Το δημογραφικό ως ζήτημα δεν αφορά μόνο τη στατιστική και ακόμη περισσότερο δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, καθώς τις τελευταίες δεκαετίες όλο και περισσότερες δυτικές χώρες έχουν πληθυσμό που γερνάει σταθερά. Ωστόσο η χώρα μας για διάφορους λόγους είναι από αυτές που το βιώνουν πιο έντονα και αυτό προκύπτει από την αναλογία γεννήσεων/θανάτων που από το 2011 και μετά, γέρνει με μεγάλη διαφορά υπέρ των θανάτων.
Ωστόσο από τη μία, δεν είναι μόνο οι θάνατοι που μειώνουν τον πληθυσμό, αλλά είναι και η μετανάστευση που τα τελευταία χρόνια, ειδικά για τους νέους αποτέλεσε διέξοδο λόγω της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Από την άλλη, το μεγάλο ζητούμενο δεν είναι να επιτευχθεί μόνο αντιστροφή της αναλογίας, αλλά να καταλήξει να έχει η χώρα ικανό αριθμό οικονομικά ενεργών και παραγωγικών πολιτών, οι οποίοι θα συνεισφέρουν στην επιβίωση του ασφαλιστικού συστήματος και στην οικονομική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.
Στα αρνητικά που μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κανείς διαβάζοντας τις τελευταίες εκθέσεις οργανισμών και φορέων, είναι πως τα επόμενα χρόνια το πρόβλημα στην Ελλάδα θα επιδεινωθεί ό,τι και να γίνει, καθώς το υπάρχον «μείγμα» του πληθυσμού και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, δεν μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση. Από την άλλη πλευρά, μόλις τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες με συγκεκριμένες πολιτικές, οι οποίες ευελπιστούν όλοι να φέρουν αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα πως η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην ΕΕ που απέκτησε Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό, γεγονός που δείχνει πόσο σοβαρά αντιμετωπίζεται το ζήτημα στη χώρα μας. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης ανακοινώθηκε πέρυσι και περιλαμβάνει μια ολιστική, στρατηγική αντιμετώπιση του προβλήματος, χωρίς να εστιάζει μόνο στην αύξηση των γεννήσεων, αλλά και στην αντιμετώπιση των συνολικών επιπτώσεων της γήρανσης του πληθυσμού. Ο ορίζοντας υλοποίησής του είναι μέχρι το 2035 και περιλαμβάνει δράσεις και κονδύλια ύψους περίπου 20 δισ. ευρώ.
«Ο πληθυσμός μας θα μειώνεται για 50 χρόνια – ό,τι κι αν κάνουμε»

Βύρων Κοτζαμάνης
Μιλώντας στα Μακεδονικά Νέα, ο Καθηγητής Βύρων Κοτζαμάνης, Διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Δημογραφικών Μελετών και Ερευνών, αναλύει τη μορφή που έχει πάρει σήμερα το πρόβλημα στη χώρα μας:
«Είμαστε μαζεμένοι σε ένα πολύ μικρό τμήμα της επιφάνειας της χώρας. Περίπου το 50% του πληθυσμού ζει σε λιγότερο από 1,5% της επικράτειας», σημειώνει, περιγράφοντας την υπερσυγκέντρωση γύρω από Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Το φαινόμενο αυτό, όπως λέει, υπονομεύει τη συνοχή και την ανθεκτικότητα ολόκληρης της επικράτειας, ενώ η υπόλοιπη Ελλάδα ερημώνει. Στο πεδίο της υγείας, παρατηρεί ότι το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, αλλά με μικρότερη ταχύτητα από την υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ για το δημογραφικό ισοζύγιο, κάνει λόγο για ξεκάθαρα αρνητική εικόνα: «Τα ζευγάρια σε ηλικία 25–45 ετών κάνουν κάθε χρόνο λιγότερα παιδιά από τους γονείς τους. Κι αυτό συνεχίζεται αδιάκοπα από το 1980 και μετά».
Αναφέρεται επίσης στη φυγή νέων στο εξωτερικό που έχει αφήσει βαθύ αποτύπωμα και μάλιστα όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά και αλλοδαπών που ζούσαν εδώ, με αποτέλεσμα να χάνεται ενεργός, παραγωγικός πληθυσμός
«Ο πληθυσμός μας μειώνεται και θα συνεχίσει να μειώνεται για τουλάχιστον 50 χρόνια, ό,τι κι αν κάνουμε», προειδοποιεί, προσθέτοντας ότι η χώρα έχει κάθε χρόνο ένα έλλειμμα γύρω στις 60.000 ανθρώπους.
Η χώρα γερνάει με ταχείς ρυθμούς όπως σημειώνει. «Οι ηλικιωμένοι είναι σήμερα πάνω από 2,1 εκατομμύρια και θα είναι η μόνη ηλικιακή ομάδα που θα αυξηθεί τις επόμενες δεκαετίες. Όλες οι άλλες θα μειωθούν», υπογραμμίζει, χαρακτηρίζοντας αυτή τη διαδικασία «μη αναστρέψιμη για τουλάχιστον μισό αιώνα».
