Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στα Μακεδονικά Νέα, ιδιοκτήτης επιχείρησης και μέλος του προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου, του νεοσύστατου επαγγελματικού και εμπορικού φορέα των κεντρικών αγορών της Θεσσαλονίκης, στις οποίες εκτός από το Καπάνι περιλαμβάνονται και αυτές της Άθωνος, του Μπεζεστένι και του Μοδιάνο, Δημήτρης Γκούμας, «μετά τον σεισμό του 1978, έγιναν κάποιες διευκολύνσεις στους τότε επαγγελματίες της περιοχής του Καπάνι. Επί της ουσίας, δηλαδή, τους δόθηκαν άδειες για να γίνουν τα κτίρια τσιμεντένια, με θεμέλια, με μπετόν, με προδιαγραφές κλπ. Καθ' όλη τη δεκαετία του '80 μέχρι και το 1992 χτίζονταν κτίρια, τα οποία σήμερα είναι ''λουλούδια''. Κτίρια που αν γίνει σήμερα κάτι ανάλογο, η φωτιά δεν μπορεί από το ένα κτίριο να πάει στο άλλο.
Ωστόσο πολλοί ιδιοκτήτες επειδή νοίκιαζαν ακριβά τότε τα καταστήματά τους που είχαν πολύ δουλειά δεν μπήκαν καν στον κόπο να προχωρήσουν σε ανακατασκευές με αποτέλεσμα να αφήσουν τα παλιά ''χαμόσπιτα'' με λαμαρίνες. Τα οποία μάλιστα διαχωρίζονται από τοιχία πάχους ενός (!) εκατοστού. Δηλαδή άμα δώσω μια μπουνιά στο διαχωριστικό, θα βγω στον δίπλα. Δεν πρόκειται ούτε καν για γυψοσανίδες και αυτό συμβαίνει στο κέντρο της περίκαυστου».
Και προσθέτει πως «είναι πραγματικά κρίμα γιατί έχουν δοθεί εκατομμύρια μέσω ΕΣΠΑ, όμως καμιά δημοτική αρχή δεν έσκυψε ποτέ πάνω στο πρόβλημα για να δώσει έναν κανονισμό π.χ. για την πυρόσβεση. Εγώ δεν λέω να υποχρεώσει τους ιδιοκτήτες να κάνουν κάτι, γιατί είναι μεγάλα τα κόστη και πλέον έχουμε μπει σε δύσκολες εποχές. Αλλά τουλάχιστον να βγει ένα κονδύλι μέσω ΕΣΠΑ γι' αυτές τις λαμαρίνες.
Ξέρετε, η Πυροσβεστική Υπηρεσία κάνει συχνούς ελέγχους αλλά μόνο στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Καταστήματα με είδη ρουχισμού, καταστήματα με τσάντες, με οτιδήποτε μπορείτε να φανταστείτε που δεν υπάγεται σε υγειονομικό καθεστώς δεν ελέγχονται από την πυροσβεστική. Δηλαδή εγώ που έχω κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, πρέπει να έχω κόκκινο βιβλίο, πρέπει να έχω πυροσβεστική φωλιά και πυροσβεστήρες. Δεν θα με σώσουν, γιατί αφορούν μόνο μικρές εστίες.
Όμως στο Καπάνι προχθές ο κρουνός ήταν κοντά γι' αυτό και η φωτιά περιορίστηκε άμεσα. Αν ήταν πιο μέσα, δεν θα περιοριζόταν και σήμερα το κέντρο θα ήταν... γήπεδο».
Είναι χαρακτηριστικό πως η φωτιά που ξέσπασε το 1917 και ουσιαστικά κατέστρεψε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της Θεσσαλονίκης, ξεκίνησε από ένα τηγάνι νοικοκυράς. Πόσο μακριά βρισκόμαστε από ένα τέτοιο ενδεχόμενο το 2025; Ο κ. Γκούμας απαντά: «Είναι απλό. Το μόνο που έχει αλλάξει όλα αυτά τα χρόνια, είναι η αμεσότερη επέμβαση της πυροσβεστικής. Ο κίνδυνος παραμένει ο ίδιος. Τα εμπορεύματα εδώ είναι εύφλεκτα και πάλι καλά να λέμε, γιατί υπάρχουν και καταστήματα στην περιοχή που έχουν φιάλες προπανίου. Δηλαδή το ένα από τα δύο καταστήματα στα οποία η φωτιά έκαιγε στο πατάρι, ευτυχώς έμεινε εκεί και δεν κατέβηκε προς τα κάτω, στις φιάλες. Δεν θα είχε μείνει ούτε φύλλο λαμαρίνας στην περιοχή.
