Οι κατηγορούμενοι οδηγήθηκαν ενώπιον εισαγγελέα από όπου τους ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά περίπτωση για διεύθυνση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, λαθρεμπορία άνω των 150.000€, πλαστογραφια, οπλοκατοχή και διακίνηση παράνομων και πλαστών φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Ακολούθως παραπέμφθηκαν στη 2η Τακτική Ανακρίτρια από την οποία αναμένεται να ζητήσουν και να λάβουν προθεσμία για να προετοιμάσουν τις απουσίες τους.
Την υπόθεση έφεραν στο φως τα έμπειρα στελέχη του Τμήματος Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος. Η εγκληματική οργάνωση συστάθηκε από 12 άτομα με κύριο μέλημα τους, την λαθρεμπορία αλκοολούχων ποτών και στην παράνομη εισαγωγή και διακίνηση παράνομων και πλαστών φυτοπροστατευτικών προϊόντων.
Η δράση τους, που συνεχίζονταν μέχρι και την μέρα της σύλληψης του, συγκεκριμένα, το Σαββατοκύριακο 27 και 28 Σεπτεμβρίου έλαβε τέλος ύστερα από μια πολύ καλά συντονισμένη επιχείρηση της ΥΑΟΕΒΕ και της ΔΑΟΕ με την συνδρομή του Αστυνομικού Τμήματος Σκιάθου, σε περιοχές της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας και της Σκιάθου, αντίστοιχα και συνέλαβαν 10 άτομα.
Η δικογραφία σχηματίστηκε σε βάρος των 10 συλληφθέντων και δύο ακόμα που έχουν ταυτοποιηθεί ηλικίας από 25 έως 67, έλληνες και Ουκρανοί υπήκοοι, αφορά σε -κατά περίπτωση-εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, παράβαση του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, καθώς και της νομοθεσίας για τα γεωργικά φάρμακα και της νομοθεσίας για τα όπλα και εκρηκτικά.
Η έρευνα ξεκίνησε ύστερα από πληροφορία που έφτασε στα χέρια των Αρχών, ένα εκ των μελών της οργάνωσης φερόταν να εισάγει στην χώρα μας παράνομα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, σε συνεργασία με έτερο μέλος, το οποίο προωθεί τα προϊόντα μέσω μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σε καταστήματα πώλησης γεωργικών εφοδίων σε ολόκληρη την επικράτεια.
Μετά από πολύμηνη και συστηματική έρευνα του Τμήματος Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων, διακριβώθηκε ότι, τουλάχιστον από το 2012, τα μέλη της οργάνωσης εισήγαγαν παράνομα μεγάλο όγκο εμπορευμάτων (λαθραίων αλκοολούχων ποτών, παράνομων και πλαστών φυτοπροστατευτικών προϊόντων κ.ά.), από χώρα της ανατολικής Ευρώπης εντός της ελληνικής επικράτειας, με σκοπό τη μεταπώλησή τους.
Για να πετύχουν τον σκοπό τους, είχαν κατασκευάσει σε, ταξινομημένα στην Ουκρανία κυρίως, τουριστικά λεωφορεία, ειδικές κρύπτες τις οποίες χρησιμοποιούσαν ώστε να αποκρύπτουν επιμελώς τα παράνομα εμπορεύματα, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο τους τελωνειακούς και διασυνοριακούς ελέγχους.
Ακολούθως, τα προϊόντα παραλαμβάνονταν από άλλα μέλη της οργάνωσης, στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα, αποθηκεύονταν σε προκαθορισμένους χώρους, που διαχειρίζονταν αποκλειστικά τα μέλη και στη συνέχεια διακινούνταν σε αγοραστές, με μέση τιμή πώλησης τα 10 ευρώ ανά φιάλη.
Επισημαίνεται ότι, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης για να δυσχεράνουν το έργο των Αρχών λάμβαναν μέτρα αντιπαρακολούθησης κατά τις επικοινωνίες τους ενώ χρησιμοποιούσαν συνθηματικές λέξεις για τα αλκοολούχα ποτά, όπως «νερό», «κατσίκα», «κονσέρβα», «λευκή», «μαύρη» και «γαλάζια», οι οποίες παραπέμπουν στα χρώματα των φιαλών που διακινούσαν.
Παράλληλα, από την αστυνομική έρευνα προέκυψε ο ρόλος του κάθε μέλους της εγκληματικής οργάνωσης. Κεντρικό πρόσωπο φέρεται να ήταν ένας 60χρονος, ο οποίος λειτουργούσε ως αρχηγός και συντόνιζε τη συνολική δράση, ενώ σε βάρος του είχε ήδη επιβληθεί περιοριστικός όρος για παρόμοιο αδίκημα.
Στη δομή της οργάνωσης συμμετείχε 25χρονος, που είχε αναλάβει τις παραδόσεις και συνέδραμε στις εκφορτώσεις και την αποθήκευση των παράνομα εισαχθέντων εμπορευμάτων. Σημαντικό ρόλο είχε και ένας 64χρονος οδηγός λεωφορείων, ο οποίος μεριμνούσε για την εκφόρτωση, την απόκρυψη και την αποσυναρμολόγηση ειδικών κρυπτών, ενώ μαζί με μία 56χρονη συνεργό του διέθεταν προς πώληση τα παράνομα αλκοολούχα ποτά.
Στην ίδια δράση εμπλέκεται και 51χρονος οδηγός λεωφορείων, που μετέφερε και παρέδιδε τα εμπορεύματα κατόπιν συνεννόησης με το αρχηγικό μέλος και τον 25χρονο. Επίσης, 38χρονος ιδιοκτήτης εταιρείας του εξωτερικού παρείχε λεωφορείο για τη μεταφορά του παράνομου φορτίου και συμμετείχε στις διαδικασίες εκφόρτωσης.
Υποστηρικτικό ρόλο είχαν ένας 55χρονος και ακόμη ένας 60χρονος, οι οποίοι παρακολουθούσαν και βοηθούσαν κατά περίπτωση στις εκφορτώσεις. Στην οργάνωση συμμετείχε και ένας 44χρονος υπάλληλος ταξιδιωτικού γραφείου, πλήρως ενήμερος για τις μεταφορές, που βοηθούσε στη διακίνηση δεμάτων προς τον τελικό προορισμό.
Η 56χρονη συνεργός του 64χρονου αναλάμβανε, επίσης, σε συνεργασία μαζί του, τις αγοραπωλησίες των παράνομα εισαχθέντων ποτών. Τέλος, 67χρονος συνέδραμε στη μεταφορά ποτών σε χώρους συγκέντρωσης των εμπορευμάτων, ενώ η έρευνα αποκάλυψε και τη δράση ενός ακόμη μέλους που δεν έχει συλληφθεί, υπάλληλου ταξιδιωτικού γραφείου σε χώρα της Ανατολικής Ευρώπης, το οποίο συνεργαζόταν με την οργάνωση παραδίδοντας προϊόντα στους οδηγούς για μεταφορά στην Ελλάδα.