Ο ίδιος συνδέει το δημογραφικό πρόβλημα με τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν και κυρίως με τον συνδυασμό μισθών – εργασιακών, ενοικίων-στέγης, παιδείας και υγείας.
Χαρακτηρίζει αναποτελεσματικά ή αποσπασματικά μέτρα που είχαν ληφθεί από το κράτος, όπως το επίδομα γέννησης και τα προγράμματα τύπου «Σπίτι μου», ενώ τάσσεται υπέρ ενός «κοκτέιλ» παρεμβάσεων που όπως υποστηρίζει είναι ο μόνος τρόπος να αρχίσει να αντιστρέφεται η κατάσταση. «Αν δεν μπορούμε να αυξήσουμε τα εισοδήματα, πρέπει να ενισχύσουμε το κράτος πρόνοιας. Δωρεάν και προσβάσιμη υγεία, ουσιαστικά δημόσια παιδεία, προσιτή στέγη. Μόνο έτσι τα ζευγάρια θα αποφασίσουν να κάνουν περισσότερα παιδιά» καταλήγει.
«Η δημογραφική πολιτική γίνεται εθνική στρατηγική» - Οι παρεμβάσεις που περιγράφει ο Κωνσταντίνος Γλούμης

Κωνσταντίνος Γλούμης
Από την πλευρά της πολιτείας, ο Γενικός Γραμματέας Δημογραφικής και Στεγαστικής Πολιτικής, Κωνσταντίνος Γλούμης, τονίζει στα Μακεδονικά Νέα ότι το δημογραφικό ζήτημα αποτελεί κεντρική προτεραιότητα, τόσο για την Κυβέρνηση, όσο και για το Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας.
«Με σχέδιο και συνέπεια, προχωράμε σε παρεμβάσεις που στηρίζουν έμπρακτα τις οικογένειες, από την πρώτη στιγμή και σε κάθε στάδιο της ζωής τους», δηλώνει.
Ο κ. Γλούμης, αναφέρει μια σειρά μέτρων, η υλοποίηση των οποίων κινείται προς την παραπάνω κατεύθυνση:
- Ενίσχυση νέων ζευγαριών στον Έβρο με 10.000 ευρώ για μετεγκατάσταση,
- Πολιτικές στέγασης για νέους και οικογένειες με επιδότηση ενοικίου και χαμηλότοκα δάνεια
- Επιστροφή ενός από τα 12 ενοίκια κάθε έτους,
- Προγράμματα στήριξης της οικογένειας από τη γέννηση του πρώτου παιδιού
Όπως εξηγεί, στόχος είναι η ελάφρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού και η δημιουργία κινήτρων παραμονής και επιστροφής νέων οικογενειών στην περιφέρεια.
Παράλληλα, τονίζει πως προχωρά η ενίσχυση των δομών παιδικής φροντίδας: «Κάθε γονιός πρέπει να έχει πρόσβαση σε βρεφονηπιακό σταθμό, ανεξαρτήτως εισοδήματος ή τόπου κατοικίας», λέει ο κ. Γλούμης και προσθέτει πως τα εισοδηματικά κριτήρια αυξάνονται για όλους, ενώ για πολύτεκνες και υπερπολύτεκνες οικογένειες καταργείται το πλαφόν που ίσχυε μέχρι τώρα.
Σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα Δημογραφικής και Στεγαστικής Πολιτικής, ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην περιφέρεια, με πολιτικές που συνδέουν τη δημογραφική αναζωογόνηση με την τοπική ανάπτυξη, τη στήριξη της απασχόλησης και την προσβασιμότητα σε υπηρεσίες και υποδομές. «Το ζητούμενο δεν είναι απλώς να σταθεροποιηθεί ο πληθυσμός, αλλά να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε η ελληνική περιφέρεια να γίνει ξανά τόπος ζωής και προοπτικής για τους νέους ανθρώπους», υπογραμμίζει.
Μέσα στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η νέα φορολογική μεταρρύθμιση για το δημογραφικό και τη μεσαία τάξη, με μόνιμες ελαφρύνσεις για νοικοκυριά, ιδιαίτερα για εργαζόμενους γονείς και νέα ζευγάρια.
«Η φιλοσοφία είναι σαφής: περισσότερη δικαιοσύνη, μεγαλύτερη ανάσα για τη μεσαία τάξη και ένα σταθερότερο περιβάλλον που ενθαρρύνει τη δημιουργία οικογένειας», αναφέρει.
Κλείνοντας, ο κ.Γλούμης επισημαίνει ότι η δημογραφική πολιτική «παύει να είναι αποσπασματική δράση και μετατρέπεται σε ολοκληρωμένη Εθνική Στρατηγική που συνδέει οικογένεια, στέγη, εργασία και φορολογία – θεμελιώνοντας τις βάσεις για μια Ελλάδα που στηρίζει την επόμενη γενιά».







