Τα ατμοσφαιρικά αίτια των δύο κακοκαιριών Adel και Byron που έπληξαν τη χώρα μας διαδοχικά τις τελευταίες ημέρες, αναλύει ο μετεωρολόγος Ευστράτιος Αυγερινός* εξηγώντας τον τρόπο με τον οποίο τα δύο οργανωμένα βαρομετρικά συστήματα κάλυψαν σχεδόν όλη τη χώρα, έχοντας όμως ξεχωριστά χαρακτηριστικά και δημιουργώντας προβλήματα σε διαφορετικές περιοχές.
Στη συνέντευξή του στα Μακεδονικά Νέα, ο κ. Αυγερινός αποσαφηνίζει γιατί η δυτική χώρα «πήρε» το μεγαλύτερο φορτίο στην «Adel» και γιατί ο «Byron» έδωσε πιο επίμονες και επικίνδυνες βροχοπτώσεις ανατολικά της Πίνδου, με ιδιαίτερη έμφαση στη δυτική Αττική.
Εξηγεί επίσης για ποιον λόγο παρατηρήθηκαν τα πλημμυρικά φαινόμενα στη Μάνδρα, γιατί η Θεσσαλονίκη δεν επηρεάστηκε από τις κακοκαιρίες ιδιαίτερα, ενώ κάνει αναφορά στα σημαντικότερα ποσοστά βροχόπτωσης που καταγράφηκαν στη διάρκεια των φαινομένων.
Σχολιάζει επίσης την απόδοση των προγνωστικών μοντέλων και εξηγεί τον λόγο που η ραγδαιότητα των βροχοπτώσεων δεν σημαίνει πάντα γεμάτους ταμιευτήρες, αντίθετα με τις χιονοπτώσεις ειδικά στα βουνά, οι οποίες είναι πολύ απαραίτητες.
Τέλος μιλάει για την αλλαγή στα χαρακτηριστικά των εποχών, ειδικά για το παρατεταμένο καλοκαίρι, τις αυξημένες θερμοκρασίες και τις μειωμένες βροχοπτώσεις που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια, ενώ εξηγεί γιατί η επιστήμη της Μετεωρολογίας είναι χαοτική κατά την άποψη του
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του κ. Ευστράτιου Αυγερινού στον Αλέξανδρο Αλεξιάδη
*Ευστράτιος Αυγερινός
Senior Weather Routing Operator | Prime Navigation Shipping | Prime Navigation Shipping
MSc Μετεωρολογία–Κλιματολογία–Ατμοσφαιρικό Περιβάλλον (ΑΠΘ)
MSc Φυσικές Καταστροφές & Διαχείριση Καταστροφών (Πανεπιστήμιο Αιγαίου)
MSc Περιβαλλοντική Φυσική & Μετεωρολογία (ΕΚΠΑ)
BSc Γεωλογία (Πανεπιστήμιο Πατρών)*
-Τι παρατηρούμε και ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των δύο τελευταίων κακοκαιριών Adel και Byron που έπληξαν το σύνολο της χώρας;
Όντως είχαμε δύο πολύ οργανωμένα βαρομετρικά συστήματα. Είχαμε την Adel πρώτα και μετά την κακοκαιρία Byron. Οι δύο αυτές κακοκαιρίες επηρέασαν με χρονική διαφορά λίγες ημέρες. Ουσιαστικά, αν τις δούμε συνολικά, έχουν επηρεάσει το σύνολο της χώρας σε δύο διαφορετικές χρονικές φάσεις. Αλλά επηρεάστηκε πρώτα η δυτική Ελλάδα από την κακοκαιρία Adel με πολύ ισχυρά φαινόμενα. Και στη συνέχεια η κακοκαιρία Byron επηρέασε την υπόλοιπη Ανατολική και Νότια χώρα, που στην πρώτη φάση, δηλαδή στην κακοκαιρία Adel, δεν είχε τόσο υψηλά ποσά βροχόπτωσης.
-Ας δούμε τις κακοκαιρίες μία προς μία.
Η πρώτη, λοιπόν, η Adel που επηρέασε από τις 26 Νοεμβρίου έως και τις 29 Νοεμβρίου, ήταν μία τριήμερη, τετραήμερη περίπου κακοκαιρία. Από την αρχή, δηλαδή, που ξεκίνησε μέχρι και το τέλος.
Τώρα, τι συνέβη και μας επηρέασε αυτή η κακοκαιρία, αυτά τα χαρακτηριστικά που λέμε; Είχαμε μεγάλη κινητικότητα στην ατμοσφαιρική κυκλοφορία γενικά της Ευρώπης. Εκείνες τις ημέρες προς τα τέλη του Νοέμβρη είχαμε μία κατάβαση διαδοχικών συστημάτων προς τον Βόρειο Ατλαντικό, που επηρέασε γενικότερα τις ψυχρές αέριες μάζες από την Βόρεια Ευρώπη να κινηθούν προς τη Δυτική και Κεντρική. Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα, δηλαδή, να το πω πολύ απλά, κρύος αέρας να μεταφέρεται από τα Βόρεια προς τα Κεντρικά τμήματα της Ευρώπης για να συναντήσει, γενικά, πιο θερμές αέριες μάζες προς την περιοχή της Μεσογείου.
Αν θυμάστε μάλιστα, σημειώθηκαν και χιονοπτώσεις ακόμα και σε πεδινά τμήματα της Κεντρικής Ευρώπης. Και στο Παρίσι χιόνισε για παράδειγμα και σε άλλες μεγάλες πόλεις για λίγο. Η Ελλάδα βρέθηκε στον θερμό τομέα όλου αυτού του συστήματος.
