Η Θεσσαλονίκη, η καρδιά της Βόρειας Ελλάδας, είναι μια πόλη που διαχρονικά αποτελεί σταυροδρόμι πολιτισμού, εκπαίδευσης και οικονομικής δραστηριότητας και δεν μπορεί πλέον να αρκεστεί στον ρόλο του «παρατηρητή» των παγκόσμιων εξελίξεων. Οφείλει να πρωταγωνιστήσει. Απαιτούμενο για να το πετύχει αυτό είναι ισχυρά πανεπιστήμια, δυναμική έρευνα, στενή συνεργασία με την αγορά και μια κυβέρνηση που πιστεύει πραγματικά στη δύναμη της γνώσης και της καινοτομίας, όπως είναι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία από το 2019 που ανέλαβε τα ηνία της χώρας έχει επενδύσει στην έρευνα και την καινοτομία μέσω της ακαδημαϊκής γνώσης.
Αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη, για χρόνια η αφήγηση γύρω από την τεχνολογική σκηνή της ήταν μια υπόσχεση. Σήμερα, όμως, αυτή η υπόσχεση γίνεται πραγματικότητα. Η πόλη έχει κερδίσει διεθνή αναγνώριση, με το οικοσύστημα καινοτομίας να διακρίνεται και να βραβεύεται. Η Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτομίας, μάλιστα, αναδείχθηκε σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως πρότυπο οικοσυστήματος. Αυτό σημαίνει ότι η Θεσσαλονίκη δεν είναι πια μόνο η «συμπρωτεύουσα», αλλά ένας διεθνής πόλος έρευνας, τεχνολογίας και επιχειρηματικότητας. Και ποιοι είναι οι τροφοδότες αυτής της δυναμικής; Φυσικά, τα πανεπιστήμιά μας.
Η εμπειρία της Θεσσαλονίκης δείχνει στην πράξη ότι η εκπαίδευση, η επιχειρηματικότητα και η καινοτομία δεν είναι τρεις ξεχωριστοί κόσμοι, αλλά όψεις του ίδιου νομίσματος. Όταν τα πανεπιστήμια καλλιεργούν δεξιότητες και παράγουν νέα γνώση, αυτή μπορεί —μέσω συνεργασιών και δομών μεταφοράς τεχνολογίας— να μετασχηματιστεί σε προϊόντα και υπηρεσίες με πραγματικό οικονομικό αποτύπωμα. Η Ελλάδα ακολουθεί τη στρατηγική του λεγόμενου «Τριγώνου της Γνώσης», όπως αυτή προωθείται σε ολόκληρη την Ευρώπη, επενδύοντας στη σύζευξη ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, έρευνας και επιχειρηματικότητας, ώστε να γίνει η χώρα μας μέρος των διεθνών δικτύων καινοτομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι πρωτοβουλίες που έχει λάβει το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού είναι τεράστιας σημασίας για την κατεύθυνση αυτή.
Ειδικότερα, ιδιαίτερη αξία έχει η πρωτοβουλία των Πανεπιστημίων Αριστείας. Το έργο αυτό αφορά στη χρηματοδότηση των ΑΕΙ για την ενίσχυση των Ερευνητικών τους υποδομών και τη δημιουργία μηχανισμού για την Ανάπτυξη Κέντρων Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας. Στόχος του η ενδυνάμωση της ερευνητικής και καινοτομικής δυναμικότητας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μέσω της ενίσχυσης των ερευνητικών τους υποδομών και των δράσεων καινοτομίας. Επίσης, η δημιουργία μηχανισμού για την ανάπτυξη ή και ενίσχυση των Κέντρων Έρευνας και Καινοτομίας, όπως επίσης των Μονάδων Μεταφοράς Τεχνολογίας και Καινοτομίας των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της χώρας.
Οι δομές αυτές αποτελούν ένα δυναμικό περιβάλλον συνεργασίας μεταξύ των ΑΕΙ της χώρας και της αγοράς εργασίας προωθώντας μεθοδικά τη βασική και εφαρμοσμένη έρευνα, μεταφέροντας τεχνολογία και τεχνογνωσία σε επιχειρήσεις.
Η δράση αυτή δεν είναι απλώς μια ακόμα επένδυση, αλλά ένας καταλύτης για την εξωστρέφεια των ελληνικών ΑΕΙ, ώστε να συνεργάζονται με κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού και να συμμετέχουν ισότιμα στα διεθνή επιστημονικά δίκτυα.
Μέσω, λοιπόν, του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η κυβέρνησή μας δρομολόγησε για τα Πανεπιστήμια Αριστείας χρηματοδοτήσεις ύψους 131,7 εκατομμυρίων ευρώ (που αφορούν στην ενίσχυση των ερευνητικών υποδομών και την ανάπτυξη Κέντρων Έρευνας και Καινοτομίας) σε όλα τα ΑΕΙ της χώρας, μέρος των οποίων έχει κατευθυνθεί στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, τα οποία θα αναλυθούν παρακάτω.
