Η εν λόγω απόφαση καθορίζει τα κριτήρια επιβολής και το ύψος των προστίμων που θα επιβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2026, σε όσους δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες της εμπορικής δημοσιότητας.
Το ΒΕΘ εστιάζει στην επιβολή προστίμων, το ύψος των οποίων κυμαίνεται ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης κάνοντας, ιδιαίτερη μνεία στην εξαιρετικά αυστηρή πρόβλεψη επιβολής προστίμων για την παράλειψη δημοσίευσης των οικονομικών καταστάσεων, η οποία προβλέπει πρόστιμα που φτάνουν έως και τις 100.000 ευρώ για μεγάλες κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις και εισηγμένες, 50.000 ευρώ για μεσαίες, 25.000 ευρώ για μικρές και 10.000 ευρώ για πολύ μικρές επιχειρήσεις.
«Αναμφίβολα η εύρυθμη λειτουργία του ΓΕΜΗ είναι κρίσιμης σημασίας για την οικονομία και τη διαφάνεια των συναλλαγών. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να επιτυγχάνεται με τιμωρητικές διατάξεις, που απειλούν την οικονομική βιωσιμότητα επιχειρήσεων, ιδίως σε μια περίοδο που το επιχειρείν αγωνίζεται να ανακάμψει μετά από αλλεπάλληλες κρίσεις. Ιδιαίτερα όταν αυτές οι τιμωρητικές διατάξεις εφαρμόζονται σε μικρές, ή οικογενειακές επιχειρήσεις, που είτε αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας, ή ανθρώπινων πόρων, είτε προχωρούν σε εκπρόθεσμες καταχωρήσεις, χωρίς ωστόσο δόλο τότε στραγγαλίζουν τη μικρομεσαία και μικρή επιχειρηματικότητα που αποτελεί και τον βασικό πυλώνα της οικονομίας» αναφέρει ο πρόεδρος του ΒΕΘ, Μάριος Παπαδόπουλος υπογραμμίζοντας πως «στόχος της συμμόρφωσης δεν θα πρέπει να είναι η οικονομική εξόντωση, αλλά η ευρεία συμμετοχή των επιχειρηματιών στο θεσμικό πλαίσιο της διαφάνειας».
«Είναι απαραίτητη η επανεξέταση του ύψους των προστίμων με βάση το μέγεθος της επιχείρησης, τη συχνότητα παράβασης και την περίοδο ανοχής» σημειώνει ο κ. Παπαδόπουλος υπογραμμίζοντας, μάλιστα, την αναγκαιότητα ύπαρξης προειδοποιήσεων και σχετικών ενημερώσεων πριν την όποια επιβολή προστίμων.