Ο καθηγητής Νεοτεκτονικής και Παλαιοσεισμολογίας στο Τμήμα Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τονίζει πως σεισμοί ανάλογου μεγέθους σε μια περιοχή που εξαιτίας των πολλών ηφαιστείων της αποκαλείται και ως «Δακτύλιος της Φωτιάς» έχουν σημειωθεί και στο πρόσφατο παρελθόν, ωστόσο ο κίνδυνος ακόμη δεν έχει ξεπεραστεί εντελώς δεδομένου ότι ήδη από χθες αλλά και το επόμενο διάστημα καταγράφονται μετασεισμοί που φτάνουν μέχρι και το μέγεθος των 6,3 Ρίχτερ, ενώ δεν αποκλείεται να φτάσουν ακόμη και τα 7,5 Ρίχτερ.
«Αναμφισβήτητα πρόκειται για έναν πολύ ισχυρό σεισμό σε μια περιοχή που ονομάζεται και ''Δακτύλιος της Φωτιάς'' ή αλλιώς ''Υπερ-ειρηνικός Δακτύλιος'' και η οποία τον περασμένο αιώνα κιόλας έχει δώσει ισχυρές δονήσεις πάνω από 8 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ. Μάλιστα τον ισχυρότερο τον έδωσε το 1952 οπότε και άγγιξε το μέγεθος 9 βαθμών καθώς εκτός όλων των άλλων η Χερσόνησος Καμτσάτκα είναι και ιδιαίτερα ηφαιστειογενής», αναέφερε αρχικά ο κ. Παυλίδης και πρόσθεσε για τον χτεσινό σεισμό: «Ευτυχώς φάνηκε να απέχει περί τα 100 με 200 χιλιόμετρα από τις ακτές και τις κατοικημένες περιοχές. Δεν ξέρουμε ακόμη τι επιπτώσεις είχε, αλλά εκείνο που ήταν εντυπωσιακό ήταν ότι δόθηκε προειδοποίηση για τσουνάμι - το οποίο έφτασε τα 3 με 4 μέτρα και θεωρείται φυσιολογικό για την ώρα - πολύ πολύ γρήγορα. Έγιναν πολύ καλοί υπολογισμοί διότι στον Ειρηνικό υπάρχει ένα εξαιρετικό δίκτυο προειδοποίησης για Τσουνάμι από Ιάπωνες και Αμερικανούς και δόθηκαν σωστές οδηγίες. Διότι για να φτάσει στην Ιαπωνία και στην Αλάσκα ήθελε πάνω από δύο ώρες, οπότε υπάρχει χρόνος προειδοποίησης αλλά και άμεσης απομάκρυνσης. Δεν έγινε μόνο πρόβλεψη, αλλά και εκτίμηση σχετικά με το τι ώρα θα φτάσει το κύμα σε κάθε περιοχή.
Στα νησιά της Χαβάης επίσης υπήρξε ακρίβεια, ευτυχώς όμως για την ώρα δεν φαίνεται ότι ο κύριος σεισμός έδωσε μεγάλο τσουνάμι. Ειδικά αν σκεφτούμε ότι στην Ιαπωνία το κύμα έφτασε το 1 μέτρο».
Επικίνδυνοι οι μετασεισμοί - Ενδέχεται να φτάσουν και τους 7,5 βαθμούς
Αναφερόμενος στη σεισμική ακολουθία που σημειώθηκε τόσο πριν όσο και μετά από τον κύριο σεισμό μεγέθους 8,8 βαθμών, ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός σημείωσε πως «πράγματι, υπήρξαν αρκετοί προσεισμοί πριν από τον κύριο σεισμό που έφτασαν μέχρι και τους 5,7 βαθμούς, καθώς επίσης και πολλοί μετασεισμοί που μέχρι στιγμής φτάνουν τους 6,3 με 6 βαθμούς, αλλά που μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα 7,5 Ρίχτερ. Και ξέρετε, αυτοί οι σεισμοί είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι για την περιοχή καθώς με τον τρόπο αυτό ενεργοποιείται ένα ρήγμα σε πολύ μεγάλη έκταση. Ένας ρήγμα με εύρος μερικά χιλιάδες χιλιόμετρα».
Δεν έχει περάσει ακόμη η ανησυχία για μεγάλο τσουνάμι
Έχει περάσει ο φόβος για ένα καταστροφικό τσουνάμι για τις δεκάδες ακτές που επηρεάζει η σεισμική δραστηριότητα στη χερσόνησο Καμτσάτκα; Σύμφωνα με τον Σπύρο Παυλίδη «Ναι, σχετικά με το τσουνάμι του κύριου σεισμού, ο κίνδυνος έχει περάσει. Ωστόσο είναι δεδομένο ότι θα δίνονται ειδοποιήσεις και για τους υπόλοιπους που θα ακολουθήσουν. Όπως καταλαβαίνετε όταν έχουμε ένα μετασεισμό 6,3 που μπορεί να φτάσει και το 7,5, τα πράγματα δεν μπορεί να είναι εύκολα. Εξάλλου έχει συμβεί και στο παρελθόν να μην έχουμε μεγάλο τσουνάμι από τον κύριο σεισμό, αλλά να προκληθεί από μετασεισμό. Διότι αυτού του είδους οι δονήσεις διεγείρουν ταυτόχρονα μεγάλες κατολισθήσεις και από ένα τέτοιο φαινόμενο μπορεί να προκληθεί ένα ακόμη μεγαλύτερο τσουνάμι.