Παράλληλα, θα πρέπει να τονιστεί ότι μέσα από το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης και το ΠΔΕ 2021–2025 έχουν δοθεί σε όλα τα ΑΕΙ της χώρας για ερευνητικά συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα συνολικά 54,7 εκατ. ευρώ, το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Όσον αφορά στα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της Θεσσαλονίκης, για τα οποία είμαστε πραγματικά υπερήφανοι, αρχικά, το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, του οποίου είχα τη μεγάλη τιμή να διατελέσω Πρύτανης, έχει μετατραπεί σε φυτώριο καινοτομίας. Με πρωτοβουλίες όπως το Walk–AUTH Innovation Accelerator, με δομές μεταφοράς τεχνογνωσίας και με δεκάδες τεχνοβλαστούς που γεννιούνται από τα εργαστήριά του, το ΑΠΘ αποδεικνύει στην πράξη ότι η ακαδημαϊκή γνώση μπορεί να μετατρέπεται σε εμπορικά αξιοποιήσιμες ιδέες.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, μάλιστα, στήριξε έμπρακτα αυτή την κατεύθυνση με σημαντική χρηματοδότηση. Από το έργο των Πανεπιστημίων Αριστείας το ΑΠΘ έχει χρηματοδοτηθεί με 11,8 εκατομμύρια ευρώ, ενώ από το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης και το ΠΔΕ 2021–2025, το ΑΠΘ ενισχύεται με 15,7 εκατομμύρια ευρώ για ερευνητικά έργα και νέες υποδομές.
Το ΠΑΜΑΚ, με τον προσανατολισμό του στις κοινωνικές και οικονομικές επιστήμες αλλά και στις νέες τεχνολογίες, είναι κρίσιμος εταίρος στη σύνδεση έρευνας και αγοράς. Η συνεργασία του με τον ιδιωτικό τομέα, η διοργάνωση διεθνών συνεδρίων και η πρόσφατη συνεργασία με την Pfizer για μάθημα στη «Ψηφιακή Καινοτομία και Συστήματα Μεταφοράς Τεχνολογίας» δείχνουν ότι το πανεπιστήμιο αυτό λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στην ακαδημαϊκή κοινότητα και τη βιομηχανία.
Και εδώ η Πολιτεία έχει δώσει την απαραίτητη στήριξη: 1,92 εκατομμύρια ευρώ από τα Πανεπιστήμια Αριστείας και 1,28 εκατομμύρια ευρώ για νέα ερευνητικά έργα από το ΠΔΕ 2021–2025, χρήματα που κατευθύνονται σε υποδομές και νέες επιστημονικές δράσεις.
Τέλος, το ΔΙΠΑΕ, με την πολυδιάστατη ανάπτυξή του και τη στρατηγική επιλογή να επενδύσει σε νέες τεχνολογίες και μεταπτυχιακά προγράμματα, ενισχύεται με 5,04 εκατομμύρια ευρώ από τα Πανεπιστήμια Αριστείας και 991.000 ευρώ από το ΠΔΕ 2021–2025.
Αυτή η επένδυση στα Πανεπιστήμιά μας δεν είναι απλώς οικονομική, είναι στρατηγική: δίνει ώθηση σε ένα ίδρυμα που έχει τη δυναμική να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης.
Θα πρέπει να τονιστεί και πάλι πως όλα αυτά δεν έγιναν τυχαία. Δεν έγιναν από μόνα τους. Έγιναν γιατί υπάρχει μια κυβέρνηση που πιστεύει πραγματικά στη δύναμη της γνώσης και της καινοτομίας. Μια κυβέρνηση που, σε αντίθεση με τις δυνάμεις του λαϊκισμού και της στασιμότητας, δεν φοβάται να μιλήσει τη γλώσσα της ανάπτυξης, της επιχειρηματικότητας και της εξωστρέφειας.
Η Νέα Δημοκρατία απέδειξε ότι μπορεί να μετατρέψει την Ελλάδα σε ελκυστικό προορισμό για διεθνείς επενδύσεις. Απέδειξε ότι μπορεί να φέρει μεγάλους τεχνολογικούς κολοσσούς στη Θεσσαλονίκη και ολόκληρη τη χώρα, να κρατήσει το ταλέντο εδώ και να δημιουργήσει ποιοτικές θέσεις εργασίας για τους νέους μας.
Όταν ένα πανεπιστημιακό εργαστήριο δημιουργεί έναν τεχνοβλαστό, και αυτός εξελίσσεται σε διεθνή παίκτη, τότε προσελκύεται νέα χρηματοδότηση, κορυφαίοι ερευνητές, και νέοι φοιτητές. Αυτός είναι ένας κύκλος που ήδη βλέπουμε να λειτουργεί στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι τυχαίο ότι εταιρείες παγκόσμιας εμβέλειας επιλέγουν να εγκαταστήσουν εδώ κέντρα καινοτομίας. Και αυτός ο κύκλος πρέπει να συνεχιστεί και να επεκταθεί σε ολόκληρη τη χώρα.
Η Θεσσαλονίκη του μέλλοντος δεν θα είναι μόνο η πόλη του πολιτισμού και της ιστορίας. Θα είναι και η πόλη της τεχνολογίας, της καινοτομίας, των πανεπιστημίων που τροφοδοτούν την οικονομία με γνώση και ταλέντο.
Η Ελλάδα του μέλλοντος θα είναι μια χώρα όπου το πανεπιστήμιο θα συνεργάζεται με την επιχείρηση, όπου η έρευνα θα μετατρέπεται σε προϊόν και υπηρεσία, όπου το ταλέντο των νέων μας δεν θα μεταναστεύει αλλά θα ανθίζει εδώ, στον τόπο μας.
Και αυτό είναι το δικό μας πολιτικό διακύβευμα. Να αφήσουμε πίσω τις λογικές του χθες και να χτίσουμε με σχέδιο το αύριο. Η Θεσσαλονίκη δείχνει τον δρόμο. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εγγυάται τη συνέχεια. Και οι νέοι μας, με το ταλέντο και τη δημιουργικότητά τους, θα είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της νέας εποχής.
*Ο καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου είναι Υφυπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού