makedonikanea.gr logo
makedonikanea.gr logo

«Μύλος»: Ο ιστορικός πολυχώρος της Θεσσαλονίκης άλλαξε χέρια και ετοιμάζεται για επανεκκίνηση - Η επόμενη μέρα για το ακίνητο

Ακούστε το άρθρο 8'
03.11.2025 | 13:00
«Μύλος»: Ο ιστορικός πολυχώρος της Θεσσαλονίκης άλλαξε χέρια και ετοιμάζεται για επανεκκίνηση
Ο εμβληματικός «Μύλος» στη δυτική είσοδο της Θεσσαλονίκης, ένας χώρος που ταυτίστηκε με τη νυχτερινή ζωή, τη μουσική, τις τέχνες και τη σύγχρονη πολιτιστική ταυτότητα της πόλης, άλλαξε οριστικά χέρια.

Έπειτα από αλλεπάλληλες προσπάθειες πλειστηριασμού και χρόνια αβεβαιότητας, το συγκρότημα πέρασε εν τέλει σε νέο ιδιοκτήτη, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία του.

Οι συναυλίες και οι εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν εκεί σταματούν, ενώ ήδη δρομολογείται η αναμόρφωση του χώρου. Παρότι δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί επίσημα τα σχέδια αξιοποίησης, πληροφορίες αναφέρουν ότι πίσω από την αγορά βρίσκεται ελληνική εταιρεία.

Η αγορά του ακινήτου, που χαρακτηρίζεται «διαμάντι» για την περιοχή των Σφαγείων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν μεσίτες στα Μακεδονικά Νέα, φέρνει τον Μύλο σε ένα νέο σταυροδρόμι: ανάμεσα στην πολιτιστική του κληρονομιά και τις σύγχρονες αναπτυξιακές προοπτικές μιας ζώνης που αλλάζει ραγδαία.

Το ακίνητο είχε μπει σε μακρά περιπέτεια πλειστηριασμών από το 2023, με τιμή εκκίνησης τις 990.000 ευρώ και επισπεύδουσα την εταιρεία Telerin Α.Ε., λόγω οφειλής περίπου 50.000 ευρώ. Αντικείμενο της κατάσχεσης ήταν η περιουσία της εταιρείας «Περιβαλλοντική Δράση Α.Ε.». Παρά τις αλλεπάλληλες αναστολές, η διαδικασία ολοκληρώθηκε πρόσφατα, σηματοδοτώντας το τέλος μιας εποχής για το γνωστό πολυλειτουργικό συγκρότημα.

Το ακίνητο εκτείνεται σε οικόπεδο 9.962 τ.μ. στη γειτονιά των Σφαγείων, σε μικρή απόσταση από τον σιδηροδρομικό σταθμό και την οδό Μοναστηρίου. Στο εσωτερικό του φιλοξενούνται πέντε κύρια κτίρια – ο αλευρόμυλος, μηχανοστάσια, σιδηρουργείο, ξυλουργείο, στάβλος, αποθήκες και κατοικία φύλακα – που αντιπροσωπεύουν τη βιομηχανική αρχιτεκτονική της προπολεμικής Θεσσαλονίκης.

Όπως αναφερόταν στην έκθεση πλειστηριασμού «το κεντρικό κτίριο του μύλου, αναπτύσσεται σε 5 επίπεδα, εμβαδού του καθενός 287,16 τ.μ. και συνολικού εμβαδού 1.435,80 τ.μ. Οι περιμετρικοί τοίχοι είναι από λαξευτή πέτρα, ενώ το εσωτερικό ήταν εξ ολοκλήρου ξύλινη κατασκευή, η οποία καταστράφηκε από την φωτιά του 2004 και δεν αποκαταστάθηκε παρά μόνον ενισχύθηκε για να αποφύγει πιθανή κατάρρευση. Το ισόγειο του κτιρίου είναι πλέον διαμορφωμένο και μπορεί να υποδεχθεί χρήσεις αναψυχής αλλά κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιείται ως αποθήκη εξοπλισμού και παρουσιάζει χαμηλό βαθμό ετοιμότητας λειτουργίας και δεν υπάρχει καμιά κατασκευή στην ανωδομή».

Από βιομηχανία σε πολιτιστικό τοπόσημο

 

Η ιστορία του Μύλου αρχίζει το 1924, όταν οι Θρακιώτες πρόσφυγες Γεώργιος Χατζηγιαννάκης και Μιλτιάδης Αλτιναλμάζης ιδρύουν την αλευροβιομηχανία «Αλτιναλμάζης – Χατζηγιαννάκης». Τη δεκαετία του 1930, το εργοστάσιο άλεθε 60 τόνους ημερησίως και αποτελούσε σημείο αναφοράς για τα άλευρα σε όλη την Ελλάδα.

Η λειτουργία του διακόπηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και επανήλθε μεταπολεμικά, περνώντας το 1958 στην ιδιοκτησία της εταιρείας «Αλλατίνη», η οποία το λειτούργησε έως το 1987.