Η Δυτική χώρα είναι γενικά προσήνεμη στο Νοτιοδυτικό Ρεύμα. Όταν η Ελλάδα βρίσκεται στον θερμό τομέα, συνήθως έχει νοτιάδες. Επομένως, αυτό το Νοτιοδυτικό Ρεύμα που επικράτησε, ευνόησε προφανώς περιοχές δυτικά της Πίνδου, όπως είναι η Ήπειρος, το Ιόνιο, η Δυτική Στερεά και η Δυτική Πελοπόννησος, με αποτέλεσμα εκεί να έχουμε και τα περισσότερα ύψη βροχής σε αυτή την κακοκαιρία.
Έτσι, λοιπόν, κατά την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου, είχαμε αυτόν τον εκτεταμένο αυλώνα από την Κεντρική Μεσόγειο, να επεκτείνεται λίγο νοτιότερα και να δημιουργεί κυκλογένεση. Τι σημαίνει αυτό πολύ απλά; Να δημιουργεί την ανάπτυξη ενός βαρομετρικού συστήματος, ανοιχτά του Ιονίου, με αποτέλεσμα, εκεί να έχουμε την έναρξη της κακοκαιρίας στις 26 του Νοεμβρίου, με φαινόμενα στη Δυτική Ελλάδα αρχικά, τα οποία μέχρι και τέλος της περιόδου επεκτάθηκαν και στην υπόλοιπη ανατολική χώρα. Και στην Αθήνα είχαμε βροχές και καταιγίδες.
Οπότε ξεκινάμε με πολύ νερό στη δυτική χώρα αρχικά και την τελευταία ημέρα πριν "σβήσει" αυτή η κακοκαιρία, να το πω έτσι απλά, είχαμε τα υψηλότερα ποσά βροχόπτωσης στο ανατολικό Αιγαίο αλλά και χαλαζοπτώσεις. Μάλιστα στη Μυτιλήνη, είδαμε εικόνες με το χαλάζι που το είχε «στρώσει» μέσα στην πόλη.
Είχαμε επίσης πολύ ενισχυμένους νοτιάδες, με αποτέλεσμα να ανέβει η θερμοκρασία, αρκετά για την εποχή βέβαια εκείνη. Δηλαδή για τέλη Νοεμβρίου η θερμοκρασία ήταν αρκετά υψηλή. Και αυτό το οφείλουμε στους νοτιάδες. Γενικά ήταν πολύ θερμή και υγρή αυτή η περίοδος.
Ε-νδεικτικά, να δούμε και κάποια χιλιοστά βροχόπτωσης για αυτή την κακοκαιρία;
Τα μεγαλύτερα βρισκόντουσαν στη δυτική-βορειοδυτική Ελλάδα, με έμφαση την Ήπειρο και το Βόρειο Ιόνιο. Στα Θεοδώριανα Άρτας, για παράδειγμα, έχει καταγραφεί συνολικός υετός και για τις τέσσερις ημέρες, 264 χιλιοστά βροχόπτωσης. Τι σημαίνει αυτό; - αυτά τα στοιχεία είναι από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, είναι πολύ σημαντικό να το αναφέρουμε - Αυτό σημαίνει ότι έπεσε περίπου το νερό που πέφτει τον μισό χρόνο στην Αθήνα, που πρέπει να πέσει στην Αθήνα. Δηλαδή έπεσε μέσα σε τέσσερις ημέρες σε αυτήν την περιοχή.
Και όπως είδαμε είχαμε πολλά προβλήματα, γενικότερα γύρω από τα Τζουμέρκα, εκεί στα Πράμαντα, στους καταρράκτες που λέμε της Άρτας. Εκεί σημειώθηκαν και υψηλά ποσά βροχόπτωσης και γενικότερα είχαμε εκτεταμένα προβλήματα. Και η Κέρκυρα επίσης δέχτηκε πολύ υψηλό υετό εκείνες τις ημέρες. Και φυσικά η Λέσβος μετά βρέθηκε στο επίκεντρο, στο πέρας της κακοκαιρίας αυτής, με πολύ ισχυρές βροχοπτώσεις στο σύνολο του νησιού και χαλαζοπτώσεις.
-Φεύγουμε τώρα από την Adel και ερχόμαστε στην τελευταία κακοκαιρία.
Έρχεται μια καιρική ανάπαυλα για περίπου δύο, τρεις, τέσσερις το πολύ ημέρες, ανάλογα σε ποιο γεωγραφικό διαμέρισμα βρισκόμαστε, καθώς μετά άρχισε να μας επηρεάζει ένα διαφορετικού τύπου σύστημα, που ονομάστηκε Byron προφανώς.
Τι έγινε με τη συγκεκριμένη κακοκαιρία; Συνέχισε αυτή η κυκλοφορία, γενικά στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη, γενικά να έχουμε «παρελάσεις» χαμηλών πιέσεων.
Κάποιες από αυτές κινήθηκαν λίγο πιο νότια, νοτιοδυτικά προς την Αλγερία και συνδυάστηκε τώρα αυτό το σύστημα με μία νέα διαταραχή στην περιοχή της Σύρτης, όπως λέμε, βόρεια της Αφρικής δηλαδή, νοτιοδυτικά του Ιονίου. Εκεί λοιπόν είχαμε μία νέα κυκλογένεση, ανάπτυξη δηλαδή ενός νέου βαρομετρικού συστήματος, το οποίο είχε πολλά μέτωπα κακοκαιρίας και συνήθως αυτά που αναπτύσσονται στον κόλπο της Σύρτης, - αυτήν δηλαδή εκεί την περιοχή - και ανάλογα το πώς κινούνται, δίνουνε και περισσότερα φαινόμενα στη χώρα μας.
Τώρα όμως, σε αυτή την κακοκαιρία, τα περισσότερα φαινόμενα εκδηλώθηκαν ανατολικά της Πίνδου και όχι δυτικά όπως την πρώτη φορά, ενώ έβρεξε φυσικά και στη δυτική χώρα.
