Το 2025, οι ταξιδιώτες κλείνουν τις διακοπές τους με ένα swipe, περιμένουν εξατομικευμένες υπηρεσίες και αξιολογούν την εμπειρία τους πριν ακόμα κάνουν check-out.
Κι όμως, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας -και όχι μόνο- ο τουριστικός κλάδος επιμένει να λειτουργεί με χειρόγραφες κρατήσεις, απαρχαιωμένες ιστοσελιδες και Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αφημένα στην τύχη τους. Γιατί λοιπόν, στην εποχή της άμεσης συνδεσιμότητας, η ψηφιακή μετάβαση στον τουρισμό εξακολουθεί να καθυστερεί;
Η αλήθεια είναι ενοχλητική, αλλά αναγκαία: η καθυστέρηση στην ψηφιακή αναβάθμιση είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοπροκαλούμενη. Παρότι υπάρχουν γενικότερα προβλήματα υποδομών και πολιτικής, ένα σημαντικό μέρος της ευθύνης βαραίνει τις μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις. Πολλοί ιδιοκτήτες μικρών καταλυμάτων, ξενώνων ή τουριστικών δραστηριοτήτων, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τα ψηφιακά εργαλεία ως κάτι προαιρετικό - κι όχι ως απαραίτητο στοιχείο λειτουργίας. Αυτή η νοοτροπία εγκυμονεί κινδύνους για το συνολικό τουριστικό εγχώριο προϊόν.
Ψηφιοποίηση ίσον ποιότητα
Ας δούμε τα δεδομένα. Οι αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα έχουν σημειώσει σταθερή άνοδο, ειδικά μετά την πανδημία, φτάνοντας σε ιστορικά υψηλά το 2023 και το 2024. Όμως η επιφανειακή αυτή επιτυχία κρύβει ένα βαθύτερο πρόβλημα: περισσότεροι επισκέπτες δεν σημαίνουν απαραίτητα περισσότερα κέρδη. Ο τουρισμός πλέον δεν είναι παιχνίδι όγκου· είναι παιχνίδι ποιότητας. Οι ταξιδιώτες περιμένουν άψογες εμπειρίες, από mobile check-in έως προτάσεις με βάση την τεχνητή νοημοσύνη και προσωποποιημένα πλάνα. Όλα αυτά προϋποθέτουν σύγχρονα ψηφιακά συστήματα, εκπαιδευμένο προσωπικό και στρατηγικό σχεδιασμό. Δυστυχώς, πολλές μικρές επιχειρήσεις απλώς αντιδρούν — δεν σχεδιάζουν.
Μία βασική πρόκληση είναι η απροθυμία για επένδυση. Πολλοί μικροί πάροχοι τουριστικών υπηρεσιών εξακολουθούν να βλέπουν την τεχνολογία -όπως τα συστήματα κρατήσεων, τα CRM ή τα εργαλεία revenue management- ως πολυτέλεια και όχι ως βασικά εργαλεία. Αυτή η βραχυπρόθεσμη λογική τους κοστίζει ακριβά. Εξαρτώνται αποκλειστικά από μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες κρατήσεων, χωρίς να αναπτύσσουν τα δικά τους ψηφιακά κανάλια ή να χτίζουν το brand τους. Έτσι, καταλήγουν να είναι απλώς «μια ακόμα επιλογή», κι όχι προορισμός.
Το ίδιο ισχύει και για την έλλειψη εκπαίδευσης και ψηφιακού αναλφαβητισμού. Ακόμα και όταν υπάρχουν εργαλεία, χρησιμοποιούνται λάθος - ή δεν χρησιμοποιούνται καθόλου. Η διαχείριση εσόδων, για παράδειγμα, παραμένει άγνωστη έννοια για πολλούς μικρούς ιδιοκτήτες, οι οποίοι τιμολογούν «με το ένστικτο» και όχι με βάση δεδομένα. Λάθη στις κρατήσεις, υπερκρατήσεις ή ακραίες διακυμάνσεις στις τιμές είναι καθημερινό φαινόμενο, οδηγώντας σε δυσαρέσκεια των επισκεπτών και φθορά της φήμης.
Υπάρχει και ένα πολιτισμικό εμπόδιο. Σε πολλές περιοχές -ειδικά αγροτικές- ο τουρισμός είναι οικογενειακή υπόθεση. Αν και η παράδοση είναι δύναμη, συχνά μεταφράζεται σε αντίσταση στην αλλαγή. Η ψηφιακή μετάβαση δεν είναι αντικατάσταση ανθρώπων από μηχανές - είναι ενίσχυση του ανθρώπινου παράγοντα μέσω καλύτερων εργαλείων. Αλλά αυτό απαιτεί αλλαγή νοοτροπίας και επαγγελματική προσέγγιση. Η επιτυχία στον τουρισμό είναι θέμα στρατηγικής κι όχι τύχης.
Τα αναγκαία βήματα
Για να προχωρήσει άμεσα η ψηφιοποίηση του τουριστικού κλάδου, χρειάζονται συγκεκριμένα βήματα. Πρώτον, εκπαίδευση. Τοπικοί και εθνικοί φορείς οφείλουν να προσφέρουν περισσότερα προγράμματα κατάρτισης προσιτά και πρακτικά — όχι μόνο σε τεχνικά εργαλεία, αλλά και σε στρατηγική, marketing, και εμπειρία πελάτη.
Δεύτερον, επενδυτικά κίνητρα. Φοροαπαλλαγές ή επιδοτήσεις για αναβάθμιση ψηφιακών υποδομών — όπως PMS συστήματα, e-commerce πλατφόρμες ή επανασχεδιασμός ιστοσελίδων. Όμως με προϋποθέσεις: τα κονδύλια πρέπει να συνδέονται με αποτελέσματα.
Τρίτον, συνεργασία. Οι μικρές επιχειρήσεις είναι αναγκαίο να ενώσουν δυνάμεις -μέσω τοπικών συλλόγων ή συνεργατικών σχημάτων- ώστε να έχουν κοινά εργαλεία, κράτηση, ή ακόμα και κοινή ψηφιακή παρουσία. Μόνες τους ίσως δεν έχουν το μέγεθος να ανταγωνιστούν· μαζί μπορούν.
Το ψηφιακό μέλλον του τουρισμού δεν είναι επιλογή. Συμβαίνει — με ή χωρίς όσους διστάζουν. Οι μικρές επιχειρήσεις είναι αναγκαίο να καταλάβουν ότι ο επαγγελματισμός και η στρατηγική δεν είναι εχθροί της φιλοξενίας· είναι η βάση της. Ο ταξιδιώτης του σήμερα δεν θέλει απλώς ένα δωμάτιο. Αναζητάει μια εμπειρία, ομαλή, εξατομικευμένη και αξέχαστη. Μόνο όσοι αγκαλιάσουν τα εργαλεία της νέας εποχής μπορούν να την προσφέρουν.
Οι υπόλοιποι; Θα μείνουν πίσω, πέντε αστέρια μακριά από την ουσία.
*Ο κ. Νίκος Μωϋσίδης είναι Γενικός Διευθυντής της Easy Hotelier