Οι φλόγες που τυλίγουν δάση, καλλιέργειες και σπίτια και οι πυκνοί καπνοί κυριαρχούν στην επικαιρότητα, όμως πέρα από την υλική και περιβαλλοντική ζημιά, αναδύεται ένας αόρατος, αλλά εξίσου σοβαρός κίνδυνος. Ο κίνδυνος των ρύπων που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα και οι επιπτώσεις τους στην υγεία.
Μιλώντας στα Μακεδονικά Νέα, ο Ιωάννης Κιουμής, Καθηγητής Πνευμονολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ, εξηγεί ότι η επιβάρυνση του οργανισμού εξαρτάται από τρεις βασικούς παράγοντες: το είδος της καύσιμης ύλης, την απόσταση του ατόμου από την εστία της φωτιάς και τη διάρκεια έκθεσης στα προϊόντα της καύσης.
«Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες ρύπων που προκύπτουν από τις πυρκαγιές», σημειώνει. «Οι αέριοι ρύποι, που είναι ουσίες διαλυμένες στον αέρα και η μικροσωματιδιακή ρύπανση, δηλαδή στερεά σωματίδια που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα και μπορούν να εισπνευστούν όταν κάποιος βρίσκεται κοντά στην εστία».
Τοξικότητα ανάλογα με το υλικό που καίγεται
Οι επιπτώσεις διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με το υλικό που τυλίγεται στις φλόγες. Η καύση πλαστικών ή άλλων συνθετικών υλικών απελευθερώνει τοξικές ουσίες με έντονη και άμεση επιβάρυνση για τον οργανισμό, ενώ η καύση ξύλου ή άλλης οργανικής ύλης μολονότι δείχνει να έχει ηπιότερες επιπτώσεις για την υγεία, εγκυμονεί κινδύνους.
«Μπορεί η τοξικότητα από την καύση οργανικού υλικού να μην είναι τόσο άμεση, αλλά υπάρχει κίνδυνος να αναπνεύσει κάποιος μικροσωματίδια άνθρακα τα οποία μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα υγείας που να διαρκέσουν για ημέρες ή και μεγαλύτερο διάστημα», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Καθηγητής.
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο
Η βλάβη που μπορεί να υποστεί ο οργανισμός εξαρτάται και από την κατάσταση της υγείας του εκάστοτε ατόμου που εκτίθεται στα παράγωγα της καύσης. Οι υγιείς ενήλικες έχουν μεγαλύτερη αντοχή, ενώ τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι -τα «ηλικιακά άκρα»-ανήκουν στις πιο ευάλωτες ομάδες.
«Το αναπνευστικό σύστημα στα άκρα των ηλικιών είναι ευαίσθητο. Στα παιδιά είναι “ανώριμο” και υφίσταται σοβαρές συνέπειες από την τοξικότητα τέτοιων ουσιών, αλλά και το αναπνευστικό σύστημα των ηλικιωμένων είναι καταπονημένο, όχι απαραίτητα λόγω κάποιας νόσου, αλλά εξαιτίας της φυσικής εξέλιξης των πραγμάτων. Αυτά τα δύο άκρα είναι αυτά που έχουν κυρίως και τις σοβαρότερες συνέπειες», επισημαίνει ο κ. Κιουμής.
Παράλληλα, κρίσιμος παράγοντας είναι η κατάσταση της υγείας του ατόμου, και ιδιαίτερα η ύπαρξη παθήσεων που σχετίζονται με το αναπνευστικό ή το καρδιαγγειακό σύστημα. «Για παράδειγμα, ο κίνδυνος δεν είναι ο ίδιος για έναν υγιή αναπνευστικά άνθρωπο και για κάποιον που πάσχει από βρογχικό άσθμα», εξηγεί ο Καθηγητής.
Τα συμπτώματα που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για άμεση ιατρική βοήθεια
Η εισπνοή καπνού μπορεί να προκαλέσει:
- επίμονο βήχα
- δυσκολία ή συριγμό στην αναπνοή
- αίσθημα σφιξίματος ή πόνο στο στήθος
- ταχυκαρδία
- ναυτία
- ασυνήθιστη κόπωση ή ζάλη
Σε σοβαρές περιπτώσεις, η έκθεση μπορεί να οδηγήσει σε πνευμονικό οίδημα ή αναπνευστική ανεπάρκεια, καταστάσεις που απαιτούν άμεση νοσηλεία.
«Σε περίπτωση δυσκολίας στην αναπνοή πρέπει να αναζητάμε ιατρική βοήθεια. Μάλιστα, μερικές φορές πρέπει να υποψιαστεί κανείς ότι πρέπει να το κάνει πολύ σύντομα βλέποντας τι είναι το υλικό που καίγεται. Για παράδειγμα αν καίγεται πλαστικό, προκύπτουν τοξικές ουσίες από την καύση. Αν κάποιος αισθανθεί άσχημα, πρέπει να αναζητήσει ιατρική βοήθεια», προειδοποιεί ο κ. Κιουμής.
Μέτρα προστασίας
Η πιο ασφαλής επιλογή είναι η απομάκρυνση από την πηγή του καπνού και η παραμονή σε κλειστό, καλά αεριζόμενο χώρο μακριά από την εστία της πυρκαγιάς. Αν αυτό δεν είναι εφικτό, η χρήση κατάλληλων προστατευτικών μασκών μπορεί να μειώσει την έκθεση στους ρύπους.
«Οι πιο αποτελεσματικές είναι οι ειδικές μάσκες που φιλτράρουν τον αέρα, αλλά η προστασία εξαρτάται από το υλικό που χρησιμοποιούμε και τον τρόπο εφαρμογής», διευκρινίζει ο Καθηγητής. «Το καλύτερο είναι όμως, να αποφύγει κάποιος να εισπνεύσει και να απομακρυνθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα από τη φωτιά», καταλήγει.