Η αρχή έγινε στη Βουλγαρία, στο 3-3 με τη Λουντογκόρετς. Ένα παιχνίδι στο οποίο ο ΠΑΟΚ είχε στιγμές ποιότητας, αλλά και ανεπίτρεπτα κενά συγκέντρωσης. Προηγήθηκε με 1-2, έδειξε ότι ελέγχει την κατάσταση, όμως κάθε φορά που χρειαζόταν καθαρό μυαλό και σωστή διαχείριση, έκανε το ένα λάθος μετά το άλλο.
Το τελικό αποτέλεσμα άφησε πικρή γεύση, γιατί ο Δικέφαλος είχε στα χέρια του μια μεγάλη ευρωπαϊκή νίκη και την πέταξε.
Λίγες ημέρες αργότερα, στο Περιστέρι, η εικόνα ήταν ακόμη χειρότερη. Η ήττα με 2-0 από τον Ατρόμητο ήρθε «κάτω τα χέρια», χωρίς αντίδραση, χωρίς ένταση και χωρίς καθαρό πλάνο. Ο ΠΑΟΚ παρουσιάστηκε νωθρός, προβλέψιμος και πνευματικά απών.
Ένα ματς που φώναζε «καμπανάκι», ειδικά από τη στιγμή που αρκετοί ποδοσφαιριστές έδειξαν να παίζουν περισσότερο από υποχρέωση παρά από διάθεση.
Το αποκορύφωμα ήρθε στην Τούμπα, απέναντι στο Μαρκό. Η νίκη με 4-1 μπορεί να γράφτηκε στα χαρτιά, όμως ήταν χωρίς αντίκρισμα.
Ο ΠΑΟΚ χρειαζόταν τέσσερα γκολ διαφορά για να αποφύγει τον Ολυμπιακό στα προημιτελικά του Κυπέλλου, αλλά ούτε αυτό κατάφερε. Το πιο ανησυχητικό; Δέχθηκε ξανά γκολ, αυτή τη φορά από έναν αντίπαλο πολύ χαμηλής ποιότητας, επιβεβαιώνοντας πως τα αμυντικά προβλήματα δεν κάνουν διακρίσεις αντιπάλου.
Η εικόνα συμπληρώνεται από ποδοσφαιριστές που μοιάζουν «σκασμένοι», άλλους που δείχνουν να κάνουν αγγαρεία σε τέτοια ματς και φυσικά από τις σημαντικές απουσίες λόγω τραυματισμών. Όλα αυτά συνθέτουν το παζλ ενός κακού φινάλε μέσα στο 2025, που κανείς στον οργανισμό του ΠΑΟΚ δεν μπορεί να αγνοήσει.
Το παιχνίδι της Κυριακής με τον Παναθηναϊκό στην Τούμπα είναι απολύτως κομβικό. Ο ΠΑΟΚ πρέπει πάση θυσία να πάρει τη νίκη, να κλείσει τη χρονιά με διαφορετική ψυχολογία και να μπει στο νέο έτος πιο δυνατός, τόσο αγωνιστικά όσο και πνευματικά. Οι κινήσεις με Ζαφείρη και Γερεμέγεφ δείχνουν τον δρόμο.









