makedonikanea.gr logo
makedonikanea.gr logo

Γερμανία: Η στρατιωτική θητεία διχάζει κοινωνία και κυβερνητικό συνασπισμό

Ακούστε το άρθρο 8'
19.10.2025 | 23:00
Shutterstock
Τρεις μέρες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ο σοσιαλδημοκράτης (SPD) καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωνε από το βήμα της Bundestag τη δημιουργία «άνευ προηγουμένου» ειδικού ταμείου ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων. Στην αίθουσα χειροκροτούσε τότε και η αντιπολίτευση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU).

Στις 4 Μαρτίου 2025, ο Φρίντριχ Μερτς, πριν καν ορκιστεί καγκελάριος, ανακοίνωνε 500 δισεκατομμύρια ευρώ για τον εκ βάθρων εκσυγχρονισμό της Bundeswehr, του στρατού που έπρεπε, επαναλάμβανε υπερήφανα, να γίνει ο ισχυρότερος συμβατικός της Ευρώπης.

Ένα ένα τα γερμανικά ταμπού έσπαγαν σχεδόν αθόρυβα - με τις ευλογίες ακόμη και των Πρασίνων - μπροστά στη νέα απειλή. Τελευταίο - και μάλλον ισχυρότερο - ταμπού, η στρατιωτική θητεία, η οποία διχάζει τώρα κοινωνία και κυβερνητικό συνασπισμό.

Η βαριά ιστορία

 

Μετά τη διάλυση της Wehrmacht με το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η Γερμανία δεν διέθετε στρατό. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ιδρύθηκε το 1949, απολύτως αποστρατιωτικοποιημένη και υπό τον αυστηρό έλεγχο των Συμμάχων. Την ίδια ώρα, η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, στην σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ, επανεξοπλιζόταν μυστικά. Το πρώτο μεταπολεμικό υπουργείο 'Αμυνας της Ομοσπονδιακής Γερμανίας ιδρύθηκε το 1950 και στις 12 Νοεμβρίου του 1955 ιδρύθηκε επισήμως η Bundeswehr και η χώρα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ.

Σχεδόν από την αρχή της ύπαρξής του, ο νέος στρατός προέβλεπε και εναλλακτική θητεία, σε κοινωνική υπηρεσία, χωρίς όπλο. Το 2011 η υποχρεωτική θητεία καταργήθηκε, καθώς η ενωμένη πλέον Γερμανία δεν θεωρούσε ότι της χρειαζόταν ένας μεγάλος, ετοιμοπόλεμος και ισχυρός στρατός. Ακόμη και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, η Bundeswehr δεν συμμετείχε σε μάχες.

Με την επανένωσή της, η Γερμανία απέκτησε - στη θεωρία - 585.000 στρατιώτες και υποχρεώθηκε να τους μειώσει σε 370.000. Επιπλέον, «ξεφορτώθηκε» παλιά σοβιετικά οπλικά συστήματα, καθώς η απαγόρευση εξοπλισμού της παλιάς δυτικής Γερμανίας εξέλιπε. Ούτε 10 χρόνια αργότερα, οι ένοπλες δυνάμεις θυσιάζονταν στο πλαίσιο της λιτότητας α λα Μέρκελ και α λα Σόιμπλε. Η χρηματοδότηση περιορίστηκε, στρατόπεδα έκλεισαν, ο αριθμός του προσωπικού συρρικνώθηκε - από 11 οι ταξιαρχίες έγιναν οκτώ.

Η γκρίνια από την πλευρά του ΝΑΤΟ είχε αρχίσει, ακόμη και με πρόεδρο των ΗΠΑ τον Μπαράκ Ομπάμα. Το αυτί ωστόσο του Βερολίνου δεν ίδρωνε. Ούτε καν όταν το 2014 η Bundeswehr αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι δεν είναι σε θέση να αντεπεξέλθει στις ΝΑΤΟϊκές της υποχρεώσεις. Ήταν παροιμιώδη τα περιστατικά με κακοσυντηρημένα αεροσκάφη που δεν πετούσαν και τανκς που δεν κινούνταν. Το 2016 εμπιστευτική έκθεση ανέφερε ότι τα περισσότερα από τα μαχητικά αεροσκάφη και ελικόπτερα μάχης της Γερμανίας δεν ήταν σε κατάσταση να χρησιμοποιηθούν σε επιχειρήσεις. Οι αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας έφθαναν εκείνη την εποχή το 1,3% του ΑΕΠ της.

Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, η Γερμανία ανακοίνωσε αύξηση δαπανών για την άμυνα κατά 6,2% για τα επόμενα πέντε χρόνια. Την ίδια εποχή αποφασίστηκε και η πρώτη επέκταση του γερμανικού στρατού, ενώ το 2025, με εντελώς διαφορετικά δεδομένα, έσπασε ένα ακόμη ταμπού, με την εγκατάσταση μιας ταξιαρχίας στο εξωτερικό, συγκεκριμένα στην Λιθουανία, για την ενίσχυση της ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.

Ήταν η πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο που πλήρως εξοπλισμένη ταξιαρχία εγκαθίστατο στο εξωτερικό. Η …αλλαγή των καιρών, η «Zeitenwende» που ανακοίνωσε ο Όλαφ Σολτς, δεν χρειάζεται άλλες αποδείξεις. Οι ελλείψεις ωστόσο σε ανθρώπινο δυναμικό και σε εξοπλισμό συνεχίζονταν όλα αυτά τα χρόνια. Τον Οκτώβριο του 2022 η Bundeswehr διέθετε πυρομαχικά μόλις για μία ή δύο μέρες σε περίπτωση πολέμου.

Ο κακόφημος γερμανικός στρατός

 

Το παρελθόν της Γερμανίας, η κακή φήμη των ενόπλων δυνάμεών της και η συστηματική προσπάθεια της γερμανικής κοινωνίας να ζήσει πέρα από το βεβαρημένο μητρώο της κατέστησαν την στρατιωτική θητεία ανεπιθύμητη για τους νέους, ειδικά για όσους κινούνταν αριστερότερα του κέντρου.

Με την κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης το 2011, έκλεισαν και τα κατά τόπους στρατολογικά γραφεία, ενώ οι ένοπλες δυνάμεις προτιμούσαν πλέον να προβάλλονται περισσότερο ως μια κρατική …εταιρία, η οποία προσέφερε ευκαιρίες καριέρας - ένοπλης και μη. Το γερμανικό Σύνταγμα κατοχυρώνει το δικαίωμα αντίρρησης συνείδησης και άρνησης στράτευσης, ακόμη και το δικαίωμα των στρατιωτών και εφέδρων να αρνηθούν να πολεμήσουν - αν και το τελευταίο ενδέχεται να οδηγήσει σε νομικά προβλήματα.

Η κατάσταση όμως σήμερα στην Ευρώπη δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτήν του 2011 - ούτε καν με αυτήν του 2020. Τόσο ο Όλαφ Σολτς όσο και ο Φρίντριχ Μερτς θεωρούν ότι η Ρωσία απειλεί ευθέως την ειρηνευτική τάξη της ηπείρου και ότι οι εποχές της αθωότητας έχουν παρέλθει. Η Γερμανία πρέπει επειγόντως να εξοπλιστεί, να προετοιμαστεί για νέου τύπου επιθέσεις - από τον κυβερνοχώρο έως το διάστημα - και να είναι ανά πάσα στιγμή ετοιμοπόλεμη. Σε αυτό το πλαίσιο, το ίδιο το υπουργείο 'Αμυνας, θεωρεί ότι λείπουν περισσότεροι από 80.000 στρατιώτες. Και αν για τα εξοπλιστικά συστήματα αποκτώνται - έστω δανεικά - χρήματα, για το έμψυχο δυναμικό θα χρειαστεί κάτι περισσότερο.

Στην κυβερνητική συμφωνία μεταξύ Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) και Σοσιαλιστικού Κόμματος (SPD), επαναλαμβάνεται ο εθελοντικός χαρακτήρας της στρατιωτικής θητείας. Οι συνθήκες ωστόσο θεωρείται τώρα, τουλάχιστον από την κεντροδεξιά πλευρά του συνασπισμού, ότι επιβάλλουν αλλαγή πλεύσης, καθώς ο στρατός εξακολουθεί να μην είναι ελκυστικός για τους νέους - ούτε ως επιλογή καριέρας. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ακριβώς αυτή την ρευστή εικόνα.

Σε σημερινή δημοσκόπηση της BILD, το 60% των πολιτών διαφωνεί με το σύστημα που προτείνει ο υπουργός 'Αμυνας, ενώ μόλις πριν από λίγες ημέρες, σε δημοσκόπηση για λογαριασμό του ARD, ήταν το 53% που θεωρούσε ότι η πρόταση κινείται στην σωστή κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, είναι οι πολίτες άνω των 60% εκείνοι που εμφανίζονται πιο ανοιχτοί στην προοπτική - είναι όμως οι νέοι εκείνοι που θα κληθούν να υπηρετήσουν. Επιπλέον, όσο δεξιότερα τοποθετείται κανείς στο πολιτικό φάσμα, τόσο πιο θετικά βλέπει την σχεδιαζόμενη αλλαγή. Σε μια ενδιαφέρουσα έρευνα του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARDμεταξύ νέων ανδρών, ο 17χρονος Γιγκίτ Γιαρίμ, τουρκικής καταγωγής με διπλή υπηκοότητα, δηλώνει ότι θεωρεί την στρατιωτική θητεία «ζήτημα ευγνωμοσύνης» προς την δεύτερη πατρίδα του, ενώ ο Γερμανός συνομήλικός του Φίλιπ Σβάιτσερ τονίζει ότι «δεν θέλει να πυροβολήσει κανέναν» ή να κινδυνεύσει να χάσει τη ζωή του σε μάχη. Και οι δύο πάντως επισημαίνουν ότι προκειμένου να καταστεί ελκυστικότερη η προοπτική της στράτευσης, θα πρέπει να συνοδεύεται από σημαντικές οικονομικές απολαβές.

Οι νέοι άνδρες της Γερμανίας έρχονται για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο μια κλήρωση να εκτροχιάσει τα σχέδια για τη ζωή τους, στη σκιά μιας ασαφούς απειλής και μιας πολιτικής τάξης η οποία δεν έχει κατορθώσει να δώσει προηγουμένως τις δικές της απαντήσεις, με τα κόμματα να διερευνούν εναγωνίως τη διάθεση της κομματικής τους βάσης. Ο στρατός της Γερμανίας παραμένει «κοινοβουλευτικός», αναπτύσσεται δηλαδή μόνο κατόπιν εντολής της Bundestag, κάθε πιθανή εμπλοκή του όμως θα συνεχίζει να σοκάρει τους Γερμανούς - τουλάχιστον την πλειοψηφία τους.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Tελευταίες Ειδήσεις