Γιατί συνέβη αυτό; Αυτό το οφείλουμε βασικά στην κίνηση του βαρομετρικού συστήματος, αυτής της ύφεσης, δηλαδή της κακοκαιρίας Byron όπως ονομάστηκε. Αναπτύχθηκε εκεί στον κόλπο της Σύρτης, νότιο-δυτικά του Ιονίου, και έπειτα κινήθηκε πολύ γρήγορα προς τα δυτικά της Κρήτης και στη συνέχεια προς το δυτικό Αιγαίο, προς τις Σποράδες.
Άρα είχαμε μια βορειοανατολική κίνηση και στη συνέχεια βόρεια κίνηση του συστήματος πολύ κοντά στη χώρα μας. Άρα μιλάμε για ένα βαρομετρικό χαμηλό το οποίο διέσχισε την Ελλάδα και μάλιστα την πλησίασε πάρα πολύ κοντά βαθαίνοντας, δηλαδή έπεφτε η πίεση όσο μας πλησίαζε, άρα είχαμε και μεγάλη βαροβαθμίδα, άρα ενισχυμένους ανέμους, γι' αυτό φύσαγε και τόσο πολύ στη Θεσσαλονίκη, και επομένως πολλές και έντονες βροχοπτώσεις ανατολικά της Πίνδου.
Και έτσι λοιπόν όπως συνέβη, αργά το βράδυ της Πέμπτης προς την Παρασκευή παρατηρήθηκαν πολύ ισχυρές βροχές αρχικά στην νοτιοδυτική Κρήτη, το Μυρτώο, τον Σαρωνικό και την Αττική, όπου μέχρι και την Παρασκευή το ξημέρωμα έδωσαν ακραίες βροχές και καταιγίδες με έμφαση κάποιες περιοχές που είχαμε επαναλαμβανόμενες καταιγίδες, ανατροφοδοτούμενες όπως λέμε στη μετεωρολογία, και στάσιμες, καθώς αυτό το σύστημα αναπτυσσόταν μέχρι να αρχίσει να κινείται.
Οπότε αυτά τα τμήματα δέχτηκαν τα περισσότερα ύψη βροχόπτωσης και μάλιστα και χαλαζοπτώσεις αρκετές. Μετά, τα φαινόμενα, όσο αυτό το σύστημα άρχισε να ανηφορίζει προς το Αιγαίο, μετατοπίστηκαν προς την Ανατολική Θεσσαλία, κυρίως στα νότια τμήματα της Μακεδονίας, θα έλεγα ανοιχτά του Θερμαϊκού και προς τη Χαλκιδική, και τις Σποράδες, με αρκετές βροχοπτώσεις.
Και επίσης αρκετές βροχοπτώσεις δέχτηκαν την Παρασκευή και το Σάββατο τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, μιλάω για τα Δωδεκάνησα, τις Κυκλάδες και την Κρήτη, όχι τόσο το Βορειοανατολικό Αιγαίο αυτή τη φορά. Η Μυτιλήνη δηλαδή δεν επηρεάστηκε τόσο, όπως και η Θράκη.
Άρα τα όποια φαινόμενα επικεντρώθηκαν αυτή τη φορά, κυρίως στην Ανατολική Θεσσαλία, τη Χαλκιδική, τις Σποράδες, την Εύβοια, την Ανατολική Στερεά, την Ανατολική, κυρίως Πελοπόννησο, τις Κυκλάδες, την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Αυτές ήταν οι περιοχές που δέχτηκαν τα υψηλότερα ποσά βροχόπτωσης.
-Ειδικότερα με την Αττική τι έγινε και είχαμε προβλήματα;
Στην Αττική σημειώθηκαν κυρίως στα δυτικά τμήματα του νομού αρκετές βροχές και καταιγίδες επίμονες, θα έλεγα, που έδωσαν τοπικά πλημμυρικά επεισόδια στην περιοχή πάλι γύρω από τη Μάνδρα, που είχε πληγεί και το 2017. Αυτή τη φορά όμως, λόγω των έργων των οποίων έχουν γίνει στην ευρύτερη περιοχή και της δυτικής Αττικής - αυτό το νερό που έπεσε ήταν πολύ νερό και μάλιστα ήταν πιο εκτεταμένο από το 2017 - έπεσε σε μεγαλύτερη χωρική κλίμακα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα λοιπόν να μην πλημμυρίσει στον ίδιο βαθμό η περιοχή, καθώς βοήθησαν τα έργα που είχαν γίνει. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι όλη η περιοχή της Μάνδρας, Μαγούλας κτλ, είναι χτισμένη πάνω σε ένα ρέμα, μεγάλο ρέμα, το οποίο η φύση δεν ξεχνά και πάντα βρίσκει δίοδο το νερό να φεύγει από αυτά τα τμήματα, επομένως, ό,τι και να κατασκευαστεί στην περιοχή, πάντα θα είναι έτσι επιρρεπής θα έλεγα, - όταν πέφτει τόσος πολύς όγκος νερού - σε πλημμυρικά επεισόδια. Επομένως, με μετεωρολογικούς σταθμούς του Εθνικού Αστεροσκοπίου Αθηνών, βλέπουμε ότι στη Μάνδρα, για παράδειγμα στην Παλαιοκονδούρα, όπως λέγεται η περιοχή, είχαμε 287 χιλιοστά βροχόπτωσης συνολικά και τις τρεις ημέρες, δηλαδή από τις 4 έως τις 6 Δεκεμβρίου. Αλλά αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο νούμερο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στην Αθήνα, γενικά στον νομό Αττικής, τον χρόνο, ετησίως δηλαδή, βρέχει γύρω στα 400-450 χιλιοστά. Είναι σαν να έπεσαν περίπου τα δύο τρίτα του νερού σε μια μέρα σε αυτή την περιοχή. Πολύ ψηλό ποσοστό.
