Κομβικό ρόλο σε αυτή τη δυναμική κατέχει η Θεσσαλονίκη, η οποία, όπως τόνισε μιλώντας στα Μακεδονικά Νέα ο Sinan Seha Türkseven, Γενικός Διευθυντής του Τουρκικού Οργανισμού Προβολής και Ανάπτυξης Τουρισμού, γνωστός ως TGA, «κατείχε πάντα μια ξεχωριστή θέση για τους Τούρκους ταξιδιώτες».

Η έκτη Συνεδρίαση της Κοινής Επιτροπής Τουρισμού Ελλάδας–Τουρκίας, που πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα τον Ιούλιο του 2025, έδωσε νέο περιεχόμενο στη διμερή συνεργασία. Το υπογεγραμμένο πρωτόκολλο προβλέπει ενίσχυση της τουριστικής συνεργασίας σε εξειδικευμένους τομείς, όπως ο αγροτικός και ο θαλάσσιος τουρισμός, αλλά και άνοιγμα νέων διασυνοριακών διαδρομών, επενδύοντας σε πολιτιστικές, γαστρονομικές και θρησκευτικές εμπειρίες που συνδέουν τις δύο χώρες.
Θεσσαλονίκη: σημείο συναισθηματικής και ιστορικής αναφοράς
Για τους Τούρκους επισκέπτες, η Θεσσαλονίκη δεν είναι απλώς μια όμορφη μεσογειακή πόλη αλλά ένας τόπος με έντονη ιστορική σημασία. Όπως επισήμανε ο κ. Türkseven, «πολλοί επισκέπτες αισθάνονται μια συναισθηματική σύνδεση με τη Θεσσαλονίκη λόγω της ιστορικής της σημασίας, ιδιαίτερα ως γενέτειρα του Ατατούρκ».
Η πόλη διατηρεί ζωντανή αυτή τη σύνδεση μέσα από το Σπίτι του Ατατούρκ, που λειτουργεί ως μουσείο, αλλά και μέσα από τον χαρακτήρα της. «Το κλίμα, η τοποθεσία και η κουζίνα της την κάνουν να νιώθει οικεία και φιλόξενα στους Τούρκους επισκέπτες», πρόσθεσε.
Αντίστοιχα, και οι κάτοικοι της Βόρειας Ελλάδας προσελκύονται από τουρκικούς προορισμούς με πλούσιο πολιτισμό και γαστρονομία. «Άνθρωποι από τη Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη προσελκύονται από πολιτιστικά πλούσιους τουρκικούς προορισμούς όπως η Αδριανούπολη, η Κωνσταντινούπολη και το Τσανάκκαλε», ανέφερε. Οι κοινές πολιτιστικές ρίζες και η γεωγραφική εγγύτητα ενισχύουν, όπως υποστήριξε, το αμοιβαίο ενδιαφέρον και την τουριστική κινητικότητα.
Αύξηση των ροών και κοινές δράσεις προβολής
Η τουριστική σχέση Ελλάδας–Τουρκίας βρίσκεται σε ανοδική πορεία, με τους Έλληνες ταξιδιώτες να επιλέγουν όλο και περισσότερο προορισμούς της γειτονικής χώρας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρέθεσε ο Γενικός Διευθυντής του TGA, «707.133 Έλληνες ταξιδιώτες επισκέφθηκαν την Τουρκία το 2024, καθιστώντας την τον δεύτερο πιο προτιμώμενο προορισμό για τους Έλληνες».
Οι αγαπημένοι προορισμοί των Ελλήνων περιλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη, την Αδριανούπολη, την Καππαδοκία, την Προύσα, το Αϊβαλί, τη Σμύρνη και την Τραπεζούντα ενώ εκτιμάται ότι αυτή η ανοδική τάση θα συνεχιστεί, με περίπου 800.000 Έλληνες ταξιδιώτες να επισκέπτονται την Τουρκία το 2025.
Η δυναμική αυτή δεν είναι τυχαία. Ο TGA, που αποτελεί τον επίσημο οργανισμό προώθησης του τουρκικού τουρισμού, έχει εντάξει την Ελλάδα στις σημαντικές στρατηγικές αγορές της. «Η Ελλάδα είναι μια από τις σημαντικές αγορές μας, όπου εμείς, ως TGA, συνεχίζουμε να πραγματοποιούμε στοχευμένες προωθητικές ενέργειες», υποστήριξε ο κ. Türkseven.
Παράλληλα, δήλωσε ότι ο TGA πραγματοποίησε μια εκδήλωση στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσει τους τουριστικούς προορισμούς της Τουρκίας σε βασικούς ενδιαφερόμενους φορείς του κλάδου. Το πρόγραμμα περιλάμβανε παρουσιάσεις για κορυφαίους προορισμούς όπως η Κωνσταντινούπολη, η Καππαδοκία και η Μαύρη Θάλασσα, καθώς και ενημέρωση για την ψηφιακή πλατφόρμα All in Türkiye.
Η εν λόγω εκδήλωση αποτέλεσε ευκαιρία για άμεση συνεργασία μεταξύ ελληνικών και τουρκικών φορέων, οι οποίοι συζήτησαν πιθανούς τομείς συνέργειας. «Θα συνεχίσουμε να επιδιώκουμε τη στρατηγική διαφοροποίησης και την εστίαση στη βιωσιμότητα», πρόσθεσε ο κ. Türkseven.
