Η φρούρηση των αιθουσών των κατά τόπους Δικαστικών Μεγάρων, η διατήρηση της ευταξίας κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων, η επιτήρηση των σκοπιών εντός και εκτός των δικαστικών μεγάρων και η επίδοση δικογραφιών και δικαστικών εγγράφων, περιλαμβανομένων και των αποφάσεων που επιδίδονται απευθείας στις κατοικίες των πολιτών, συνιστούν τον βασικό κορμό του καθημερινού έργου των δικαστικών αστυνομικών.
Πανελλαδικά, το προσωπικό της Δικαστικής Αστυνομίας αριθμεί περίπου 500 άτομα. Η πλειοψηφία εξ αυτών – περί τους 400 – φέρουν τον βασικό βαθμό του φρουρού, ενώ οι υπόλοιποι κατανέμονται σε 70 υπαρχιφύλακες και 30 αρχιφύλακες. Αν και υπάγονται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, η θεσμική τους λειτουργία ακολουθεί ρυθμίσεις που θεμελιώνονται σε προεδρικά διατάγματα προερχόμενα από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Παράλληλα, υπόκεινται στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, γεγονός που καταδεικνύει τον σύνθετο χαρακτήρα της υπηρεσιακής τους φύσης.
Με τυπική στολή – μαύρη μπλούζα και γκρι παντελόνι – και άδεια οπλοφορίας που έχει χορηγηθεί στο σύνολο του σώματος, οι δικαστικοί αστυνομικοί επιχειρούν καθημερινά σε όλα τα μεγάλα δικαστικά κέντρα της χώρας. Εξαίρεση αποτελούσε, ωστόσο, μέχρι πρότινος η πόλη της Θεσσαλονίκης. Παρότι εκεί υπηρετούν 74 δικαστικοί αστυνομικοί – αριθμός που συγκαταλέγει την πόλη στους μεγαλύτερους δικαστικούς σταθμούς της χώρας – το προσωπικό της παρέμενε άοπλο, εξαιτίας της απουσίας κατάλληλου χώρου οπλοστασίου εντός του Δικαστικού Μεγάρου Θεσσαλονίκης.
Η έλλειψη αυτή οδήγησε σε σοβαρό λειτουργικό έλλειμμα, ιδιαίτερα σε μια πόλη όπως η Θεσσαλονίκη, όπου οι υποθέσεις με γνωστούς ποινικούς, η αυξημένη παρουσία κατηγορουμένων υπό αυστηρή επιτήρηση και οι πολυπληθείς συνεδριάσεις δημιουργούν συνθήκες που απαιτούν αυξημένα μέτρα ασφαλείας. Ωστόσο, από σήμερα, Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου, η εικόνα αυτή αλλάζει ριζικά. Δημιουργήθηκε και τέθηκε σε λειτουργία οπλοστάσιο εντός του Δικαστικού Μεγάρου, γεγονός που συνοδεύτηκε από την έγκριση της αρμόδιας εισαγγελικής αρχής.
Οι δικαστικοί αστυνομικοί της Θεσσαλονίκης είναι πλέον εξοπλισμένοι με αλεξίσφαιρα γιλέκα, γκλοπ και όπλα, αποκτώντας πλήρη επιχειρησιακή ιδιότητα. Η εξέλιξη αυτή καλύπτει ένα κρίσιμο κενό ασφάλειας και σηματοδοτεί την πρώτη φάση πραγματικής ενοποίησης της υπηρεσίας με τα υπόλοιπα δικαστικά κέντρα της χώρας.
Η Δικαστική Αστυνομία έχει ήδη συγκροτηθεί και σε άλλες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας. Στην Κατερίνη υπηρετούν τρία άτομα, στη Φλώρινα επίσης τρία, ενώ στην Κοζάνη ο αριθμός ανέρχεται σε οκτώ. Η πανελλαδική της διάρθρωση αφορά κάθε Εισαγγελία Πρωτοδικών και Εφετών, καταδεικνύοντας την πρόθεση για πλήρη κάλυψη του δικαστικού χάρτη της χώρας. Ωστόσο, οι απολαβές των εργαζομένων παραμένουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, καθώς ο καθαρός μισθός δεν υπερβαίνει τα 782 ευρώ μηνιαίως.