«Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να συνεχίσει τις συζητήσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες πέραν της τρέχουσας πρότασης κοινής δήλωσης και, εάν χρειαστεί, πέραν της προθεσμίας της 7ης Αυγούστου», ανέφερε η κυβέρνηση της Ελβετίας.
Υπενθυμίζεται πως την περασμένη εβδομάδα και με την ανακοίνωση των δασμών του 39% για την Ελβετία, ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ εξέπληξε τους αναλυτές που ανέμεναν μια συμφωνία μεταξύ των δύο κρατών.
Ομάδες βιομηχανιών και ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τις πιθανές επιπτώσεις στις επιχειρήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας.
«Ήταν κάτι πολύ περισσότερο από έκπληξη. Όλοι μας σοκαριστήκαμε», δήλωσε ο Γιαν Άττεσλαντερ, επικεφαλής του τμήματος διεθνών σχέσεων και μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Economiesuisse στο CNBC.
Θα είναι δύσκολο για τις ελβετικές επιχειρήσεις να αντισταθμίσουν τον αντίκτυπο ενός δασμού 39%, πρόσθεσε. «Ένας τόσο υψηλός συντελεστής για πολλές εταιρείες θα διακόψει απλώς το εμπόριο, και είμαστε πεπεισμένοι ότι μια συμφωνία είναι ακόμα καλύτερη για τις δύο πλευρές από την απλή διακοπή του εμπορίου».
Αναλυτές της UBS υποστήριξαν την Παρασκευή ότι ο άμεσος αντίκτυπος των νέων δασμών στην συνολική ελβετική χρηματιστηριακή αγορά θα είναι «αρνητικός, αλλά όχι καταστροφικός». Επισήμαναν ότι οι εταιρείες που θα πληγούν περισσότερο θα είναι οι κατασκευαστές ρολογιών και μηχανημάτων, ορισμένες επιχειρήσεις ιατρικής τεχνολογίας και μικρότερες εταιρείες που εξαρτώνται περισσότερο από τις εξαγωγές.
Έχουν επίσης εκφραστεί φόβοι για τις οικονομικές προοπτικές της Ελβετίας σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας.
Το «ταμείο»
Το Reuters σημειώνει πως δασμοί πρόκειται να τεθούν σε ισχύ την Πέμπτη, δίνοντας στη χώρα, η οποία θεωρεί τις ΗΠΑ ως την κορυφαία εξαγωγική αγορά για φαρμακευτικά προϊόντα, ρολόγια, μηχανήματα και σοκολάτες, ένα μικρό παράθυρο για να επιτύχει μια καλύτερη συμφωνία.
Ο Λευκός Οίκος δήλωσε την Παρασκευή ότι προχώρησε σε αυτή την κίνηση λόγω της άρνησης της Ελβετίας να κάνει «ουσιαστικές παραχωρήσεις» καταργώντας τους εμπορικούς φραγμούς, χαρακτηρίζοντας τις τρέχουσες εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών «μονομερείς».
Ωστόσο, οι ηγέτες της ελβετικής βιομηχανίας και οι πολιτικοί δυσκολεύονται να κατανοήσουν γιατί η χώρα τους επιλέχθηκε.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι επιδιώκει την επανεξισορρόπηση του παγκόσμιου εμπορίου, υποστηρίζοντας ότι οι τρέχουσες εμπορικές σχέσεις είναι σε βάρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Και η Ελβετία είχε πέρυσι εμπορικό πλεόνασμα 38,5 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (48 δισεκατομμύρια δολάρια) με τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, η Ελβετίδα πρόεδρος Κάριν Κέλερ-Σούτερ δήλωσε την Παρασκευή στο Reuters ότι η Ελβετία έχει παραχωρήσει στις ΗΠΑ σχεδόν αφορολόγητη πρόσβαση στην αγορά της και ότι ελβετικές εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει πολύ σημαντικές άμεσες επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Ο Πρόεδρος (Τραμπ) εστιάζει πραγματικά στο εμπορικό έλλειμμα, επειδή πιστεύει ότι αυτό αποτελεί ζημία για τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε στο Reuters.
Η ΕΕ, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, οι οποίες έχουν διαπραγματευτεί δασμούς 15% με την Ουάσινγκτον, έχουν όλες μεγαλύτερα εμπορικά πλεονάσματα με τις ΗΠΑ - περίπου 235 δισεκατομμύρια δολάρια για την ΕΕ, 70 δισεκατομμύρια δολάρια για την Ιαπωνία και σχεδόν 56 δισεκατομμύρια δολάρια για τη Νότια Κορέα.