Ο Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης-ΕΕνΟΕ, τονίζει ότι το κλειδί της επόμενης ημέρας στη Γαλλία ενδεχομένως να βρίσκεται στη σύγκληση με το στρατόπεδο των Σοσιαλιστών οι οποίοι δηλώνουν έτοιμοι να κυβερνήσουν, προτείνοντας παράλληλα μέτρα εξόδου από την κρίση και λύσεις του γόρδιου δεσμού που ακούν στο όνομα «προϋπολογισμός» και πλησιάζουν στα πρότυπα του σχεδίου που κατάρτισε ο προκάτοχος του 39χρονου Λεκορνί, Φρανσουά Μπαϊρού.
Παράλληλα τονίζει πως η νέα κυβέρνηση που διορίζει ο Μακρόν έχει ανάγκη του Σοσιαλιστές εάν θέλει εξασφαλίσει μια σχετική βιωσιμότητα και να μην έχει την τύχη των Μπαϊρού και Μπαρνιέ. Επίσης, υπογραμμίζει πως εκτός της Γαλλίας, πολλές χώρες της ΕΕ δείχνουν να διανύουν μια περίοδο κατακερματισμού του πολιτικού τους συστήματος, έτσι τουλάχιστον όπως το γνωρίζαμε τουλάχιστον μέχρι τώρα, με τα ακροδεξιά κόμματα να δείχνουν ανοδικές τάσεις αλλά προς το παρόν να λειτουργούν απομονωμένα από το υπόλοιπο σύστημα.
Συνέντευξη στον Θωμά Καλέση
-Κύριε Τσίκα οι πολιτικές προβλέψεις στη Γαλλία επιβεβαιώθηκαν. Η κυβέρνηση Μπαϊρού έπεσε, ο Σεμπαστιάν Λεκορνί αναλαμβάνει. Ποια μπορεί να είναι η επόμενη ημέρα στη χώρα;
Καταρχάς θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στο γαλλικό πολιτικό σύστημα αυτός που έχει τις σημαντικές εξουσίες είναι ο πρόεδρος και όχι ο πρωθυπουργός. Επομένως δεν κλονίζεται το πολιτικό σύστημα σε αυτόν τον βαθμό, όσο θα κλονιζόταν σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα από την πτώση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού.
Δηλαδή, ο ένας ισχυρός βραχίονας της εκτελεστικής εξουσίας που είναι ο πρόεδρος, παραμένει και επέλεξε έναν βασικό υπουργό για την πρωθυπουργία που έχει επιβιώσει όλων των ανασχηματισμών και θεωρείται πως βρίσκεται πολύ κοντά στον Μακρόν. Στόχος του Προέδρου άλλωστε, είναι αυτή η κυβέρνηση ή και κάποια άλλη εάν παραστεί ανάγκη να προχωρήσει, χωρίς να χρειαστεί να πάει σε βουλευτικές εκλογές τουλάχιστον μέχρι το 2027 που είναι προγραμματισμένες οι προεδρικές, ώστε να γίνουν ταυτόχρονα.
Δεν ξέρουμε αν θα το πετύχει, ωστόσο αυτός είναι ο στόχος του. Διότι αν πήγαινε τώρα σε βουλευτικές, αυτό ενδεχόμενως να οδηγούσε σε μεγαλύτερο κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων και στη νέα Εθνοσυνέλευση, άρα και πιο δύσκολος ο σχηματισμός κυβέρνησης, παρά το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν μεγάλη άνοδο της Μαρίν Λεπέν.
Εκεί πάντως που φαίνεται ότι υπάρχουν ορισμένες αμυδρές ελπίδες για στήριξη της νέας κυβέρνησης είναι στον χώρο των Σοσιαλιστών, οι οποίοι εδώ και αρκετό καιρό έχουν αποστασιοποιηθεί από τη λαϊκιστική αριστερά του Μελανσόν και από τη συμμαχία που είχε επικεφαλής τον ίδιο.
