Σύμφωνα με τον Ανδρέα Χίου, πρόεδρο του Πανελληνίου Συλλόγου Διαχειριστών Ακινήτων (ΠΑΣΥΔΑ) και επικεφαλής της Επιτροπής Βραχυχρόνιας Μίσθωσης του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, καταγράφεται τα τελευταία χρόνια έντονο φαινόμενο απόκτησης ακινήτων από πολίτες Βαλκανικών χωρών και από Πολωνία, τα οποία χρησιμοποιούνται για τουριστική εκμετάλλευση (καταλύματα τύπου Airbnb) αλλά χωρίς την έκδοση Αριθμού Μητρώου Ακινήτου (ΑΜΑ).
Η εικόνα που παρουσιάζει η αγορά σε τουριστικές περιοχές όπως η Χαλκιδική και περισσότερο η Καβάλα είναι ανησυχητική, καθώς αυξάνεται ο αριθμός των ακινήτων που ενοικιάζονται χωρίς να δηλώνονται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), χωρίς τιμολόγηση ή απόδειξη και, κατά κύριο λόγο, με πληρωμές σε μετρητά.
Δραστηριότητα εκτός ψηφιακών πλατφορμών
Όπως εξήγησε στα Μακεδονικά Νέα ο κ. Χίου, το φαινόμενο έχει γίνει αντιληπτό από το 2024 και εντείνεται συνεχώς, ιδιαίτερα στις παράκτιες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας. «Έρχονται επενδυτές από το εξωτερικό, κυρίως Βούλγαροι, Σέρβοι, Ρουμάνοι και Πολωνοί, αγοράζουν ακίνητα στη Βόρεια Ελλάδα με σκοπό να τα εκμεταλλεύονται για βραχυχρόνια μίσθωση τη θερινή σεζόν. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μετριούνται, καθώς δεν παίρνουν ΑΜΑ, δεν δηλώνουν τη δραστηριότητα στην ΑΑΔΕ και διαχειρίζονται τις κρατήσεις μέσα από ομάδες που έχουν δημιουργήσει στα social media ή κατευθείαν από τις χώρες τους», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η δραστηριότητα αυτών των επενδυτών δεν καταγράφεται ούτε στις γνωστές πλατφόρμες (Airbnb, Booking), ενώ ένα μικρό ποσοστό καταλυμάτων εμφανίζεται εκεί χωρίς ΑΜΑ, προκαλώντας εύλογα ερωτήματα για την απουσία ελέγχων. Η προώθηση αυτών των καταλυμάτων και οι κρατήσεις, σύμφωνα με τον κ. Χίου, γίνεται μέσω των social media, με τον επισκέπτη να πληρώνει σε μετρητά ενδεχομένως ήδη από τη χώρα του, χωρίς να εκδίδεται απόδειξη ή να αποδίδεται ΦΠΑ και φόρος διαμονής.
Χωρίς φορολογία, χωρίς έλεγχο, με πλήρη πληρότητα
«Τα ακίνητα αυτά δεν φορολογούνται στην Ελλάδα και πολύ πιθανόν ούτε και στις χώρες καταγωγής των επενδυτών. Η υπηρεσία παρέχεται στην Ελλάδα, άρα η φορολόγηση θα έπρεπε να γίνεται εδώ. Όμως δεν δηλώνονται πουθενά. Τα χρήματα εισπράττονται με μετρητά και, προφανώς, στη χώρα τους. Οποιοσδήποτε κάνει κράτηση από το εξωτερικό, απλώς έρχεται στην Ελλάδα για διακοπές χωρίς ίχνος καταγραφής», επισήμανε ο κ. Χίου, τονίζοντας ότι οι Έλληνες ιδιοκτήτες ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης δεν ρισκάρουν εύκολα να δραστηριοποιηθούν χωρίς ΑΜΑ λόγω των αυστηρών προστίμων.
Η συνέπεια αυτού του φαινομένου είναι διπλή: Πρώτον, πλήττεται σοβαρά ο υγιής ανταγωνισμός, αφού τα παράνομα καταλύματα τύπου Airbnb προσφέρονται σε πολύ χαμηλότερες τιμές από τα νόμιμα. Δεύτερον, το Δημόσιο χάνει σημαντικά φορολογικά έσοδα, ενώ ο πραγματικός όγκος της τουριστικής δραστηριότητας δεν αποτυπώνεται σωστά στα στατιστικά δεδομένα.
«Είναι τα πρώτα που γεμίζουν, γιατί έχουν πολύ φθηνές τιμές και κανένα κόστος φορολογίας. Δημιουργούν αθέμιτο ανταγωνισμό και στην Καβάλα έχουμε εντοπίσει αρκετές τέτοιες περιπτώσεις. Το φαινόμενο είναι πολύ πιο έντονο στη Βόρεια Ελλάδα απ’ ό,τι σε άλλες περιοχές», υποστήριξε ο πρόεδρος του ΠΑΣΥΔΑ.
Έρευνα με τη ΓΣΕΒΕΕ και καταγγελίες
Ήδη στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, έχει συσταθεί ειδική επιτροπή για τη βραχυχρόνια μίσθωση με επικεφαλής τον κ. Χίου, ενώ σε συνεργασία με τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) έχει ξεκινήσει έρευνα για την καταγραφή της αγοράς, με ιδιαίτερη έμφαση στα παράνομα καταλύματα. «Τα στοιχεία που συλλέγουμε δείχνουν ότι υπάρχει απόκλιση μεταξύ των επίσημων δεδομένων της ΑΑΔΕ και της πραγματικής εικόνας της αγοράς, ιδιαίτερα στις περιοχές με υψηλή παρουσία Βαλκάνιων ιδιοκτητών», δήλωσε ο κ. Χίου.
Η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη και τα επίσημα αποτελέσματα αναμένεται να παρουσιαστούν το φθινόπωρο του 2025. Στο μεταξύ, συνεχίζονται και οι καταγγελίες από τους τοπικούς συλλόγους βραχυχρόνιας μίσθωσης που διαπιστώνουν παρατυπίες από τη λειτουργία τέτοιων καταλυμάτων στις περιοχές τους.
Ανάγκη για θεσμική παρέμβαση
Το παράνομο «παράλληλο σύστημα» βραχυχρόνιας μίσθωσης που αναπτύσσεται μεθοδικά σε τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας θέτει υπό αμφισβήτηση την ίδια τη βιωσιμότητα του θεσμού, όπως αυτός αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια. Το πρόβλημα, χωρίς την άμεση παρέμβαση των αρμόδιων υπηρεσιών για να εντοπίσουν και να ελέγξουν αυτού του είδους τη δραστηριότητα, καθίσταται συνεπώς ακόμα πιο δύσκολο στην αντιμετώπισή του. «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να λειτουργούν δύο παράλληλες αγορές. Πρέπει να ενταθούν οι έλεγχοι και να ελεγχθούν τα συγκεκριμένα καταλύματα ώστε να διασφαλιστεί ισότιμος ανταγωνισμός», είπε καταλήγοντας ο κ. Χίου.