Τον Αύγουστο, η Γερμανία συνέχισε να απελαύνει καταδικασμένους εγκληματίες αφγανικής υπηκοότητας στην πατρίδα τους, μετά την παύση των απελάσεων έπειτα από την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν τον Αύγουστο του 2021, με την υποστήριξη των «βασικών περιφερειακών εταίρων», όπως δήλωσε το Βερολίνο.
Η Γερμανία δεν αναγνωρίζει την κυβέρνηση των Ταλιμπάν ως νόμιμη και δεν έχει επίσημους διπλωματικούς δεσμούς μαζί της.
«Η ιδέα μου είναι να κάνουμε συμφωνίες απευθείας με το Αφγανιστάν για να επιτρέψουμε τους επαναπατρισμούς», δήλωσε ο Ντόμπριντ στη συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο το βράδυ της Τετάρτης (02/07).
«Εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε τρίτους για να διεξάγουμε συνομιλίες με το Αφγανιστάν. Αυτό δεν μπορεί να παραμείνει μια μόνιμη λύση», πρόσθεσε ο πολιτικός του συντηρητικού CSU, του βαυαρικού αδελφού κόμματος του CDU του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς.
Ο Μερτς είχε δεσμευτεί να απελάσει ανθρώπους στο Αφγανιστάν και τη Συρία, καθώς και να σταματήσει τα προγράμματα εισδοχής προσφύγων για το πρώην τοπικό προσωπικό των γερμανικών υπηρεσιών στο Αφγανιστάν καθώς και να αναστείλει την οικογενειακή επανένωση στο πλαίσιο του προεκλογικού προγράμματος των συντηρητικών.
Το μεταναστευτικό αποτέλεσε κομβικό ζήτημα στις εθνικές εκλογές του Φεβρουαρίου, μετά την άνοδο της ακροδεξιάς και αρκετές επιθέσεις υψηλού προφίλ από μετανάστες.
Στη συνέντευξη, ο Ντόμπριντ δήλωσε ότι η Γερμανία βρίσκεται επίσης σε επαφή με τη Συρία - όπου μια ισλαμιστική κυβέρνηση έχει αναλάβει την εξουσία μετά την πτώση του βετεράνου ηγέτη Μπασάρ αλ Άσαντ τον περασμένο Δεκέμβριο - για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με την απέλαση εγκληματιών συριακής υπηκοότητας.
Οι Σύριοι και οι Αφγανοί είναι οι δύο μεγαλύτερες ομάδες αιτούντων άσυλο στη Γερμανία. Συνολικά το 2024, 76.765 Σύριοι και 34.149 Αφγανοί υπέβαλαν αίτηση για το καθεστώς διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ομοσπονδιακής υπηρεσίας μετανάστευσης.