Οπότε σε κάθε μετασεισμό θα ακολουθούν προειδοποιήσεις, διότι ο κίνδυνος δεν έχει περάσει. Συνεχίζει να διατηρείται από τους μετασεισμούς και αφορούν όλες τις ακτές του Ειρηνικού. Από τη Βόρεια και Νότια Αμερική, μέχρι την Καμτσάτκα και την Ιαπωνία, από τις Φιλιππίνες μέχρι την Ινδονησία, παντού θα υπάρχει συναγερμός για τη λήψη προληπτικών μέτρων. Καθώς σε κάποιες περιπτώσεις το τσουνάμι μπορει να φτάσει σε 1 με 2 μέτρα και να μην είναι τόσο καταστροφικό, όμως σε κάποιες άλλες μπορεί να ειναι».
Η σύγκρουση των λιθοσφαιρικών πλακών
Επιπλέον απαντώντας στην ερώτηση για το αν ο κύριος σεισμός, συγκαταλέγεται πλέον στην πεντάδα των ισχυρότερων σεισμών που έχουν γίνει ποτέ στον πλανήτη, ο καθηγητής ο καθηγητής Νεοτεκτονικής και Παλαιοσεισμολογίας σημειώνει στα Μακεδονικά Νέα πως «συνήθως στους ισχυρότερους πέντε σεισμούς, συγκαταλέγουμε αυτούς που έχουν γίνει από 9 βαθμούς και πάνω. Αναμφισβήτητα όμως πρόκειται για έναν πάρα πάρα πολύ ισχυρό σεισμό. Κι έχουν γίνει αρκετοί τέτοιοι. Και αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο, διότι η πλάκα του Ειρηνικού κινείται με πολύ μεγάλες ταχύτητες που φτάνουν ακόμη και τα 8 με 7 εκατοστά μετακίνησης τον χρόνο.
Η ταχύτητα κίνησης λοιπόν είναι πολύ μεγάλη, όπως και η σύγκρουση των λιθοσφαιρικών πλακών είναι ιδιαιτέρως γνωστή στον "Δακτύλιο της Φωτιάς" όπως ονομάζουμε την περιοχή, λόγω των πολλών ηφαιστείων που διαθέτει».
Τσουνάμι, ή θαλάσσιο σεισμογενές κύμα ή κυματοσυρμός
Σε μια ιδιαίτερη ανάρτηση που έκανε στο προσωπικό προφίλ που διατηρεί σε ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης, λίγη ώρα μετά τον κύριο σεισμό μεγέθους 8,8 βαθμών ο Σπύρος Παυλίδης αναφέρθηκε εκτενώς στο τσουνάμι, αλλά και τους λόγους που το προκαλούν.
«Επικράτησε η ιαπωνική ονομασία (τσου- και νάμι, κύμα του λιμανιού). Ονομάζεται και «μοναχικό οδεύον κύμα» μεγάλης ενέργειας ή «σολιτόνιο κύμα», που εμφανίζεται από το «πουθενά», ταξιδεύει γρήγορα μόνο του και προσπαθεί να διαδοθεί παντού. Εμφανίζεται συνήθως με καλό καιρό, πλήττει τις ακτές για λίγα μόνο λεπτά και πριν και μετά από αυτό η θάλασσα συνεχίζει να έχει τη συνηθισμένη δραστηριότητα της με μικρό ή μεγάλο κυματισμό, σαν να μη συνέβη τίποτα. Δεν έχει σχέση με τις παλίρροιες, γι’ αυτό είναι λάθος να ονομάζεται παλιρροϊκό, ούτε με τη δράση της βαρύτητας καθώς δεν είναι «κύμα βαρύτητας.
Το κύμα τσουνάμι (tsunami) δεν έχει καμία σχέση με τα μεγάλα θαλάσσια κύματα του ωκεανού που οφείλουν τη δημιουργία τους σε ατμοσφαιρική επίδραση και εξαφανίζονται στα 10 με 20 μέτρα βάθος νερού. Τα τσουνάμι είναι κύματα που δημιουργούνται σε ανοικτές θάλασσες λόγω υποθαλάσσιων σεισμών ή/και κατολισθήσεων, οι οποίοι μετακινούν όγκους νερού ανάλογα με το βάθος της θάλασσας. Ενώ στα ανοικτά η ταχύτητα των κυμάτων αυτών είναι πολύ μεγάλη (έως 800 km/h), στα ρηχά μειώνεται, με αποτέλεσμα την αύξηση του ύψους τους.
