Στο πάνελ με θέμα «The Prospects for Greece and Europe and the Rising Uncertainty in the Global Economy», όπου συμμετείχαν επίσης ο Κυριάκος Πιερρακάκης, Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και ο Alfred Kammer, Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ, ο κ. Μυλωνάς εκτίμησε ότι η Ελλάδα θα επηρεαστεί λιγότερο από άλλες οικονομίες, από την επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος. Όπως σημείωσε, η ελληνική οικονομία διαθέτει ορισμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα που της επιτρέπουν να προστατεύσει τον υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου ρυθμό ανάπτυξης και να υποστηρίξει την αναπτυξιακή της δυναμική.
Αναφορικά με τους δασμούς, οι εξαγωγές αγαθών προς τις ΗΠΑ αντιστοιχούν σε λιγότερο από το 5% των συνολικών εξαγωγών αγαθών της χώρας (και σε λιγότερο από 1% του ΑΕΠ), με το ¼ να αφορά σε ενεργειακά προϊόντα, τα οποία εξαιρούνται των δασμών. Επιπλέον, τα δύο-τρίτα των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνονται στην Ε.Ε. και επομένως οι δασμοί επηρεάζουν την Ελλάδα κυρίως έμμεσα, μέσω της δυνητικής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρώπη.
Στον τομέα της Άμυνας, ο κ. Μυλωνάς επισήμανε πως η Ελλάδα δαπανά ήδη σημαντικά ποσά (γύρω στο 3,1% του ΑΕΠ) και συνεπώς δεν χρειάζεται να ανακατευθύνει μεγάλες κρατικές δαπάνες για να καλύψει τη δέσμευση των χωρών του ΝΑΤΟ για 3,5% του ΑΕΠ έως το 2035.
Την ίδια ώρα, η άνθηση των επενδύσεων αλλάζει ριζικά την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας. Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου εξαιρουμένων των κατασκευών – που έχουν υψηλότερο πολλαπλασιαστή από την κατασκευαστική δραστηριότητα – διαμορφώνονται σε ιστορικό υψηλό, στο 10,1% του ΑΕΠ, ελαφρώς χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 10,5% του ΑΕΠ.
Η επενδυτική δραστηριότητα δεν αναμένεται να επιβραδύνει, όπως υποδηλώνει η αύξηση των επιχειρηματικών δανείων κατά 17% σε ετήσια βάση, την ώρα που οι τράπεζες διαθέτουν μεγάλη σειρά έργων προς έγκριση.
Οι επενδύσεις θα δεχθούν περαιτέρω ώθηση από το ΤΑΑ, με τα κεφάλαια που αναμένεται να συνεχίσουν να εισρέουν στην οικονομία, συγκεκριμένα από το δανειακό μέρος του προγράμματος (18 δισ. ευρώ) έως το 2028-29.
Τέταρτον, ενισχύεται η συμπεριληπτική και βιώσιμη ανάπτυξη. Η αγορά εργασίας συνεχίζει να ανακάμπτει μετά την κρίση και συγκεκριμένα η απασχόληση έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 1 εκατομμύριο από τα χαμηλά της κρίσης, με το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας στο ιστορικό υψηλό του 61%. Επίσης, οι πραγματικοί μισθοί βρίσκονται κατά περίπου 10% υψηλότερα από το 2019, με τον κατώτατο μισθό να έχει αυξηθεί κατά 15% σε πραγματικούς όρους.
Πέμπτον, η σκληρή δουλειά στο δημοσιονομικό πεδίο έχει αποφέρει καρπούς. Το πρωτογενές πλεόνασμα ξεπερνά κατά πολύ τους στόχους και βρίσκεται στο ιστορικό υψηλό του 4,8% του ΑΕΠ, λειτουργώντας πλέον υποστηρικτικά και όχι ανασταλτικά όπως στο παρελθόν. Πράγματι, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, τόσο η νομισματική όσο και η δημοσιονομική πολιτική αλληλοενισχύονται, αντί να αλληλοαναιρούνται.
Η μάχη για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος και η άνοδος των ψηφιακών πληρωμών έχει συνεισφέρει τα μέγιστα σε αυτό το αποτέλεσμα. Είναι εντυπωσιακό ότι το επίπεδο των ψηφιακών πληρωμών διαμορφώνεται στο 28% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 25%.
Ο κ. Μυλωνάς αναφέρθηκε και στην ανάπτυξη του κλάδου υψηλής τεχνολογίας στην Ελλάδα από το 0% του ΑΕΠ σε περίπου 1,5% του ΑΕΠ σε μόλις 7 χρόνια, με την Ελλάδα να τείνει να εξελιχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα data hubs στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στην περιοχή της Μεσογείου, στα επόμενα πέντε χρόνια.
Παρά όμως αυτό το ευνοϊκό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν. Χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις και για να επιτευχθεί ο στόχος θα πρέπει να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις.
Ο κ. Μυλωνάς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο κενό και την ανάγκη για κίνητρα ενίσχυσης της αποταμίευσης και επενδύσεων των νοικοκυριών, ενώ επισήμανε και την σημασία της διευκόλυνσης των συγχνωνεύσεων μικρομεσαίων επιχειρήσεων ώστε να δημιουργηθούν ισχυρότερες επιχειρήσεις που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα.