Μετά την απόφαση των συνηγόρων των 147 κατηγορουμένων, εκ των οποίων πέντε από τη διοίκηση της ΠΑΕ είναι κατηγορούμενοι για πλημμελήματα, αλλά και των δικηγόρων προς υποστήριξη της κατηγορίας, η δίκη διακόπηκε για τις 10 Δεκεμβρίου.
Ειδικότερα, με την έναρξη της διαδικασίας σήμερα, δεύτερη συνεδρίαση του δικαστηρίου, όλοι οι παριστάμενοι δικηγόροι δήλωσαν αποχή από τα καθήκοντά τους, επικαλούμενοι τη δυσχερή πρόσβαση στον χώρο των φυλακών του Κορυδαλλού αλλά και την πλήρη ακαταλληλότητα της αίθουσας. Το αίτημα των δικηγόρων είναι η μεταφορά της δίκης στο Εφετείο της Αθήνας. Το δικαστήριο διέκοψε, για να αποφασίσει επί του αιτήματος των δικηγόρων.
Στη δήλωση αποχής «απάντων των συνηγόρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων της δίκης ενώπιον του Β' Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (για κακ/τα) που συνεδριάζει στον Κορυδαλλό» αναφέρονται τα εξής:
«Πρωτίστως δηλώνουμε ότι επιθυμούμε την απρόσκοπτη διεξαγωγή της δίκης. Αναγκαίος όρος για την επίτευξη της κοινής αυτής επιδίωξης είναι η εξασφάλιση της δυνατότητας στους συνηγόρους να εκπληρώσουν το λειτουργικό καθήκον τους.
Οι συνθήκες, όμως, που βιώσαμε κατά την εναρκτήρια συνεδρίαση του Δικαστηρίου, οι οποίες είναι αδύνατον να μεταβληθούν ουσιωδώς ώστε να διασφαλίζουν την επιτυχή και ορθή κατά τον νόμο διεξαγωγή της δίκης, ματαιώνουν την εύλογη αυτή προσδοκία.
Πράγματι, στη ματαίωση της θεμιτής αυτής επιδίωξης συντελούν αιτιωδώς τα ακόλουθα ανυπέρβλητα εμπόδια:
Η αίθουσα έχει απολύτως ακατάλληλο σχήμα (μακρόστενη) με συνέπεια ο μεγάλος αριθμός συνηγόρων και διαδίκων να αδυνατεί να ακούσει τα διαμειβόμενα και να παρακολουθήσει τη διεξαγόμενη διαδικασία, πολλώ μάλλον να συμμετάσχει ενεργώς σε αυτήν, λόγω μεγάλης απόστασης από την έδρα του Δικαστηρίου και το εδώλιο μαρτύρων και κατηγορουμένων. Σημειωτέον ότι στην αίθουσα δεν λειτουργούν τα μεγάφωνα, με αποτέλεσμα όσοι δεν κάθονται στα μπροστινά έδρανα να μην ακούουν καν τι λέγεται στη διαδικασία.
Τα πρόχειρα, κακοφτιαγμένα και με ελάχιστη επιφάνεια έδρανα των συνηγόρων δεν επαρκούν ούτε για την απόθεση των εγγράφων της ογκωδέστατης δικογραφίας, πολύ περισσότερο για να σημειώνουν οι συνήγοροι ό,τι κρίνεται αναγκαίο για να αξιοποιηθεί αποδεικτικώς. Επιπλέον, στην αίθουσα υπάρχει ένα μόνο μικρόφωνο σε κάθε πλευρά, μέσω του οποίου καταχωρίζονται τα διαμειβόμενα στην αποδεικτική διαδικασία. Τούτο σημαίνει ότι οι δεκάδες των συνηγόρων που παρίστανται πρέπει κάθε φορά που λαμβάνουν τον λόγο να εγκαταλείπουν το προορισμένο για αυτούς έδρανο και να σπεύδουν στο μοναδικό μικρόφωνο μεταφέροντας εκεί και όλο το σχετικό έγγραφο υλικό που χρειάζονται για να ασκήσουν τα καθήκοντά τους.
Καθίσταται, συνεπώς, ανέφικτη η εκπλήρωση των όρων εκπροσώπησης των εντολέων μας, όπως προβλέπεται στον ΚΠΔ, γεγονός που αποκλείει τη δίκαιη διεξαγωγή της δίκης.
Υπό τις προπεριγραφείσες συνθήκες παραβιάζονται, πέραν του δικαιώματος υπερασπίσεως, οι αρχές της δημοσιότητας και της προφορικότητας, αφού οι παριστάμενοι διάδικοι και συνήγοροι ούτε βλέπουν ούτε ακούουν τα συμβαίνοντα στη δίκη».
Επιπλέον, οι δικηγόροι θέτουν και ζητήματα υγιεινής καθώς, όπως σημειώνουν, «η αίθουσα είναι δύσοσμη και άκρως ανθυγιεινή, χαμηλοτάβανη και με ανεπαρκέστατο αερισμό. Ο συνωστισμός εκατοντάδων ανθρώπων στην εν λόγω αίθουσα θα οδηγήσει με βεβαιότητα στην επικίνδυνη διάδοση γρίπης ή άλλων λοιμωδών νοσημάτων με τις εντεύθεν συνέπειες για την υγεία των παραγόντων της δίκης και την ομαλή διεξαγωγή της. Στη διάρκεια της συνήθους διακοπής, εξάλλου, δεν υπάρχει επαρκής χώρος για τους παράγοντες της δίκης, που αναγκάζονται να στριμώχνονται σε έναν στενό διάδρομο, ούτε δυνατότητα ικανοποίησης συνήθων αναγκών (ανεπαρκείς χώροι υγιεινής, δύσκολη πρόσβαση σε πόσιμο νερό κ.λπ.)».
Τέλος, τονίζουν: «Η πρόσβαση και η αποχώρηση από την αίθουσα των συνεδριάσεων είναι λίαν προβληματική. Ο έλεγχος που διενεργείται κατά την είσοδο προς και από την αίθουσα συνεδρίασης απαιτεί πολύ χρόνο, το αυτό δε ισχύει και για την έξοδο, με αποτέλεσμα την απώλεια τουλάχιστον μιας ώρας αντιστοίχως υπό συνθήκες αναμονής και ορθοστασίας σε εξωτερικούς χώρους. Στη μακρά αναμονή κατά την είσοδο και την έξοδο προστίθεται η δυσκολία μετάβασης και αποχώρησης από τον Κορυδαλλό λόγω του κυκλοφοριακού φόρτου και της έλλειψης θέσεων στάθμευσης, καθώς και η αδυναμία διευθέτησης παράλληλων υποχρεώσεων των συνηγόρων σε διαδικασίες που διεξάγονται στο Εφετείο Αθηνών ή στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων.
Υπό τις συνθήκες αυτές είναι αδύνατη η εύρυθμη διεξαγωγή της δίκης και η ουσιαστική εκπλήρωση του υπερασπιστικού μας καθήκοντος. Για την επίτευξή τους είναι απολύτως αναγκαία η μετάθεση του τόπου συνεδρίασης του Δικαστηρίου σε κατάλληλη αίθουσα στο κτίριο του Εφετείου Αθηνών και δη στην Αίθουσα Τελετών. Σημειωτέον ότι οι διεξαγόμενες στην αίθουσα αυτή δίκες ευρίσκονται στην τελική φάση τους και, επομένως, αυτή είναι διαθέσιμη για τη διεξαγωγή της παρούσης».





