Με αυτήν την κίνηση η πατρίδα μας κάνει ένα τολμηρό, αλλά αναγκαίο βήμα προς τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού χάρτη της, αφήνοντας πίσω ιδεοληψίες περίπου 50 χρόνων και δίνοντας χώρο στην ποιότητα, τον ανταγωνισμό, την επιλογή, αλλά και σε ένα μοντέλο που βρίσκεται πιο κοντά στις ανάγκες της παγκοσμιοποιημένης αγοράς εργασίας. Προφανώς, το ζητούμενο δεν είναι ο ανταγωνισμός των μη κρατικών ΑΕΙ με τα δημόσια πανεπιστήμια, αλλά η συνύπαρξη με όρους ποιότητας, αξιολόγησης και αυτονομίας, που θα καταστήσει την Ελλάδα περιφερειακό κόμβο εκπαίδευσης και γνώσης. Αυτή είναι, άλλωστε, η βασική προτεραιότητα του υπουργείου Παιδείας.
Σε αυτό το νέο τοπίο που διαμορφώνεται η Θεσσαλονίκη διαδραματίζει ενεργό ρόλο, αφού τουλάχιστον τρία πανεπιστήμια του εξωτερικού θα λειτουργήσουν παραρτήματά τους στην πόλη. Πρόκειται για το πανεπιστήμιο York που συνεργάζεται με το City College Θεσσαλονίκης, το Open University του Ηνωμένου Βασιλείου που συνεργάζεται με το Anatolia College Θεσσαλονίκης, καθώς και το πανεπιστήμιο Derby που συνεργάζεται με το Mediterranean College το οποίο λειτουργεί παράρτημα στην πόλη.
Η Θεσσαλονίκη ως εκπαιδευτικό κέντρο
Εύλογα τίθεται το ερώτημα: Τι μπορεί να κερδίσει η Θεσσαλονίκη από τη λειτουργία ιδιωτικών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, από τη στιγμή που ήδη αποτελεί ένα παραδοσιακό πανεπιστημιακό κέντρο χάρη στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, στο Πανεπιστήμιο Μακεδονία και το Διεθνές Πανεπιστήμιο στην Σίνδο; Μα αυτό ακριβώς είναι το συγκριτικό της πλεονέκτημα. Ως μια πόλη με ισχυρή ακαδημαϊκή παράδοση, γεωστρατηγική θέση αλλά και μεγάλο αριθμό νεανικού πληθυσμού, βρίσκεται μπροστά σε μια μοναδική ευκαιρία να ενισχύει στον ρόλο της ως εκπαιδευτικό, ερευνητικό και τεχνολογικό κέντρο στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Οικονομικό όφελος 1 δισ. ευρώ σε ορίζοντα πενταετίας
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις και υπολογισμούς τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη θα είναι πολλαπλάσια. Για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι η έναρξη λειτουργίας τους θα προσθέσει στο φοιτητικό δυναμικό της Θεσσαλονίκης περισσότερους από 6.000 επιπλέον φοιτητές. Αν, παράλληλα, συνυπολογιστεί ότι η Θεσσαλονίκη αναμένεται να καρπωθεί περίπου το 10% έως 12% των οφελών που αναμένονται σε εθνικό επίπεδο, τότε η συνεισφορά τους στην τοπική οικονομία υπολογίζεται σε άμεσο αντίκρισμα 1 δισεκατομμυρίου ευρώ σε ορίζοντα πενταετίας, το οποίο θα προστεθεί στα περίπου 420 εκατομμύρια ετησίως που συνεισφέρει μόνο το ΑΠΘ. Αυτό μεταφράζεται σε χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας για την πόλη, τόσο σε άμεσους τομείς όπως η εκπαίδευση, η διοίκηση και η έρευνα, όσο και σε έμμεσους κλάδους όπως η στέγαση, η εστίαση και οι υπηρεσίες.
Η Θεσσαλονίκη θα «εισάγει» φοιτητές αντί να «εξάγει»
Η οικονομική ώθηση είναι μόνο το ένα σκέλος, διότι εξίσου σημαντική είναι και η διεθνοποίηση της φοιτητικής βάσης. Με την προσέλκυση φοιτητών από γειτονικές χώρες, η Θεσσαλονίκη θα διευρύνει το περιβάλλον και τη φήμη της ως διεθνές πανεπιστημιακό κέντρο. Με λίγα λόγια αντί να εξάγει φοιτητές, θα εισάγει περισσότερους.
Επηρεάζονται θετικά τουρισμός, στέγαση, επενδύσεις
Κι έτσι οδηγούμαστε στην τρίτη παράμετρο, στην εξωστρέφεια της Βόρειας Ελλάδας. Η διασύνδεση των ιδιωτικών ΑΕΙ με άλλα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Ευρώπη και στα Βαλκάνια θα φέρει νέες συνεργασίες, προγράμματα ανταλλαγής φοιτητών, κοινές έρευνες και συνέδρια που θα βάλουν τη Μακεδονία και τη Θράκη στο επίκεντρο του παγκόσμιου ακαδημαϊκού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Πρόκειται για μια εξέλιξη που με τη σειρά της θα ενισχύσει κρίσιμους τομείς των τοπικών οικονομιών οδηγώντας σε αύξηση επενδύσεων και επιχειρηματικών ευκαιριών, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας σε διεθνές επίπεδο και στη δημιουργία ενός σύγχρονου οικοσυστήματος καινοτομίας και γνώσης.
Άρα πρόκειται για μια πολύπλευρη επένδυση με άμεσο και μακροπρόθεσμο οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο, λαμβάνοντας πάντα υπόψη ότι ο υγιής ανταγωνισμός θα λειτουργήσει θετικά και για τα δημόσια πανεπιστήμια της πόλης, που θα κληθούν να εκσυγχρονίσουν τις δομές και τις υπηρεσίες τους, ώστε να διατηρήσουν τον ηγετικό τους ρόλο.