Η ταχύτητα διάδοσης (c) τους εξαρτάται από το βάθος του πυθμένα και σε πρώτη προσέγγιση δίνεται από τη σχέση: c= (τετραγωνική ρίζα της επιτάχυνσης βαρύτητας g = 9.8 ms-1, X h: βάθος νερού)
Το τσουνάμι είναι κύμα περιόδου της τάξης 10-60 min και σε ωκεανό βάθους 4.000 m αναπτύσσει ταχύτητες 200 m/sec, ξεπερνά τα 700 km/h. Στις ακτές πλησιάζει με ταχύτητες 90-50 km/h, ενώ τα παράκτια εδάφη τα πλήττει με 40-30 km/h.
Το τσουνάμι είναι ένα στιγμιαίο κύμα ορμής που δημιουργείται από τη βίαιη ανακατάταξη των πετρωμάτων στο βυθό του ωκεανού, συνήθως μετά από ισχυρό σεισμό.
Αποτελείται από μια τεράστια στήλη νερού, που πολλές φορές ξεπερνά και τα 1.000 μέτρα. Είναι μια σειρά επιμέρους σύμφωνων κυμάνσεων, (κυματοσυρμός) που «ενώνουν» τα μόρια νερού, τα οποία μ’ αυτόν τον τρόπο αποκτούν «μνήμη σύνδεσης», και σαν συρμός κυμάνσεων κινείται μεταφέροντας τεράστια ενέργεια, περίπου στο 1/10 του σεισμού που το προκάλεσε.
Έχει μεγάλο μήκος, της τάξης πολλών χιλιομέτρων και μικρό πλάτος κύματος όταν διατρέχει τον ωκεανό. Το μήκος, το πλάτος και η ταχύτητα του θηριώδους αυτού κύματος μεταβάλλονται συνεχώς καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής του, αφού εξαρτώνται από το βάθος και τις γεωμορφολογικές ανωμαλίες του θαλάσσιου πυθμένα. Καμιά μαθηματική σχέση δεν μπορεί να περιγράψει πλήρως αυτή την κίνηση, αν και ευφυή μοντέλα σε υπολογιστές την προσεγγίζουν ικανοποιητικά και ερμηνεύουν τα περισσότερα εμπειρικά δεδομένα και μετρήσεις.
Παράλληλα, ένας πολύπλοκος εσωτερικός στροβιλισμός ανασκάπτει το βυθό, ανασηκώνει άμμο και μικροοργανισμούς και το κύμα, σαν μαύρος τοίχος, ακολουθεί τη μοναχική του πορεία. Το τσουνάμι είναι ένα «μοναχικό κύμα υψηλής ταχύτητας και χαμηλών απωλειών ενέργειας» που θα μπορούσε να ταξιδεύει γύρω από τη γη πολλές φορές, αν υπήρχαν κατάλληλες συνθήκες χωρίς τριβές και εμπόδια.
Όταν όμως φτάνει σε ρηχές θάλασσες, ανυψώνεται γιατί η βάση του αλληλεπιδρά με τον πυθμένα, λόγω της τριβής μειώνεται η ταχύτητά του, μεγαλώνει το πλάτος του (δηλαδή το ύψος του) όπως προαναφέρθηκε, θεριεύει, διαθλάται, ανακλάται, στροβιλίζεται και ξεσπά στις ακτές με τη μορφή «κεφαλής κόμπρας», όπως πολύ εύστοχα πολλοί αυτόπτες μάρτυρες το περιγράφουν, εκτονώνοντας όση ενέργεια του απέμεινε. Τότε η φύση «σκοτώνει» άμεσα και ανελέητα τα παιδιά της, ζωντανά του βυθού, κοινωνίες κοραλλιών στα αβαθή, φύκια και όσους ζωικούς οργανισμούς δεν μπορέσουν να ξεφύγουν από τη χερσαία ακτίνα δράσης του, η οποία μπορεί να είναι από λίγα μέτρα ως λίγα χιλιόμετρα. Το τσουνάμι σκοτώνει λοιπόν άμεσα και όχι έμμεσα όπως οι σεισμοί, που προκαλούν θανάτους και τραυματισμούς κυρίως στα δημιουργήματα του ανθρώπου, δηλαδή τα κτίρια, που πλήττονται εξαιτίας του σεισμού, παθαίνουν ζημιές ή καταρρέουν. Τα ζώα και ο πρωτόγονος άνθρωπος δεν κινδύνευσαν σχεδόν ποτέ από σεισμούς.
Αυτή είναι μια σύντομη και όσο γίνεται πιο κατανοητή περιγραφή του φαινομένου τσουνάμι ή θαλάσσιο σεισμικό κύμα, που περιέχει μέσα της όλη την επιστημονική, εμπειρική και μαθηματική έκφραση. (απο το βιβλιο το ΓΕΩΣΥΣΤΗΜΑ ΓΑΙΑ, Σπ. Παυλίδη κ Αλ. Χατζηπέτρου Liberal Books 2018).
Σχήμα Μήκη και πλάτη του κύματος τσουνάμι στην ανοιχτή (βαθιά) και ρηχή θάλασσα».