Προοπτικές κοινών διαδρομών και θεματικών πακέτων
Η στενή γεωγραφική εγγύτητα των δύο χωρών δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη κοινών τουριστικών προϊόντων. Ο Γενικός Διευθυντής της TGA υπογράμμισε πως «διάφορες πρωτοβουλίες βρίσκονται σε εξέλιξη για την ενίσχυση των τουριστικών ροών μεταξύ των δύο χωρών».
Το νέο πρωτόκολλο συνεργασίας, που υπεγράφη στην Άγκυρα, εστιάζει στην «επέκταση της συνεργασίας σε εξειδικευμένους τομείς όπως ο αγροτικός και θαλάσσιος τουρισμός, στην ενίσχυση των μεταφορικών συνδέσεων και στο άνοιγμα νέων διασυνοριακών διαδρομών».
Πέρα από το διμερές επίπεδο, οι δύο χώρες έχουν συνειδητοποιήσει ότι μπορούν να συνεργαστούν και στη διεθνή τουριστική προβολή, προτείνοντας συνδυασμένες εμπειρίες που ενώνουν το Αιγαίο και τα Βαλκάνια. Όπως σημείωσε, «η Τουρκία και η Ελλάδα προσελκύουν επισκέπτες από όλο τον κόσμο και συνεργάζονται εδώ και καιρό σε κοινές προσπάθειες που στοχεύουν σε εξωτερικές αγορές, συμπεριλαμβανομένων συντονισμένων εκστρατειών προώθησης».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα συνδυασμένα πακέτα εκδρομών, που περιλαμβάνουν πολιτιστικές, θρησκευτικές και γαστρονομικές εμπειρίες από τις δύο χώρες. «Τα συνδυασμένα πακέτα εκδρομών που ενσωματώνουν γαστρονομικές, θρησκευτικές και πολιτιστικές εμπειρίες και από τα δύο έθνη υπόσχονται επίσης πολλά», εξήγησε ο κ. Türkseven. Οι πρωτοβουλίες αυτές, όπως διευκρίνισε, διευκολύνουν τα ταξίδια μεταξύ των δύο εθνών και δημιουργούν ευκαιρίες για μοναδικές διασυνοριακές εμπειρίες που αξιοποιούν την κοινή τους κληρονομιά και τη γεωγραφική τους εγγύτητα».
Υποδομές και συνδεσιμότητα: κινητήριος δύναμη συνεργασίας
Η Τουρκία επενδύει συστηματικά στην ενίσχυση της συνδεσιμότητας με τη Βόρεια Ελλάδα. «Λόγω τόσο της τουριστικής όσο και της εμπορικής μας υποδομής, υπάρχει ένας καλά ανεπτυγμένος και ιδιαίτερα ενεργός διάδρομος κυκλοφορίας μεταξύ Τουρκίας και Βόρειας Ελλάδας», τόνισε ο κ. Türkseven.
Η Turkish Airlines, ο εθνικός αερομεταφορέας της χώρας, «προσαρμόζει συνεχώς τις πτητικές της λειτουργίες με βάση τη χωρητικότητα και τη ζήτηση», ενισχύοντας τα αεροπορικά δίκτυα. Παράλληλα, οι οδικές συνδέσεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο. «Χρειάζονται περίπου 6,5 ώρες για να οδηγήσετε από τη Θεσσαλονίκη στην Κωνσταντινούπολη, περίπου 5 ώρες στο Τσανάκκαλε», ανέφερε.
Η αυξανόμενη επισκεψιμότητα αποδεικνύει ότι «όσο πιο βόρεια πηγαίνετε στην Ελλάδα, τόσο πιο εύκολο γίνεται να οδηγήσετε στις μεγάλες πόλεις μας και βλέπουμε σημαντική κίνηση». Οι βελτιωμένες μεταφορικές συνδέσεις, σε συνδυασμό με τη γεωγραφική εγγύτητα και το κοινό πολιτιστικό υπόβαθρο, δημιουργούν ένα σταθερό θεμέλιο για τη διαμόρφωση ενός ενιαίου τουριστικού χώρου στο Αιγαίο και τα Βαλκάνια.
Μια σχέση με προοπτική
Η συνεργασία Ελλάδας–Τουρκίας στον τουρισμό υπερβαίνει τα στενά όρια της αγοράς. Αποτελεί μια γέφυρα διαλόγου και πολιτισμού, που στηρίζεται στην κοινή ιστορία, στη γεωγραφική συνέχεια και στην ανάγκη βιώσιμης ανάπτυξης. Η Θεσσαλονίκη –ως σημείο συνάντησης πολιτισμών και στρατηγικός κόμβος μεταφορών– βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της νέας εποχής.
Καταλήγοντας ο κ. Türkseven δήλωσε ότι «κοιτάζοντας τη μεγαλύτερη εικόνα, τα δύο έθνη είναι γείτονες που ζουν μαζί εδώ και αιώνες. Οι άνθρωποί τους έχουν πολλούς λόγους να εξερευνούν ο ένας τον προορισμό του άλλου».
Σε αυτό το πνεύμα, η τουριστική συνεργασία δεν αποτελεί μόνο μοχλό οικονομικής ανάπτυξης αλλά και ένα κανάλι αμοιβαίας κατανόησης, που μετατρέπει τον τουρισμό σε μέσο προσέγγισης, βιώσιμης ανάπτυξης και πολιτιστικής συνύπαρξης.





