεργασία επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και ερευνητικών φορέων.
Η Θεσσαλονίκη μπορεί συνεπώς να αποτελέσει παράδειγμα περιφέρειας που εξάγει όχι μόνο προϊόντα, αλλά και ιδέες. Αν η πόλη καταφέρει να κεφαλαιοποιήσει τη γεωγραφική της θέση και το ανθρώπινο δυναμικό της, τότε το επόμενο εξαγωγικό βήμα της δεν θα είναι προς τους γείτονες — αλλά προς τον κόσμο.