Μέσα στο καλοκαίρι, ο ηγέτης των Σοσιαλιστών επίσης τόνισε χαρακτηριστικά ότι «είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε», που αποτελεί ισχυρή δήλωση, ενώ παράλληλα πρότειναν κι ένα πακέτο μέτρων αντίστοιχο με αυτό που πρότεινε ο Μπαϊρού και με μεταρρυθμίσεις και με περικοπές. Βέβαια, όχι του ίδιου μεγέθους με τον μέχρι πρότινος πρωθυπουργό της Γαλλίας που πρότεινε μέτρα ύψους 44 δισ. ευρώ αλλά 22 δισ, ωστόσο δείχνουν ότι είναι ανοιχτοί σε μια συζήτηση ανάληψης ευθυνών. Και αυτό σε σχέση και με το οικονομικό θέμα, γίνεται για τον εξής λόγο: Δεν είναι εύκολο για δυνάμεις που θέλουν να δείξουν ότι είναι κυβερνητικά υπεύθυνες, να χρεωθούν συνεχόμενες πτώσεις κυβερνήσεων και μια παρατεταμένη ακυβερνησία, ειδικά τη στιγμή που η γαλλική οικονομία βρίσκεται σε αυτή την πολύ δύσκολη συγκυρία. Με ένα πολύ μεγάλο χρέος και ένα πολύ μεγάλο έλλειμμα άπαντες κατανοούν ότι κάποιο μείγμα μέτρων θα πρέπει να ληφθεί. Άρα είναι πολύ πιθανό μια επιλογή ενός κατάλληλου πρωθυπουργού και η διαπραγμάτευση για ένα κατάλληλο μείγμα μέτρων, να οδηγήσει σε μια στοιχειώδη κυβερνητική βιωσιμότητα.
Δεν ξέρω αν ο Λεκορνί θα προχωρήσει σε τέτοιου είδους συγκλίσεις αν και δεν προέρχεται από αυτόν τον πολιτικό χώρο, ωστόσο δεν αποκλείεται να το κάνει, καθώς τούτη την ώρα φαίνεται πως χρειάζεται συμμάχους. Είναι δύσκολο, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Έτσι κι αλλιώς η κυβέρνηση Μπαϊρού, ήταν μια κυβέρνηση μειοψηφίας. Εστερνιζόταν κυρίως τον κεντρώο συνασπισμό του Μακρόν και την κλασσική δεξιά. Άρα εδώ φαίνεται ότι χρειάζεται μάλλον μια λύση που θα στηριχθεί και από τους Σοσιαλιστές και από την Κεντροδεξιά για να υπάρχει μια σχετική βιωσιμότητα. Εδώ μάλιστα αξίζει να σημειώσουμε ότι με το γαλλικό πολιτικό σύστημα, ο πρωθυπουργός και η νέα κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένοι να ζητήσουν ψήφο εμπιστοσύνης, αλλά θα πρέπει να μπορούν να επιβιώσουν σε μια ενδεχόμενη πρόταση μομφής από την αντιπολίτευση.
Είναι δύσκολες οι καταστάσεις, αλλά υπάρχουν παράθυρα.
-Ακόμα κι έτσι πάντως ο Εμανουέλ Μακρόν δείχνει αυτή τη στιγμή να είναι στριμωγμένος στα... σχοινιά. Όχι μόνο εντός του κοινοβουλίου αλλά και στην κοινή γνώμη. Η θητεία του λήγει το 2027 και από εκεί και μετά δεν έχει δικαίωμα να ξαναβάλει υποψηφιότητα. Μπορεί να κάνει κάτι για να αλλάξει ουσιαστικά την εικόνα της χώρας μέχρι τότε; Δύο χρόνια είναι πολλά για να σέρνεται σε μια χώρα όπως η γαλλία ένα τέτοιο ασταθές πολιτικό περιβάλλον.
Πράγματι ένα τμήμα της κοινωνίας έχει πολωθεί εναντίον του και το γεγονός ότι τελειώνει η θητεία του το 2027 και χωρίς να έχει τη δυνατότητα επανεκλογής με βάση το γαλλικό σύστημα, δείχνει ότι δημιουργεί αναστάτωση αυτή τη στιγμή.
