Η πρόσφατη μελέτη του ΙΕΕΣ του ΣΕΒΕ, με τίτλο «Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά περιφέρεια» ανέδειξε με σαφήνεια τη σημασία των εξαγωγών ως βασικού μοχλού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Τα στοιχεία της καταγράφουν τόσο τις μεγάλες επιτυχίες της τελευταίας δεκαπενταετίας όσο και τις προκλήσεις που παραμένουν ανοιχτές, ιδίως σε περιφερειακό επίπεδο.
Το 2024 αποτέλεσε χρονιά-ορόσημο: οι εξαγωγές έφτασαν τα €49,3 δισ., οι εισαγωγές τα €82,9 δισ. και το εμπορικό έλλειμμα τα €33,5 δισ., με την εξαγωγική επίδοση (εξαγωγές/ΑΕΠ) να αγγίζει το 22,4% του ΑΕΠ. Η αύξηση του ελλείμματος οφείλεται κυρίως σε κεφαλαιουχικά αγαθά, δηλαδή εισαγωγές πάγιου και διαρκούς μηχανολογικού εξοπλισμού που σχετίζονται με επενδύσεις και όχι με υπερκατανάλωση, ενώ το πλεόνασμα υπηρεσιών (τουρισμός, ναυτιλία,μεταφορές) μείωσε το καθαρό έλλειμμα στα περίπου €12 δισ.
Η εικόνα ανά περιφέρεια είναι διαφοροποιημένη:
- Η Αττική πραγματοποιεί πάνω από το μισό των εξαγωγών (€27,1 δισ.), αλλά συγκεντρώνει και το μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα.
- Η Κεντρική Μακεδονία ακολουθεί με €8,1 δισ., κυρίως από τα τρόφιμα που παρουσιάζουν εντυπωσιακή δυναμική.
- Η Πελοπόννησος καταγράφει εξαγωγική επίδοση 52,5%, αν και υπερσυγκεντρωμένη σε μία εταιρεία, στον κλάδο των πετρελαιοειδών
- Στη Στερεά Ελλάδα κυριαρχούν τα μέταλλα, ενώ η Θεσσαλία και η Κρήτη βασίζονται κυρίως στα τρόφιμα, με διαφορετικό βαθμό εξωστρέφειας.
- Η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη παραμένει χαμηλά στον δείκτη ανταγωνιστικότητας (RCI), με περιορισμένη διαφοροποίηση.
- Στη Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο τα τρόφιμα έχουν κεντρικό ρόλο, ενώ στο Νότιο Αιγαίο κυριαρχούν τα πετρελαιοειδή.
- Η Δυτική Μακεδονία βρίσκεται σε μεταβατική περίοδο μετά την απολιγνιτοποίηση, με έντονες ενδοπεριφερειακές ανισότητες.
Η συνολική εικόνα δείχνει ότι οι εξαγωγές έχουν γίνει ο πιο σταθερός και δυναμικός πυλώνας της οικονομίας. Η πρόκληση πλέον είναι διπλή: από τη μία, να στηριχθεί η καινοτομία και η διαφοροποίηση των προϊόντων, ώστε να ενισχυθεί περαιτέρω η εξαγωγική επίδοση· και από την άλλη, να μειωθούν οι περιφερειακές ανισότητες που περιορίζουν το συνολικό δυναμικό της χώρας.
Τα μηνύματα που προκύπτουν είναι σαφή. Πρώτον, οι εξαγωγές αποτελούν σήμερα τον πιο σταθερό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, με θεαματική πρόοδο την τελευταία δεκαπενταετία. Η αύξηση της εξαγωγικής επίδοσης στο 22,5% του ΑΕΠ – τριπλάσια σε σχέση με πριν από την κρίση – δείχνει ότι οι εξαγωγές δεν είναι πλέον περιφερειακό φαινόμενο, αλλά διαρθρωτικό στοιχείο της ανάπτυξης.
