makedonikanea.gr logo
makedonikanea.gr logo

H θέση της Κ. Μακεδονίας στον ευρωπαϊκό τουριστικό χάρτη – Πού χάνει, πού κερδίζει και οι απαιτήσεις για τη Θεσσαλονίκη

Ακούστε το άρθρο 8'
18.07.2025 | 08:00
Η φετινή αξιολόγηση της τουριστικής εμπειρίας, όπως αποτυπώνεται από τους επισκέπτες των ελληνικών ξενοδοχείων, ανέδειξε για άλλη μια φορά την Ελλάδα στην κορυφή των ανταγωνιστών της. Ωστόσο, πίσω από τη συνολική εικόνα κρύβονται σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά περιφέρεια — με την Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη να αποτυπώνουν αξιόλογες αλλά ταυτόχρονα σύνθετες δυναμικές, που απαιτούν στρατηγικό σχεδιασμό για την περαιτέρω ενίσχυση της θέσης τους.

Η μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), με στοιχεία από την Shiji ReviewPro για τη χειμερινή περίοδο Νοέμβριος 2024 - Μάρτιος 2025, κατέδειξε ότι η Ελλάδα κατέχει σταθερά την πρώτη θέση μεταξύ των έξι βασικών ανταγωνιστικών χωρών (Κύπρος, Ιταλία, Ισπανία, Τουρκία, Γαλλία). Ο γενικός δείκτης ικανοποίησης (GRI) των ελληνικών ξενοδοχείων ανήλθε σε 87%, έναντι 86% της Κύπρου και της Ιταλίας, 85% της Ισπανίας, 84% της Τουρκίας και 81% της Γαλλίας.

Η ανάλυση των επιμέρους δεικτών αναδεικνύει την καθαριότητα ως το ισχυρότερο «χαρτί» της Ελλάδας, με ποσοστό 91%, ξεπερνώντας όλους τους ανταγωνιστές. Ακολουθεί η εξυπηρέτηση με 89% και η τοποθεσία επίσης στο 89%. Στον αντίποδα, μικρότεροι δείκτες σημειώνονται στη σχέση ποιότητας-τιμής (85%) και στο φαγητό-ποτό (85%), όπου χώρες όπως η Κύπρος και η Τουρκία πετυχαίνουν καλύτερες επιδόσεις.

Η Κεντρική Μακεδονία με ισχυρή παρουσία αλλά περιθώρια βελτίωσης

 

Εστιάζοντας στην Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη, η εικόνα είναι μικτή. Ο μέσος όρος του Net Promoter Score (NPS), που αποτυπώνει την πιθανότητα ένας επισκέπτης να συστήσει το κατάλυμα, διαμορφώθηκε στην Κεντρική Μακεδονία στο 48, χαμηλότερα από τον πανελλαδικό μέσο όρο (54) και αισθητά κάτω από τις κορυφαίες περιφέρειες όπως η Ήπειρος (72) και η Δυτική Μακεδονία (68), υποδηλώνοντας περιθώριο βελτίωσης σε σύγκριση τις υπόλοιπες Περιφέρειες. Μάλιστα, η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη βρέθηκε ακόμα χαμηλότερα, στο 45.

Παράλληλα, στον γενικό δείκτη ικανοποίησης ανά μήνα της ηπειρωτικής Ελλάδας για την χειμερινή σεζόν του 2025, η υψηλότερη βαθμολογία καταγράφεται στην Ήπειρο με 92%. Ακολουθεί η Δυτική Μακεδονία με 90%, ενώ η Κεντρική Μακεδονία και αξιολογείται με 87%. 

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η Κεντρική Μακεδονία -και ειδικότερα η Θεσσαλονίκη- αποτελούν έναν από τους ισχυρότερους πυλώνες του ελληνικού city break και συνεδριακού τουρισμού, γεγονός που επηρεάζει και τη σύνθεση των κριτικών. Η αγορά της Θεσσαλονίκης παρουσιάζει σημαντικά θετικά σχόλια για την τοποθεσία, τη διασύνδεση και τις δυνατότητες της πόλης, αλλά ταυτόχρονα αποτυπώνεται δυσαρέσκεια σε ζητήματα όπως η συντήρηση εγκαταστάσεων και η σχέση ποιότητας-τιμής, ειδικά στα ξενοδοχεία με χαμηλότερα αστέρια.

Ειδικότερα, στην κατηγορία σχέσης ποιότητας-τιμής, την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Θεσσαλία με 92%, ακολουθούμενη από τη Δυτική Μακεδονία με 90%, ενώ η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη και η Κεντρική Μακεδονία καταγράφουν 84%. 

