Το κατάστημα που διατηρούσε στη Θεσσαλονίκη, στο κεντρικό «Μέγαρον Δρακούλη», στη συμβολή των οδών Βενιζέλου και Μητροπόλεως, άλλαξε ιδιοκτήτη μέσα από διαδικασία πλειστηριασμού. Η κατακύρωση έγινε οριακά υψηλότερα από την τιμή εκκίνησης, με μόλις ένα ευρώ παραπάνω, στις 244.001 ευρώ, γεγονός που αναδεικνύει τις ιδιαιτερότητες της αγοράς ακινήτων στο κέντρο της πόλης.
Το συγκεκριμένο ακίνητο, που φιλοξενούσε τμήμα του δικτύου καταστημάτων Βάρδας, αποτελεί μέρος ενός διατηρητέου κτιρίου με μακρά ιστορία και ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε κομβικό σημείο της Θεσσαλονίκης, οι δεσμεύσεις που απορρέουν από τον χαρακτηρισμό του ως διατηρητέο, σε συνδυασμό με το μικρό μέτωπο και τις περιορισμένες δυνατότητες αξιοποίησης, οδήγησαν σε χαμηλό ενδιαφέρον και τελικά σε πώληση στην τιμή της πρώτης προσφοράς.
Τα οικονομικά δεδομένα του πλειστηριασμού
Ο πλειστηριασμός, όπως και άλλοι που πραγματοποιήθηκαν σήμερα σε ακίνητα της εταιρείας στην Αθήνα, έγινε κατόπιν επισπεύσεως ιδιωτών και όχι τραπεζικών ιδρυμάτων ή εταιρειών διαχείρισης. Οι κατασχέσεις είχαν επιβληθεί για σχετικά μικρές οφειλές (περίπου 25.000 και 15.000 ευρώ), σε σχέση με τα συσσωρευμένα οικονομικά βάρη του ομίλου. Σημαντικό είναι ότι το συγκεκριμένο κατάστημα, παρότι βρίσκεται σε στρατηγική τοποθεσία, παρέμενε ανενεργό και εκτός εμπορικής χρήσης.
Με βάση την έκθεση της εκτίμησης, τo ακίνητο βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης, εντός του επιχειρηματικού και εμπορικού κέντρου της πόλης. Στην περιοχή είναι εγκατεστημένες επιχειρήσεις-γραφεία και εμπορικά καταστήματα κατά βάση ενώ τα περισσότερα κτίρια είναι καθαρά επαγγελματικά. Είναι κομβικό σημείο της πόλης με τις υψηλότερες αγοραίες αξίες και αποδόσεις. Αναπτύσσεται παράλληλα με το παραλιακό μέτωπο και κατά μήκος των κύριων οδών Λεωφ. Νίκης, Μητροπόλεως, Τσιμισκή, Ερμού και Εγνατία και των βασικών κάθετων όπως η Αριστοτέλους, Βενιζέλου και Ι. Δραγούμη, αποτελώντας πόλο έλξης επενδύσεων τα τελευταία χρόνια τόσο στον εμπορικό τομέα όσο και στον τουριστικό.
«Το οικόπεδο είναι ορθογωνισμένο γωνιακό με πρόσωπα βορειοδυτικά στην οδό Βενιζέλου και νοτιοδυτικά στην οδό Μητροπόλεως. Σε αυτό ανεγέρθηκε προ εκατονταετίας κατ’ εκτίμηση κτίριο συμβατικής κατασκευής αποτελούμενο από υπόγειο, ισόγειο όπου καταστήματα και τέσσερεις ορόφους επαγγελματικών χώρων. Το κτίριο είναι χαρακτηρισμένο διατηρητέο. Αποτελείται από το ισόγειο υπερκείμενο πατάρι και το υποκείμενο υπόγειο. Δεν βρίσκεται σε χρήση. Αποτελούσε μέρος του καταστήματος ενδυμάτων Βάρδας. Το κατάστημα βρίσκεται σε ικανοποιητική κατάσταση με βάση την εξωτερική παρατήρηση, η εικόνα του κτιρίου επίσης είναι ικανοποιητική για την ηλικία του. Πρόκειται για μικρού μεγέθους κατάστημα με μικρή εύρος πρόσοψης γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες αξιοποίησής του αυτοτελώς, ενώ θα πρέπει να επισημανθούν οι περιορισμοί στην διαμόρφωσή του λόγω του χαρακτήρα του κτιρίου ως διατηρητέο», αναφέρει ακόμη η έκθεση της εκτίμησης του ακινήτου.
Παράλληλα, έχει ήδη προγραμματιστεί για τις 30 Οκτωβρίου ένας ακόμη πλειστηριασμός, αυτή τη φορά για επαγγελματικό ακίνητο στο Χαλάνδρι, με τιμή πρώτης προσφοράς 724.000 ευρώ.