Δεύτερον, ο πρωτογενής τομέας και οι μεταποιητικές εξαγωγικές επιχειρήσεις οφείλουν να επενδύσουν ακόμη περισσότερο στην καινοτομία, στην ποιότητα και στη διαφοροποίηση, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουν να κεφαλαιοποιήσουν τη δυναμική αυτή. Το παράδειγμα της Θεσσαλίας είναι χαρακτηριστικό: με εξαγωγική επίδοση 18% και με αιχμή του δόρατος τα γαλακτοκομικά και τη φέτα, δείχνει πώς η συστηματική ανάπτυξη ενός προϊόντος με ισχυρή ταυτότητα μπορεί να αποδώσει. Αντίθετα, η Κρήτη, παρότι έχει παρόμοια παραγωγική βάση, υστερεί σημαντικά λόγω της εσωτερικής κατανάλωσης. Αυτό αποδεικνύει ότι η στρατηγική εξωστρέφειας και ο τρόπος που κατευθύνεται η παραγωγή κάνουν τη διαφορά.
Τρίτον, χρειάζεται να περιοριστούν οι περιφερειακές ανισότητες, καθώς χωρίς ισόρροπη ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη εξαγωγική προοπτική. Η Πελοπόννησος, με εξαγωγική επίδοση άνω του 50%, παρουσιάζει στρεβλώσεις, αφού μία μόνο εταιρεία πραγματοποιεί το 75% των εξαγωγών της· η Αττική συγκεντρώνει το 55% των εξαγωγών, αλλά ταυτόχρονα και το 90% του εμπορικού ελλείμματος· ενώ η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη παραμένει στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε δείκτη ανταγωνιστικότητας. Αυτές οι αποκλίσεις δείχνουν ότι δεν αρκεί να αυξάνονται οι εξαγωγές συνολικά – χρειάζεται να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα και η διαφοροποίηση σε όλες τις περιφέρειες, με στοχευμένες δράσεις που θα ενισχύσουν τις υγιείς δυνάμεις, θα μειώσουν τη μονοκαλλιέργεια και θα δημιουργήσουν πολλαπλά κέντρα εξαγωγικής ισχύος.
Ο ΣΕΒΕ-Σύνδεσμος Εξαγωγέων θα αξιοποιήσει τα συμπεράσματα της μελέτης αποστέλλοντάς τα στην ελληνική κυβέρνηση, στις περιφέρειες, στους αρμόδιους φορείς εντός της χώρας, αλλά και σε οργανισμούς και δίκτυα στο εξωτερικό, με στόχο να συμβάλει στη χάραξη πολιτικής που θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο την εξαγωγική δραστηριότητα. Η μελέτη αυτή δεν αποτελεί απλώς μια στατιστική αποτύπωση, αλλά έναν οδικό χάρτη για το πού πρέπει να κατευθυνθούν οι δυνάμεις μας τα επόμενα χρόνια.
Ο ΣΕΒΕ, μέσα από αυτή τη μελέτη, επιδιώκει όχι μόνο να αναδείξει την πρόοδο που έχει γίνει αλλά και να καλλιεργήσει μια πιο συστηματική συνεργασία όλων των εμπλεκομένων – κράτους, περιφερειών, επιχειρήσεων και φορέων του εξωτερικού – ώστε η Ελλάδα να περάσει από την ποσοτική αύξηση των εξαγωγών στη βιώσιμη και ποιοτική τους εδραίωση. Άλλωστε, ο ΣΕΒΕ αποτελεί τον μεγαλύτερο φορέα προώθησης της εξωστρέφειας σε πανελλαδικό επίπεδο, εκπροσωπώντας περισσότερες από 800 εταιρείες με συνολικό κύκλο εργασιών €55 δισ., 80.000 εργαζόμενους και €30 δισ. τζίρο εξαγωγών – ποσοστό που αντιστοιχεί σε πάνω από το 50% των ελληνικών εξαγωγών αγαθών.
*Ο κ. Συμεών Διαμαντίδης είναι πρόεδρος του ΣΕΒΕ-Σύνδεσμος Εξαγωγέων