Στην κατηγορία δωματίου, την υψηλότερη βαθμολογία συγκεντρώνει η Δυτική Μακεδονία με 95%, ενώ η Κεντρική Μακεδονία βρίσκεται στο 84% και η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη στο 83%. Στο κριτήριο εξυπηρέτησης, η Δυτική Μακεδονία αξιολογείται με 93%, η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη με 90% και χαμηλότερα η Κεντρική Μακεδονία με 89%. 

Στην κατηγορία καθαριότητας, πρώτη κατατάσσεται η Δυτική Μακεδονία με 97%, ακολουθεί η Κεντρική Μακεδονία με 90%, ενώ στην τελευταία θέση βρίσκεται η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη με 88%. Στο κριτήριο τοποθεσίας, την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Θεσσαλία με 98%, ακολουθούμενη από την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη με 97% και στην τελευταία θέση βρίσκεται η Κεντρική Μακεδονία με 86%.

Στην κατηγορία φαγητού-ποτού, την υψηλότερη βαθμολογία καταγράφει η Αττική με 92%, ενώ η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη και η Κεντρική Μακεδονία κατατάσσονται στην τελευταία θέση με 85%.

Θεσσαλονίκη vs ανταγωνιστικές πόλεις του εξωτερικού

 

Η ανάλυση του ΙΝΣΕΤΕ δείχνει ότι η Θεσσαλονίκη -παρέα με την Αθήνα- κινείται σε υψηλά επίπεδα ικανοποίησης αλλά υπολείπεται σε ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Στον πίνακα που συνέκρινε GRI της Αθήνας-Θεσσαλονίκης με ανταγωνιστικούς προορισμούς (όπως η Ρώμη, η Μασσαλία, η Κωνσταντινούπολη, η Βαρκελώνη και η Μπολόνια), η ελληνική επίδοση βρίσκεται μεν σταθερά πάνω από τον μέσο όρο, αλλά η διαφορά σε επιμέρους δείκτες —π.χ. δωμάτια ή σχέσης ποιότητας-τιμής— υποδεικνύει πεδίο βελτίωσης.

Όπως αναφέρουν στα Μακεδονικά Νέα γνώστες της ξενοδοχειακής αγοράς, η Θεσσαλονίκη δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν σκοπεύει να μείνει στη σκιά της Αθήνας στον τομέα του τουρισμού και διαμορφώνει τη δική της ξεχωριστή τουριστική ταυτότητα. Σύμφωνα και με όσα δηλώνει στα Μακεδονικά Νέα ο Διευθύνων Σύμβουλος της GBR Consulting κ. Stefan Merkenhof, η απόδοση των ξενοδοχείων της πόλης βελτιώνεται σταθερά και η Θεσσαλονίκη μπορεί να διαμορφωθεί σε κορυφαίο προορισμό city break στη ΝΑ Ευρώπη, ενισχύοντας όχι μόνο το τουριστικό ισοζύγιο της πόλης, αλλά και την περιφερειακή της σημασία. Το ζητούμενο βέβαια είναι η βιώσιμη ανάπτυξη, η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και η ισορροπία μεταξύ μαζικού και εναλλακτικού τουρισμού. 

Πιο αναλυτικά, στον δείκτη ικανοποίησης κατά τη χειμερινή περίοδο 2025, η Θεσσαλονίκη συγκεντρώνει 83%, πίσω από την Μπολόνια και τη Ρώμη, αλλά ξεπερνά Μασσαλία και Σμύρνη. 

Στην κατηγορία σχέσης ποιότητας-τιμής, το ξενοδοχειακό δυναμικό της Θεσσαλονίκης βαθμολογείται με 88%, υψηλότερο ποσοστό από αυτό της Αθήνας (84%), και αντίστοιχα της Ρώμης, της Βαρκελώνης, της Μπολόνιας και της Μασσαλίας. Στην κατηγορία δωματίου, σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα, στην κορυφή βρίσκεται η Κωνσταντινούπολη με 89%, ακολουθούμενη από τη Θεσσαλονίκη με 88%, ενώ χαμηλότερες επιδόσεις καταγράφουν η Αθήνα με 82% και η Μασσαλία με 80%.

Στην κατηγορία εξυπηρέτησης, την υψηλότερη βαθμολογία συγκεντρώνει η Θεσσαλονίκη μαζί με την Κωνσταντινούπολη με 92% ενώ ακολουθούν η Σμύρνη με 90% και η Βαρκελώνη με 89%. 

Σχετικά με την καθαριότητα, πρώτη κατατάσσεται η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη με 94%, ενώ ακολουθούν η Θεσσαλονίκη με 93% και η Αθήνα με 91%. Αναφορικά με την τοποθεσία, στην κορυφή βρίσκεται η Κωνσταντινούπολη με 95%. Ακολουθούν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη με 93% αντίστοιχα, η Βαρκελώνη και η Μασσαλία με 91% αντίστοιχα. Στην κατηγορία φαγητού-ποτού, η Αθήνα προηγείται με 90%, ακολουθούμενη από τη Ρώμη με 88%, την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη με 86%, και τη Βαρκελώνη με 85%. 