Οικονομικά προβλήματα και εκκαθάριση
Η διαδικασία αφορά τη Γενική Κατασκευαστική Ενδυμάτων Α.Ε., εταιρεία που βρίσκεται σε φάση λύσης και εκκαθάρισης, με εκκαθαριστή τον Θεόδωρο Βάρδα. Η εταιρεία έχει εδώ και χρόνια να αντιμετωπίσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2023, οι συσσωρευμένες ζημίες ανήλθαν σε 17,13 εκατ. ευρώ, ενώ το σύνολο των υποχρεώσεων άγγιζε τα 46,8 εκατ. ευρώ. Τα ίδια κεφάλαια ήταν αρνητικά, γεγονός που κατέστησε αναπόφευκτη την πορεία προς εκκαθάριση.
Παρά την αρνητική οικονομική τροχιά της μητρικής εταιρείας, το brand συνεχίζει να δραστηριοποιείται στην ελληνική αγορά μέσα από τη Ν & Τ Βάρδα ΙΚΕ, εταιρεία που ίδρυσαν και διαχειρίζεται η επόμενη γενιά. Η νέα εταιρική δομή αριθμεί σήμερα 12 φυσικά καταστήματα και ηλεκτρονικό κατάστημα, καταγράφοντας θετικές οικονομικές επιδόσεις με αύξηση τζίρου και κερδοφορίας. Πρόκειται για μια προσπάθεια ανανέωσης και αναδιάρθρωσης που επιτρέπει στο ιστορικό brand να παραμένει ενεργό, προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς.
Από το prêt-à-porter στην πολυτελή ανδρική μόδα
Η ιστορία της Βάρδας ξεκινά το 1939, όταν οι ιδρυτές της εισήγαγαν στην Ελλάδα το prêt-à-porter, μια καινοτομία για την εποχή όπου κυριαρχούσαν τα ενδύματα κατά παραγγελία. Το πρώτο κατάστημα στην οδό Σταδίου της Αθήνας έγινε σημείο αναφοράς, ανοίγοντας τον δρόμο για την εξάπλωση ενός διαφορετικού στυλ ανδρικής ένδυσης.
Η πορεία υπήρξε εντυπωσιακή καθώς το 1961 η εταιρεία δημιούργησε το δικό της εργοστάσιο, παράγοντας εκατοντάδες κομμάτια ημερησίως, ενώ από τη δεκαετία του 1970 ξεκίνησε εξαγωγές στην Ευρώπη. Η μεταφορά μέρους της παραγωγής σε χώρες όπως η Ιταλία και η Γερμανία προσέφερε πρόσβαση σε ποιοτικά υφάσματα και συνέβαλε στην περαιτέρω ανάπτυξη.
Στη δεκαετία του 1990, η Βάρδας είχε πλέον εδραιωθεί ως brand πολυτελούς μόδας, εξασφαλίζοντας συνεργασίες με διεθνείς οίκους όπως Balmain, Calvin Klein, Brioni και Lanvin, και αναπτύσσοντας ένα δίκτυο καταστημάτων σε όλη την Ελλάδα. Η είσοδος στο Χρηματιστήριο το 2001 αποτέλεσε επιστέγασμα της ισχυρής θέσης της στην αγορά.
Η κρίση και οι ανατροπές
Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 επέφερε ισχυρό πλήγμα στον κλάδο της ένδυσης. Η Βάρδας αναγκάστηκε να περιορίσει το δίκτυό της, αποχωρώντας από το Χρηματιστήριο και προχωρώντας σε αναδιάρθρωση δανεισμού. Η περίοδος των capital controls το 2015, αλλά και η πανδημία αργότερα, δημιούργησαν νέες προκλήσεις, επηρεάζοντας σοβαρά τη ρευστότητα και την εξυπηρέτηση υποχρεώσεων.
Ωστόσο, το brand δεν εξαφανίστηκε. Αντίθετα, το 2014 γιόρτασε τα 75 χρόνια λειτουργίας του, ενώ το 2015 λάνσαρε το ηλεκτρονικό κατάστημα vardas.gr. Το 2016 ιδρύθηκε η Ν & Τ Βάρδα ΙΚΕ, η οποία σταδιακά ανέλαβε το μεγαλύτερο βάρος της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Η περίπτωση της Βάρδας αποτυπώνει την πορεία μιας ιστορικής ελληνικής επιχείρησης μέσα από τις διακυμάνσεις της αγοράς. Από την καινοτομία του prêt-à-porter και την καθιέρωση ως brand πολυτελούς μόδας, έως την πίεση της οικονομικής κρίσης και τους πλειστηριασμούς ακινήτων. Παρά τις δυσκολίες όμως, η νέα γενιά της οικογένειας δείχνει αποφασισμένη να κρατήσει ζωντανό το brand.