Άπαντες τώρα δηλαδή, ψάχνουν να βρουν τις διάδοχες λύσεις και αυτό δυσκολεύει ως έναν βαθμό και τις συναινέσεις. Διότι γνωρίζουν ότι εκτός από βουλευτικές εκλογές θα έρθουν και οι προεδρικές που στη Γαλλία είναι και οι πιο σημαντικές. Επομένως όλο το σύστημα βρίσκεται σε έναν αναβρασμό.
Διότι σου λένε οι Γάλλοι «ο Μακρόν τελειώνει. Τι δυνάμεις και τι προσωπικότητες πρέπει να αναδειχθούν για να διεκδικήσουν την εξουσία;» και αυτό περιπλέκει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Βέβαια ο ίδιος ο Μακρόν έχει δηλώσει κι εγώ θεωρώ ότι αυτό θα κάνει, πως δεν πρόκειται να παραιτηθεί. Θα πάει μέχρι το τέλος της θητείας του που είναι το 2027.
-Δύο ερωτήματα που αφορούν την ΕΕ. Το πρώτο: Κατά πόσο αυτός ο αναβρασμός σε μια σημαντική χώρα που θεωρείται πυλώνας σταθερότητας της Ένωσης όπως είναι η Γαλκλία μπορεί να προκαλέσει σημάδια αποσταθεροποίησης σε ολόκληρο το οικοδόμημα της Ευρώπης; Και το δεύτερο: Πού βαδίζει τελικά πολιτικά η Ευρώπη; Στη Γερμανία το AfD φαίνεται να ανεβαίνει σταδιακά, στη Γαλλία υπάρχει πολιτική και οικονομική κρίση και στο βάθος... Μαρίν Λεπέν. Και στη Μεγάλη Βρετανία ο Στάρμερ φαίνεται να περνά δύσκολες στιγμές από τις οποίες επωφελείται ο Φάραντζ.
Σίγουρα ό,τι συμβαίνει στη Γαλλία επηρεάζει και την ΕΕ. Πρόκειται για μια κεντρική χώρα, πολύ σημαντική για την Ένωση, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, πυρηνική δύναμη και δεύτερη σε μέγεθος οικονομία της ΕΕ, μια χώρα που μαζί με την Γερμανία αποτελούν την ατμομηχανή του οικοδομήματος της Ευρώπης. Άρα σίγουρα θα υπάρχει μια επίδραση στο εσωτερικό της Ένωσης παρά το γεγονός ότι πρέπει να παρατηρήσει κανείς, ότι σε όλες τις Συνόδους αυτός που εκπροσωπεί τη χώρα είναι ο πρόεδρος.
Άρα υπό αυτή την έννοια, παραμένει μια κάποια σταθερότητα.
Από εκεί και πέρα το μεγάλο ζήτημα πολλών χωρών της ΕΕ είναι ότι έχει επέλθει ένας κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος που σημαίνει ότι για να σχηματιστούν πλέον κυβερνήσεις χρειάζονται από τρία κόμματα και πάνω. Και αυτό είναι βέβαιο ότι δημιουργεί επιπλοκές και μάλιστα σε μια περίοδο που γεωπολιτικά δεν είναι θετική.
Έχουμε την συνεχιζόμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έχουμε έναν απρόβλεπτο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ κοκ. Δεν είναι δηλαδή ότι έχεις μια περίπλοκη κατάσταση στην Ευρώπη αλλά το υπόλοιπο περιβάλλον είναι ήρεμο. Και πράγματι αυτό μπορεί να επηρεάσει.
Κι εκεί βάζω και την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων, τα οποία όμως η αλήθεια είναι ότι συνεχίζουν σε κάποιο βαθμό να είναι απομονωμένα από το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα. Δηλαδή στις περισσότερες χώρες δεν τα περιλαμβάνουν ως πιθανούς κυβερνητικούς εταίρους. Μπορεί δηλαδη να υπάρχουν συμμαχίες, ωστόσο αυτές αποκλείουν τουλάχιστον προς το παρόν τις δυνάμεις της ακροδεξιάς.