Επιπλέον, από την ανάλυση των reviews ανά χώρα προέλευσης, φαίνεται ότι επισκέπτες από την Εσθονία, την Κροατία ή τη Ταϊβάν αξιολόγησαν την Ελλάδα με GRI που ξεπερνά το 92-95%, αποδεικνύοντας τη δυναμική νέων, μικρών αλλά απαιτητικών αγορών. Αντίθετα, αγορές όπως η Πολωνία ή η Κύπρος κατέγραψαν χαμηλότερη ικανοποίηση (82-83%), φέρνοντας στην επιφάνεια την ανάγκη διαφοροποιημένων στρατηγικών διαχείρισης εμπειρίας.

Ποιοτικά χαρακτηριστικά και αστέρια: πού κερδίζει και πού χάνει η περιοχή

 

Η Κεντρική Μακεδονία από την άλλη, ως ώριμος αστικός και περιφερειακός προορισμός, συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό ξενοδοχείων 3 και 4 αστέρων. Σύμφωνα με τη μελέτη, στην Ελλάδα συνολικά, τα 5 αστέρων καταλύματα είχαν το υψηλότερο GRI (89%) αλλά και το υψηλότερο NPS (62), ενώ τα 1-2 αστέρων κινήθηκαν χαμηλότερα (86% και 49 αντίστοιχα). Αυτό επηρεάζει άμεσα την Κεντρική Μακεδονία, όπου το ξενοδοχειακό απόθεμα είναι σε μεγάλο βαθμό συγκεντρωμένο στη μεσαία κατηγορία.

Η «καθαριότητα» και η «εξυπηρέτηση» παραμένουν τα πιο δυνατά χαρτιά για τα ελληνικά ξενοδοχεία, ενώ η «σχέση ποιότητας-τιμής» καταγράφει μικρότερες βαθμολογίες — ειδικά στα πιο παλιά κτήρια του αστικού ιστού της Θεσσαλονίκης που συχνά συγκεντρώνουν σχόλια για ζητήματα συντήρησης. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις αρνητικές αναφορές το «δωμάτιο», το «μπάνιο» και οι «τεχνικές εγκαταστάσεις» όπως τα ασανσέρ, καταγράφουν υψηλά ποσοστά παραπόνων.

Η σταθερή πρωτιά της Ελλάδας στο GRI αποτελεί σημαντικό εφαλτήριο για περαιτέρω ανάπτυξη. Ειδικά όμως για την Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη, η εικόνα αποκαλύπτει προκλήσεις που αφορούν την ανάγκη επενδύσεων σε υποδομές και ανακαινίσεις, την ποιοτική αναβάθμιση της μεσαίας κατηγορίας (3-4 αστέρων), τη στοχευμένη βελτίωση της σχέσης ποιότητας-τιμής.

Παράλληλα, η ευκαιρία να κεφαλαιοποιηθεί η πολύ υψηλή ικανοποίηση από μικρότερες διεθνείς αγορές όπως η Εσθονία ή η Ταϊβάν θα πρέπει να ενταχθεί στον στρατηγικό σχεδιασμό του branding της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας, μέσα από στοχευμένο μάρκετινγκ και δράσεις που αναδεικνύουν τον πολυθεματικό χαρακτήρα της περιοχής — από τη γαστρονομία μέχρι το city break και τον θρησκευτικό τουρισμό.

Η έρευνα του ΙΝΣΕΤΕ καταδεικνύει ότι η Ελλάδα συνεχίζει να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά στον ανταγωνισμό ως προς την ικανοποίηση των επισκεπτών στα ξενοδοχεία της. Η Κεντρική Μακεδονία και η Θεσσαλονίκη, παρά τις ελαφρώς χαμηλότερες επιδόσεις σε σύγκριση με κορυφαίες περιφέρειες όπως η Ήπειρος ή η Πελοπόννησος, διατηρούν ισχυρές προοπτικές. Με στοχευμένες παρεμβάσεις και επενδύσεις, μπορούν να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο τη θέση τους στον ευρωπαϊκό τουριστικό χάρτη, προσφέροντας εμπειρίες που δεν ανταγωνίζονται απλώς τις παραδοσιακές «τουριστικές πρωτεύουσες» αλλά τις ξεπερνούν σε αυθεντικότητα και ποιότητα φιλοξενίας.

Δήμητρα Τάγκα

Tελευταίες Ειδήσεις