Κι εδώ πρέπει να σημειώσω δυστυχώς ότι έχουμε αρκετά καταστήματα στην περιοχή με φιάλες προπανίου. Πάλι δεν θέλω να στοχοποιήσω κανέναν, γιατί δεν θέλω να μπω σε αντιπαραθέσεις, αν και κακώς, διότι θα έπρεπε να έχουμε μπει εδώ και καιρό στην διαδικασία να απομακρύνουμε το προπάνιο από την πυρίκαυστο. Πρέπει κάποια στιγμή να βάλουμε όλοι μας μυαλό. Εάν αυτή η φωτιά είχε ξεσπάσει βράδυ πιστεύω ότι θα είχαμε θρηνήσει θύματα».
Έντονη η μυρωδιά καμμένου σε ολόκληρη την πόλη
Μπορεί η φωτιά να ξέσπασε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, όμως η μυρωδιά λόγω των καιρικών συνθηκών ταξίδεψε σε αρκετές και απομακρυσμένες περιοχές της πόλης.
«Έτσι ακριβώς. Φυσούσε και λίβας. Και σήμερα η μυρωδιά δεν έχει φύγει από τα καταστήματα. Η ατμόσφαιρα εδώ, είναι αποπνικτική, μυρίζει παντού καμμένο. Και οι ιδιοκτήτες έχουν κάνει το μεγαλύτερο έγκλημα, γιατί έτσι πέφτει η αξία των ακινήτων τους. Να φανταστείτε ότι κάποτε η Βλάλη ήταν από τους δρόμους με την υψηλότερη αντικειμενική αξία των ακινήτων στη Θεσσαλονίκη. Και εξακολουθεί να είναι».
Φτιάξαμε τα δάπεδα αλλά οι λαμαρίνες κρέμονται
Αναφερόμενος στις αναπλάσεις που έχουν ξεκινήσει να γίνονται στην περιοχή ο Δημήτρης Γκούμας σημειώνει ότι αυτές, αφορούν κυρίως τα δάπεδα και όχι τα κτίρια. «Φτιάξαμε τα δάπεδα όπως τα φτιάξαμε και οι λαμαρίνες κρέμονται πάνω από το κεφάλι μας. Αυτά τα πράγματα και ενέχουν τον κίνδυνο της φωτιάς, αλλά και της σωματικής ακεραιότητας των επισκεπτών και όλων όσοι εργάζονται στην περιοχή. Άραγε τι περιμένουν να γίνει με αυτή την κατάσταση; Περιμένουν να μετατραπεί το Καπάνι σε νέα Λαδάδικα. Ναι αλλά είναι στην Αριστοτέλους και νέα Λαδάδικα δεν μπορούν να γίνουν εδώ».
Η νέα κίνηση εκπροσώπησης των επαγγελματιών
Αναφερόμενος στον νέο υπό σύσταση φορέα εκπροσώπησης των επαγγελματιών των κεντρικών αγορών της Θεσσαλονίκης, ο Δημήτρης Γκούμας που αποτελεί μέλος της προσωρινής διοίκησης του σημείωσε: «Σε περίπου δεκαπέντε ημέρες αναμένονται τα χαρτιά από το Πρωτοδικείο. Να κάνουμε κάποιες κινήσεις να φέρουμε τουρίστες, να πιέσουμε τον δήμαρχο. Φυσικά σε κάποια θέματα ο τελευταίος είναι κάπως ''βράχος'', αλλά γνωρίζω ότι έχει και μια ευαισθησία γι' αυτή την περιοχή η οποία έχει να κάνει με μνήμες και θύμησες. Τον έχω πιάσει πολλές φορές να περπατάει μέσα στο Καπάνι. Και να ελέγχει και τα έργα.
Από όσο γνωρίζω όμως ο πατέρας του δούλευε στην Άθωνος και αυτόν τον δρόμο τον διέσχιζε καθημερινά, όπως και ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου είχε σκύψει πάνω από την αγορά και τώρα που θα κάνουμε και την κίνηση είναι σημαντικό να μπορέσουμε να βοηθήσουμε τον άνθρωπο που έχασε την επιχείρησή του».
Ζημιές ύψους 150.000 ευρώ
Την ίδια στιγμή σε απόγνωση φέρεται να βρίσκεται ο ιδιοκτήτης του καταστήματος με είδη σουβενίρ, το οποίο παραδόθηκε στις φλόγες το μεσημέρι της Κυριακής. Όπως αναφέρει ο κ. Γκούμας, «η ζημιά φέρεται να φτάνει τα 150.000 ευρώ. Και μιλάμε για έναν νοικοκύρη που ξεκίνησε από το μηδέν και αύριο το πρωί δεν θα έχει κλειδαριά να βάλει τα κλειδιά του».
Τέλος αναφορικά με τα αίτια που προκάλεσαν την φωτιά, αυτή φέρεται να ξεκίνησε από βραχυκύκλωμα, το οποίο όμως «δεν γνωρίζουμε από ποιο κατάστημα ξεκίνησε».