Επίσης τώρα, να επισημάνουμε κάποια σημαντικά χαρακτηριστικά. Στη Χαλκιδική, για παράδειγμα, στο Νεοχώρι συγκεκριμένα, έπεσαν 285 χιλιοστά βροχόπτωσης. Δηλαδή ένα πολύ κοντινό νούμερο με αυτό της Μάνδρας. Τώρα τι γίνεται εδώ; Γιατί σε αυτή την περιοχή δεν ακούστηκε κάτι και γενικότερα δεν σημειώθηκαν προβλήματα, πλημμύρες;
Πόσο μεγάλο ρόλο λοιπόν παίζει εδώ το δασικό σύστημα της περιοχής. Στη Χαλκιδική, δεν είχαμε δασικές πυρκαγιές τόσο εκτεταμένες, γενικότερα τα προηγούμενα καλοκαίρια, όπως είχαμε στην περιοχή της Δυτικής Αττικής, όπου έχει πληγεί αρκετά από τις πυρκαγιές. Άρα αυτό που θέλω να πω, είναι πόσο σημαντικό ρόλο παίζει το να υπάρχουν δέντρα και γενικά δάση γύρω από τα βουνά και ειδικότερα γύρω από αυτές τις πόλεις στα βουνά που τις περικλείουν.
Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει βλάστηση, καθώς μπορεί και απορροφά το νερό ακόμα και όταν πέφτει και σε αυτή τη μορφή. Μπορεί να αυξάνεται η επιφανειακή απορροή, δηλαδή να έχουμε μεγαλύτερα ποτάμια και ρέματα να γεμίζουν από το πολύ νερό, αλλά παρ' όλο αυτά, αν υπάρχει και η βλάστηση βοηθάει στο να φύγει το νερό, να τραβηχτεί από τις ρίζες, που λέμε, των δέντρων, πιο εύκολα. Άρα λοιπόν ένα σημαντικός παράγοντας που οδήγησε στα πλημμυρικά επεισόδια στην Αττική ήταν και αυτός.
-Η Θεσσαλονίκη δεν επηρεάστηκε τόσο πολύ από την κακοκαιρία. Γιατί έγινε αυτό;
Η Θεσσαλονίκη δεν επηρεάστηκε τόσο πολύ, παρόλο που τα προγνωστικά στοιχεία δίνανε αρκετές βροχές και στην πόλη. Δεν είναι ότι δεν έβρεξε. Από την Τετάρτη το βράδυ μέχρι και χθες περίπου σημειωνόντουσαν ανά διαστήματα βροχοπτώσεις, με κάποια μέγιστη ένταση θα έλεγα, την Πέμπτη το βράδυ.
Η Θεσσαλονίκη όταν έχει τόσους ισχυρούς ανατολικούς ανέμους γενικότερα, δεν μπορεί να δει μεγάλα ποσά βροχόπτωσης, γιατί αυτά περιορίζονται περίπου στη Χαλκιδική, σαν να μας κάνει μια «σκιά» ο Χολομώντας. Δηλαδή «κόβει» κάπως τα φαινόμενα αυτός ο ανατολικός άνεμος όπως έρχεται από εκεί και προστατεύει την πόλη της Θεσσαλονίκης.
Γύρω-γύρω όμως στην Πιερία, στην Ημαθία, τη Χαλκιδική όπως είπα, σημειώθηκαν πολύ υψηλά ποσά βροχής, τα οποία ευτυχώς πέσανε μέσα σε συνολικά τρεις ημέρες, χωρίς να δημιουργήσουν προβλήματα, εκτεταμένα τουλάχιστον. Μικροπλημμυρικά επεισόδια είναι λογικό να σημειωθούν εφόσον πέφτει τόσο πολύ νερό.
-Γενικότερα από ότι καταλαβαίνουμε, η Adel και ο Byron έπληξαν περιοχές σχεδόν σε όλη τη χώρα;
Αυτές οι δύο κακοκαιρίες όντως επηρέασαν το σύνολο της χώρας. Αν το δούμε χρονικά, δηλαδή από τις 26 Νοεμβρίου μέχρι και τις 6 Δεκεμβρίου, είχαμε βροχές στο σύνολο της χώρας. Έβρεξε ακόμη και σε τμήματα της Κρήτης, των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων, που είχαν ανάγκη και εκεί το νερό, καθώς δεν είχε βρέξει το προηγούμενο διάστημα.
Το έδαφος είναι αρκετά κορεσμένο στη δυτική χώρα. Που μάλιστα έχει δοκιμαστεί αρκετά μέσα στο Νοέμβριο. Ειδικά η Ήπειρος και το Ιόνιο, το βόρειο κυρίως Ιόνιο, δοκιμάστηκε πάρα πολύ μέσα στο Νοέμβριο από πολλές και συνεχόμενες βροχοπτώσεις. Άρα μιλάμε για ένα πολύ κορεσμένο έδαφος, που οποιαδήποτε κακοκαιρία έρθει από εδώ και πέρα, θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα.
-Υπάρχει πιθανότητα να δούμε σύντομα βροχοπτώσεις ξανά; Τι δείχνουν τα σημερινά δεδομένα;
Μέχρι τουλάχιστον ένα δεκαήμερο μπροστά, από ότι φαίνεται ηρεμεί ο καιρός. Για το καλό όλων μας, θα ηρεμήσει αρκετά. Μέχρι και περίπου τις 16 με 17 του Δεκέμβρη, θα έχουμε πιο ήπιες θερμοκρασίες, δεν θα έχει δηλαδή ιδιαίτερο κρύο για την εποχή και ίσως να είναι και λίγο πάνω από τα συνηθισμένα.
Μάλιστα δεν αναμένονται βροχοπτώσεις και γενικότερα κάποιο σύστημα που να επηρεάζει τη χώρα μας μέχρι και τότε. Υπάρχει ένα «παράθυρο» για μετά τις 17 του μήνα προς τις 18-19 για μια κακοκαιρία, αλλά είναι πολύ μακριά για να πούμε το οτιδήποτε. Κρατάμε ότι μέχρι και τότε ο καιρός θα είναι μαλακός σε γενικές γραμμές, χωρίς φαινόμενα, με κάποιες συννεφιές κυρίως στην Ανατολική Ελλάδα και γενικά εξασθενημένους ανέμους στα πελάγη.
-Είχαν προβλεφθεί οι κακοκαιρίες Adel και Byron από τα μοντέλα πρόγνωσης; Ή μας έφεραν δεδομένα για τα οποία δεν ήμασταν προετοιμασμένοι;
Η αλήθεια είναι πως και οι δύο κακοκαιρίες αυτές, θεωρώ πως ήταν αρκετά κοντά προγνωστικά, σε αυτό που έδιναν τα μοντέλα. Δηλαδή αυτό που συνέβη εν τέλει ήταν πάρα πολύ κοντά με την πρόβλεψη των μοντέλων.
Γιατί καταλαβαίνετε ότι τα μοντέλα είναι και αυτά μηχανήματα τα οποία προσπαθούν να προσομοιώνουν την κατάσταση της ατμόσφαιρας για ένα χρονικό εύρος. Τώρα από εκεί και πέρα, στο 100% δεν μπορούν να πιάσουν σε τοπικό επίπεδο κάποια φαινόμενα.
Δηλαδή το αν στη Δυτική Αττική για παράδειγμα θα έχουμε την πλημμύρα ή λίγο πιο κεντρικά στο λεκανοπέδιο. Μιλάμε για πολλές και μικρές αποκλίσεις τις οποίες τα μοντέλα δυσκολεύονται να πιάσουν πολλές φορές. Γι' αυτό εμείς οι μετεωρολόγοι δεν κοιτάμε μόνο τα παγκόσμια μοντέλα κοιτάμε και τα περιοχικά κάποιες φορές, τα οποία είναι σε καλύτερη κλίμακα και ανάλυση για να μπορούμε να πιάσουμε τέτοιες διαφορές.
Παρόλα αυτά και στις δύο κακοκαιρίες μπορώ να πω ότι είχαμε πολύ καλή απεικόνιση το πώς θα κατανεμηθούν τα φαινόμενα στην χώρα μας. Δηλαδή στην πρώτη κακοκαιρία στην Adel δίνανε επιμονή των φαινομένων στη Δυτική Ελλάδα και το Ανατολικό Αιγαίο όπως και συνέβη και περάσματα στην υπόλοιπη χώρα. Ενώ στη δεύτερη κακοκαιρία είχαμε τα προγνωστικά στοιχεία να δίνουν αρκετές βροχές στην Ανατολική Ελλάδα και μάλιστα σε συγκεκριμένα τμήματα της Ανατολικής Ελλάδας, όπου και εν τέλει συνέβη και εξελίχθηκε όλο αυτό το φαινόμενο.
-Βοήθησαν αυτά τα χιλιοστά βροχόπτωσης στο να εξασφαλιστούν κάποιες ποσότητες νερού στις περιοχές όπου η ξηρασία ήταν πιο έντονη ή επειδή ήταν μεγάλη η ραγδαιότητα των βροχών, χάθηκε το περισσότερο νερό;
Είναι ένα θέμα το οποίο είναι επίκαιρο αρκετά και χρήζει μεγάλης προσοχής γενικότερα, για να δούμε πώς θα μπορέσει να λυθεί τα επόμενα χρόνια.
Είχαμε δύο κακοκαιρίες οι οποίες επηρέασαν τη χώρα μας για σε 6-7 μέρες. Όταν μιλάμε όμως για τέτοιες κακοκαιρίες που έρχονται, περνάνε και φεύγουν και δίνουν τόσο πολύ νερό σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα δεν είναι ικανές αυτές οι βροχές ή αυτό το νερό, ικανό να αναπληρώσει όλο αυτό το νερό που χρειάζεται ο άνθρωπος γενικότερα.
Είπατε τη λέξη ραγδαιότητα. Πάρα πολύ καλά το αναφέρατε. Αυτές οι δύο κακοκαιρίες λοιπόν, λόγω του πολύ θερμού προφίλ που είχε η ατμόσφαιρα πάνω από τη χώρα μας κατά την εξέλιξη τους, είχαμε μεγάλη εξάτμιση από την επιφάνεια της θάλασσας, υψηλές θερμοκρασίες στην επιφάνεια της αναλογικά με την εποχή. Επομένως είχαμε πολύ νερό στην ατμόσφαιρα το οποίο έπεσε με τη μορφή της βροχής.
Θα μου πείτε γιατί το αναφέρω αυτό; Γιατί έτσι είναι ο κύκλος του νερού. Επομένως, όσο πιο θερμά είναι τα νερά και γενικότερα με την κλιματική αλλαγή που αρχίζει όλο αυτό το φαινόμενο και επηρεάζει περισσότερο τα συστήματα και τις καταιγίδες, τόσο περισσότερο νερό πέφτει με μεγαλύτερη ραγδαιότητα και σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα.
Άρα μπορεί να φαίνεται ότι έβρεξε πολύ - και όντως έβρεξε πολύ - αλλά ο τρόπος που έπεσε αυτό το νερό, η ραγδαιότητα ήταν τέτοια, που δεν προλαβαίνει το έδαφος να το απορροφήσει. Δεν έβρεχε για παράδειγμα στην Αθήνα το ίδιο όπως έβρεξε στη Θεσσαλονίκη, που είχαμε ποτιστική βροχή για ώρες, με αποτέλεσμα το έδαφος να προλαβαίνει να απορροφάει το νερό έτσι και να μην έχουμε μεγάλη επιφανειακή απορροή όπως είχαμε για παράδειγμα στην περιοχή της Αττικής.
Επίσης η περιοχή της Αττικής ουσιαστικά χρησιμοποιεί το νερό από τη λίμνη του Μόρνου. Η λίμνη του Μόρνου είναι στην περιοχή της Φωκίδας, επομένως χρειάζεται να βρέξει περισσότερο εκεί παρά στην Αθήνα. Παρ' όλα αυτά όμως, ακόμη και να βρέξει πολύ, το νερό, η επιφανειακή απορροή, είναι το ένα τρίτο για να μπορέσει να γεμίσει ένας ταμιευτήρας.
Εμείς αυτό που θέλουμε περισσότερο και έχουμε ανάγκη περισσότερο στη χώρα μας και λείπει τα τελευταία χρόνια, είναι οι χιονοπτώσεις στα ορεινά τμήματα. Γιατί το χιόνι είναι αυτό που βοηθάει. Πέφτει το χειμώνα στα βουνά, εναποτίθεται αρκετή ποσότητα χιονιού στις ορεινές περιοχές - μιλάμε για φυσιολογικές εποχές τουλάχιστον που γινόταν αυτό - και την άνοιξη έλειωνε σιγά σιγά όπως ανέβαινε η θερμοκρασία και αυτό το νερό κατέληγε στις λίμνες κατά κύριο λόγο.
Αυτό λείπει τα τελευταία χρόνια, δηλαδή η ποσότητα χιονιού στα ορεινά τμήματα. Σκεφτείτε τώρα ότι πάμε προς τα μέσα του Δεκέμβρη και δεν έχουμε χιονοπτώσεις στα βουνά παρά μόνο ελάχιστες και αυτές κυρίως σε πολύ μεγάλα υψόμετρα της βόρειας κυρίως Ελλάδας. Άρα μιλάμε ότι στην υπόλοιπη κεντρική και νότια χώρα, στην οροσειρά της Πίνδου, δεν έχουμε τόσες χιονοπτώσεις και αυτό οφείλεται στις υψηλότερες θερμοκρασίες. Οφείλεται στην κλιματική αλλαγή; θεωρώ ότι επηρεάζει και στην κλιματική αλλαγή αυτό και το βλέπουμε σε βάθος χρόνου προφανώς, όχι μεμονωμένα. Το βλέπουμε γενικά. Ακόμη και στη βόρεια Ελλάδα τα χιόνια στα ψηλότερα τμήματα, στα ορεινά αργούν να έρθουν. Φέτος για παράδειγμα η Φλώρινα δεν έχει χιόνι ακόμη που άλλες χρονιές έχει και από Νοέμβριο.
Αλλά δεν μιλάω τόσο για τις πόλεις, μιλάω κυρίως για τα ορεινά τμήματα, για υψόμετρα άνω των 1700-1800 μέτρων, που θα έπρεπε να έχουν και να μαζεύουν χιόνι όλο το χειμώνα για να μπορέσει αυτό μετά να λιώσει και να πάει ομαλά εκεί που πρέπει να πάει.
Έτσι λοιπόν μία βροχή, μία κακοκαιρία, δεν είναι ικανή να μπορέσει να γεμίσει κάποιον ταμιευτήρα. Μπορεί να συνεισφέρει με κάποιο τρόπο αλλά και πάλι δεν είναι αρκετό για να λυθεί αυτό το πρόβλημα, αυτό το χαοτικό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στην Αθήνα καθώς μιλάμε και για πολύ μεγάλο πληθυσμό πλέον στην Αθήνα, επομένως αυτό δημιουργεί και περισσότερες ανάγκες στη χρήση του νερού.
Άρα καταλαβαίνουμε ότι χρειαζόμαστε και τα χιόνια στην περιοχή μας, εκτός από τις βροχές.
-Και φαντάζομαι στο ίδιο πλαίσιο, αυτό της ευρύτερης κλιματικής αλλαγής, σε βάθος χρόνου παρακολουθούμε ότι το φθινόπωρο γίνεται πιο ξερό με λιγότερες βροχές. Δηλαδή τα πρωτοβρόχια που θυμόμασταν κάποτε, έχουν μειωθεί και στη θέση τους βλέπουμε λιγότερες και πιο έντονες βροχοπτώσεις;
Ουσιαστικά αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια είναι να έχουμε μία παράταση του καλοκαιριού και το Σεπτέμβριο. Δηλαδή μέχρι και τέλος του Σεπτεμβρίου έχουμε καλοκαίρι ακόμα, σαν να διανύουμε έναν δεύτερο Αύγουστο.
Από εκεί και πέρα το φθινόπωρο έχει συρρικνωθεί σε δύο μήνες και φυσικά χειμώνας δεν υπάρχει κατά μένα, δηλαδή όπως υπήρχε τουλάχιστον παλαιότερα. Είναι μία συνέχιση του φθινοπώρου με κάποια διαλλείματα, με κάποιες χειμερινές πινελιές.
Τώρα όμως το πιο σημαντικό είναι αυτό που είπατε ότι ακόμα και το φθινόπωρο, αυτό που συμβαίνει είναι να έχουμε μεγάλα διαστήματα με ηλιοφάνεια, για παράδειγμα ξηρές συνθήκες και κάποια επεισόδια, κάποιες κακοκαιρίες οι οποίες περνάνε για δύο-τρεις μέρες, επηρεάζουν η χώρα και φεύγουν. Και μετά αυτή η κακοκαιρία μπορεί να δώσει τη θέση της σε 10-15 μέρες με καλό καιρό πάλι.
Όμως δεν είναι αυτό το φυσιολογικό που έχουμε μάθει τα τελευταία χρόνια. Φέτος μπορώ να πω παρόλα αυτά και να το τονίσω, ότι ήταν μία χρονιά που δεν μπορώ να τη συγκρίνω με τα περσινά, προπέρσινα Φθινόπωρα. Ήταν καλύτερη η εικόνα, δηλαδή είχαμε περισσότερες βροχοπτώσεις. Μιλάω κυρίως για τη δυτική και βορειοδυτική Ελλάδα που ακόμα και εκεί που ουσιαστικά σημειώνονται τα μεγαλύτερα ποσά βροχόπτωσης σε όλη την Ελλάδα, πέρυσι για παράδειγμα το Φθινόπωρο και πρόπερσι, δεν είχαμε τόσο μεγάλα ύψη βροχής. Δηλαδή είχε λείψει και εκεί το νερό που είναι συνηθισμένοι στο πολύ νερό.
Άρα αν δεν βρέξει εκεί, πώς περιμένουμε να βρέξει και στην υπόλοιπη χώρα για παράδειγμα; Αυτό θέλω να πω. Φέτος λοιπόν ήταν μία καλύτερη εικόνα - τώρα που έχει τελειώσει και το Φθινόπωρο ουσιαστικά και βαδίζουμε προς το χειμώνα πλέον, μπορώ να πω ότι ήταν πολύ καλύτερη η εικόνα από άποψη βροχών, οι θερμοκρασίες ήταν κοντά στα κανονικά, ίσως λίγο παραπάνω για το Νοέμβριο για παράδειγμα, αλλά γενικά ήμασταν και κοντά στα κλιματικά επίπεδα για τις θερμοκρασίες. Δεν είχαμε μεγάλες αποκλίσεις από το μέσο όρο, άρα δεν είχαμε ούτε πολύ θερμό ούτε πολύ ψυχρό Φθινόπωρο. Είχαμε όμως αρκετές βροχές με έμφαση τη δυτική και βορειοδυτική κυρίως Ελλάδα, τη δυτική Μακεδονία, την Ήπειρο και το Ιόνιο. Εκεί είχαμε αρκετό νερό το οποίο δημιούργησε προβλήματα, εννοείται, γιατί πέφτει με μεγάλη ραγδαιότητα, αλλά παρόλα αυτά, το είχε ανάγκη η περιοχή να πέσει αυτό το νερό, όχι φυσικά όπως έπεσε, αλλά το είχε ανάγκη.
Έχοντας το μυαλό μας στα προηγούμενα χρόνια, το τι γινόταν με το φθινόπωρο, τον χειμώνα και τις εποχές γενικότερα, το ότι έπεσε φέτος αυτό το νερό τη συγκεκριμένη περίοδο, σημαίνει ότι δεν υπάρχει κλιματική αλλαγή; Σημαίνει ότι είμαστε πιο κοντά στις «φυσιολογικές συνθήκες»; Ή δεν σημαίνει τίποτα καθώς αυτά τα δεδομένα πρέπει να τα βλέπουμε σε βάθος ετών;
Θα σας πω ουσιαστικά τι γίνεται, επειδή και ο κόσμος μπερδεύεται πάρα πολύ. Εγώ το θεωρώ πολύ φυσιολογικό να μπερδεύεται όταν ακούει τόσα πολλά και χάνεται η πληροφορία που πρέπει να μεταδοθεί στον άνθρωπο.
Για να μιλήσουμε για κλίμα, όπως μας λένε και στο πανεπιστήμιο ακόμη και σήμερα, θα πρέπει να έχουμε στο νου μας τουλάχιστον 30 έτη. Να έχουμε δηλαδή μια μεγάλη χρονοσειρά, γιατί ο καιρός μπορεί να είναι το τι συμβαίνει τώρα έξω, αλλά το κλίμα, για να βγάλουμε μια κλιματική τιμή πρέπει να μελετήσουμε τον καιρό πολλών ετών.
Άρα, έστω και έχουμε μελετήσει τον καιρό για τα προηγούμενα 30 έτη μέχρι πχ και το 2010 και έχουμε βγάλει μια κλιματική τιμή. Για να δούμε λοιπόν ο μήνας Νοέμβριος αν ήταν κοντά στην κλιματική τιμή αυτών των 30 προηγούμενων Νοεμβρίων που πέρασαν, πρέπει να πούμε πχ, «αυτόν το Νοέμβριο έβρεξε 200 χιλιοστά στην Αθήνα, ενώ κατά μέσο όρο πρέπει να βρέχει 100 χιλιοστά, σύμφωνα με την κλιματική τιμή που έχει βγει για τα προηγούμενα 30 έτη. Άρα, είμαστε πάνω από τα κλιματικά». Έτσι βγαίνει μια κλιματική τιμή και ουσιαστικά τη συγκρίνουμε με το σήμερα.
Τώρα, από εκεί και πέρα, αυτό που συμβαίνει, γιατί ναι πολλοί λένε για παράδειγμα, «χιόνισε πολύ στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια, είχαμε πολλές χιονοπτώσεις, έκλεισε η Ατττική οδός, γίνανε τόσα προβλήματα, άρα, μια χαρά έχουμε χειμώνα. Που είναι η κλιματική αλλαγή που μας λέτε;».
Το ότι έχουμε κάποια επεισόδια χιονοπτώσεων ή ακόμη και βροχοπτώσεων ισχυρών, δεν σημαίνει ότι αναιρεί τη γενική εικόνα των πραγμάτων. Αυτά ουσιαστικά τα φαινόμενα και είναι σπάνια να συμβούν και έχουν γίνει πιο ακραία λόγω της κλιματικής αλλαγής. Δηλαδή, το χιόνι που έπεσε εκείνη τη μέρα στην Αθήνα μέσα σε λίγες ώρες και δημιούργησε όλο αυτό το χάος στην Αττική Οδό, δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί κάθε χειμώνα.
Αυτό μπορεί να συμβεί πάλι σε 30, 40, 50 χρόνια. Κανείς δεν το ξέρει. Δεν είναι το φυσιολογικό. Ναι μεν χιονίζει και χιόνιζε στην Ελλάδα και κυρίως σε περιοχές ανατολικά της Πίνδου που ευνοεί η μεταφορά ψυχρότερων αέριων μαζών. Προφανώς και χιονίζει και χιόνιζε. Αλλά αν το δούμε συνολικά, πλέον λείπουν τα χιόνια. Δεν εστιάζω τόσο στις μεγάλες πόλεις, ότι αν δεν χιονίζει στην Αθήνα έχω κλιματική αλλαγή, όσο στη γενική εικόνα, του ότι δεν έχουμε χιόνια για παράδειγμα σε υψηλότερα τμήματα, σε ορεινές περιοχές. Ακόμα και εκεί λείπουν τα χιόνια.
