Όπως αναφέρει το αμερικανικό ΜΜΕ, η συζήτηση πραγματοποιήθηκε υπό άκρα μυστικότητα στο Σαρμ ελ-Σέιχ, έπειτα από προσωπική έγκριση του Αμερικανού προέδρου προς τον Στιβ Γουίτκοφ και τον στενό του συνεργάτη, Τζάρεντ Κούσνερ. Οι δύο άνδρες έλαβαν την εντολή να προχωρήσουν σε απευθείας επαφή με τη Χαμάς, εφόσον κάτι τέτοιο κρινόταν απαραίτητο για να ολοκληρωθεί η συμφωνία.
Μία από τις βασικές δυσκολίες που καθυστερούσαν τη διαδικασία ήταν ο φόβος των ηγετών της Χαμάς ότι το Ισραήλ θα επανεκκινούσε τον πόλεμο μόλις απελευθερώνονταν οι όμηροι. Για να αρθεί αυτό το εμπόδιο, οι Γουίτκοφ και Κούσνερ ανέλαβαν να διαβεβαιώσουν προσωπικά τους εκπροσώπους της οργάνωσης ότι ο Τραμπ δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο, εφόσον η Χαμάς τηρούσε τους όρους της συμφωνίας.
Σύμφωνα με το Axios, το απόγευμα της Τετάρτης, γύρω στις 11 τοπική ώρα, οι Καταριανοί μεσολαβητές επισκέφθηκαν τον Γουίτκοφ σε ξενοδοχείο. Όπως ανέφεραν, οι διαπραγματεύσεις είχαν περιέλθει σε αδιέξοδο και πρότειναν να γίνει απευθείας συνάντηση με τους ηγέτες της Χαμάς. Λίγα λεπτά αργότερα, οι δύο απεσταλμένοι μπήκαν σε μια άλλη βίλα, όπου τους περίμεναν οι επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών της Αιγύπτου και της Τουρκίας, ανώτεροι Καταριανοί αξιωματούχοι και τέσσερις κορυφαίοι ηγέτες της Χαμάς, με επικεφαλής τον Χαλίλ αλ-Χάγια, ο οποίος είχε επιβιώσει από απόπειρα ισραηλινού πλήγματος στην Ντόχα τρεις εβδομάδες νωρίτερα.
Η συνάντηση διήρκησε περίπου 45 λεπτά. Σύμφωνα με μία από τις πηγές, ο Γουίτκοφ είπε στους αξιωματούχους της Χαμάς ότι είχε έρθει η ώρα να ξεκινήσει η πρώτη φάση της συμφωνίας και να «επιστρέψουν οι άνθρωποι στα σπίτια τους και στις δύο πλευρές των συνόρων».
Μετά τη λήξη της συνάντησης, οι ηγέτες της Χαμάς συνομίλησαν ξεχωριστά με τους μεσολαβητές από την Αίγυπτο, το Κατάρ και την Τουρκία. Λίγα λεπτά αργότερα, ο αρχηγός της αιγυπτιακής υπηρεσίας πληροφοριών, Χασάν Ρασάντ, επέστρεψε με τους Τούρκους και Καταριανούς ομολόγους του, ανακοινώνοντας: «Με βάση όσα ειπώθηκαν στη συνάντηση, έχουμε συμφωνία».