Οπότε βλέποντας και τις θερμοκρασίες προφανώς και όχι μόνο τις χιονοπτώσεις, το νερό με όποια μορφή και αν είναι σε πάγο κτλ, αν δούμε τις θερμοκρασίες, είναι κάθε φορά λίγο πάνω ή πολύ πάνω από τον μέσο όρο, από εκεί που πρέπει να είναι δηλαδή, η μέση θερμοκρασία.
Παρότι κάποια χρονιά μπορεί να έχουμε πιο χαμηλή θερμοκρασία, η γενική εικόνα είναι ότι ανεβαίνει η θερμοκρασία…
Ακριβώς. Και φυσικά πρέπει να κοιτάμε και την παγκόσμια τάση, όχι μόνο για τη χώρα μας, και τι συμβαίνει γενικότερα στον πλανήτη. Γιατί η μετεωρολογία είναι μια επιστήμη που μπορεί τον καθέναν να τον ενδιαφέρει ο καιρός έξω από το σπίτι του ή εκεί που θα ταξιδέψει, που θα πάει. Αλλά έναν επιστήμονα δεν τον ενδιαφέρει μόνο ο καιρός, για παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη σήμερα. Τον ενδιαφέρει ο καιρός σε κάθε γωνία της γης, γενικότερα τι συμβαίνει.
Γιατί αυτά τα φαινόμενα που μπορεί να συμβούν σε μια άλλη άκρη της γης, για παράδειγμα ένα φαινόμενο στην Αγγλία, πώς μπορεί να έχει αντίκτυπο αυτό το φαινόμενο στη χώρα μας; Δηλαδή μελετάμε και τέτοιες περιπτώσεις. Ένας αντικυκλώνα εκεί, πώς μπορεί να φέρει κρύο στην Ελλάδα για παράδειγμα και χιονοπτώσεις.
Ή έναν κλιματολόγο τον ενδιαφέρει να δει τι συμβαίνει γενικότερα, καθώς ο καιρός δεν έχει σύνορα, δεν κοιτάει περιοχές, χώρες. Εξελίσσεται παντού στην ατμόσφαιρα, σε οποιοδήποτε σημείο.
-Και όλοι τον χειμώνα έχουμε ακούσει κατά καιρούς για «ψυχρές αέριες μάζες που κινούνται από τη Βόρεια Ευρώπη προς νοτιότερα προς τη χώρα μας» και περιμένουμε κρύο μετά από μια δύο μέρες…
Οι αέριες μάζες, όπως το είπατε, ταξιδεύουν. Επομένως, πρέπει να βλέπουμε πώς κινούνται, από πού έρχονται, πώς αλληλεπιδρούν με τις θάλασσες κτλ. Γιατί μια αέρια μάζα έχει κάποια χαρακτηριστικά, μπορεί να είναι πιο υγρή, πιο θερμή, πιο ξηρή, επομένως, ταξιδεύοντας, αλλάζει χαρακτηριστικά και έτσι έχουμε και τα αντίστοιχα βαρομετρικά συστήματα που δημιουργούνται. Άρα, είναι πολύ σημαντικό να κοιτάμε σε μεγάλη κλίμακα όλο αυτό το φαινόμενο.
Να τονίσω ότι η μετεωρολογία, είναι μια χαοτική επιστήμη. Αυτό δεν το καταλαβαίνει ο κόσμος πολλές φορές. Νομίζει ότι βγήκε ο τάδε μετεωρολόγος στην τηλεόραση, είπε ότι θα έχουμε βροχές, κοιτάει έξω, συννεφιά δεν έβρεξε. Άρα ο μετεωρολόγος έπεσε «έξω». Εννοείται ότι ένας μετεωρολόγος στην τηλεόραση έχει δύο λεπτά, και πολύ μπορεί να λέω, να πει τον καιρό για όλη την Ελλάδα.
Η Ελλάδα έχει τέτοια γεωμορφολογία που ο καιρός μπορεί, για παράδειγμα, στα Γιάννενα να έχει «κατακλυσμό», και λίγο πιο δυτικά από το Μέτσοβο προς τα Γρεβενά, να έχει λίγη συννεφιά, να μην ρίχνει τίποτα. Άρα αυτή τη διαφοροποίηση, μέσα σε λίγα χιλιόμετρα, καταλαβαίνετε ότι ένας μετεωρολόγος στην τηλεόραση μέσα σε δύο λεπτά δεν μπορεί να την πει. Ακόμα και να τη βλέπει και να την ξέρει, δεν μπορεί να κάνει τόσο αναλυτικό δελτίο.
Γιατί δεν θεωρώ ότι υπάρχουν συνάδελφοι που δεν γνωρίζουν, για την Ελλάδα πάντα, και για τον καιρό της χώρας μας, τέτοιες διαφοροποιήσεις. Από εκεί και πέρα, γενικότερα, ο κόσμος πρέπει να είναι υπομονετικός, να δείχνει κατανόηση σε όλο αυτό, γιατί όποιος μελετάει την ατμόσφαιρα, πραγματικά θέλει πολύ γερό στομάχι να μπορέσει να αντιληφθεί το τι συμβαίνει. Το ότι ένα μοντέλο μπορεί να σου δίνει κάτι, είτε βροχή, είτε χιόνι, είτε οτιδήποτε, δεν σημαίνει ότι θα γίνει και αυτό. Πρέπει να βάλεις και την προσωπική σου εμπειρία, τις γνώσεις σου και κάποιος που γνωρίζει το τι υπάρχει από πίσω από ένα μοντέλο, τα μαθηματικά η φυσική κτλ, μπορεί να καταλάβει πόσο δύσκολο και χαοτικό είναι όλο αυτό. Το να κρίνουμε είναι το μόνο εύκολο.