Το 1990, η αγορά του από την εταιρεία «Μύλος Α.Ε.» σηματοδότησε μια εμβληματική μεταμόρφωση καθώς ο χώρος αναγεννήθηκε ως πολυθεματικό κέντρο πολιτισμού, με συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, εκθέσεις και εκδηλώσεις που επαναπροσδιόρισαν την έννοια της ψυχαγωγίας στη Θεσσαλονίκη.

Ήταν η πρώτη φορά στην Ελλάδα που ένας πρώην βιομηχανικός χώρος μετατράπηκε με επιτυχία σε πολιτιστικό πολυχώρο – ένα εγχείρημα που βραβεύτηκε το 1993 με διάκριση από τον Οργανισμό για την Προστασία της Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής και Φυσικής Κληρονομιάς «Europa Nostra» και αποτέλεσε πρότυπο για μεταγενέστερες παρεμβάσεις αστικής αναγέννησης.

Οι πληγές του χρόνου και η πολιτιστική παρακαταθήκη

 

Το 2004, μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε μεγάλο μέρος των εγκαταστάσεων, όμως ο «Μύλος» κατάφερε να ανακάμψει. Μέχρι και την περίοδο της πανδημίας παρέμενε ενεργός, φιλοξενώντας φεστιβάλ, θεατρικές ομάδες, μουσικά σχήματα και εκθέσεις τέχνης.

Το κεντρικό κτίριο, με πέτρινους εξωτερικούς τοίχους και ξύλινο εσωτερικό σκελετό, υπέστη σοβαρές ζημιές και σήμερα λειτουργεί μόνο στο ισόγειο. Το 2005, το Υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε ως διατηρητέα τα τέσσερα κεντρικά κτίρια του συγκροτήματος, αναγνωρίζοντας τη σημασία τους για τη βιομηχανική κληρονομιά της πόλης.

Παράλληλα, η θέση του ακινήτου εντός ζώνης «γενικής κατοικίας» περιορίζει τις δυνατότητες ριζικής αλλαγής χρήσης, κάτι που σημαίνει ότι ο νέος ιδιοκτήτης θα πρέπει να κινηθεί σε στενή συνεργασία με την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων.

Ειδικότερα, όπως έγραφε η έκθεση του πλειστηριασμού, «Η προστασία του μνημείου παραμένει στην δικαιοδοσία της Εφορίας Νεωτέρων Μνημείων, με την οποία ένας δυνητικός επενδυτής πρέπει να έρθει σε συνεννόηση για να βεβαιώσει ότι οι προθέσεις του θα τύχουν της έγκρισης της. Επιπλέον το ακίνητο βρίσκεται εντός του θεσμοθετημένου ΓΠΣ με χρήση «γενική κατοικία», η οποία με την σειρά της περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητες ανάπτυξης τους».

 

Τα νέα σενάρια αξιοποίησης 

 

Οι πρώτες πληροφορίες θέλουν τον νέο επενδυτή να προσανατολίζεται σε μια μερική αξιοποίηση του χώρου ως κέντρο πολιτισμού και ψυχαγωγίας, διατηρώντας μέρος της ταυτότητάς του. Τα σενάρια για πλήρη εμπορική ή οικιστική μετατροπή φαίνεται πως δεν συγκεντρώνουν προβάδισμα, ενώ μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να διαμορφωθεί πιο καθαρά η στρατηγική κατεύθυνση.

Η αναζωογόνηση του Μύλου εντάσσεται σε ένα ευρύτερο ρεύμα αξιοποίησης πρώην βιομηχανικών εγκαταστάσεων στη δυτική Θεσσαλονίκη – από τη ΒΙΛΚΑ και το ΦΙΞ μέχρι τις νέες επενδύσεις στη ζώνη των Σφαγείων και του λιμανιού με την περιοχή να εξελίσσεται σταδιακά σε νέο πόλο ανάπτυξης.

Η συναισθηματική διάσταση και οι αντιδράσεις

 

Η αλλαγή χρήσης του Μύλου προκάλεσε έντονα συναισθήματα στον πολιτιστικό κόσμο της πόλης. Ο Αναστάσιος Διόλατζης, συνιδρυτής του Reworks Festival – το οποίο γεννήθηκε και φιλοξενήθηκε στον Μύλο για χρόνια – μίλησε με συγκίνηση για το «τέλος μιας εποχής».

Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σημείωσε πως ο χώρος υπήρξε «σπίτι» για δεκάδες καλλιτέχνες και δημιουργούς, φιλοξενώντας ιστορικές στιγμές για τη μουσική σκηνή της Θεσσαλονίκης, αλλά και σημείο αναφοράς για τη σύγχρονη κουλτούρα. Όπως ανέφερε, «ο Μύλος ακόμη και στην παρακμή του προκαλούσε δέος και ζητούσε μια τελευταία ευκαιρία να ανθίσει ξανά».

Η απώλεια του χώρου, συνέχισε, αποτελεί «πλήγμα για την πολιτιστική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης», φέρνοντας στον νου τις αντίστοιχες περιπτώσεις της ΒΙΛΚΑ και του ΦΙΞ που επίσης αλλάζουν μορφή.

Το αύριο ενός συμβόλου

 

Ο «Μύλος» υπήρξε κάτι παραπάνω από χώρος διασκέδασης – ήταν ένας συμβολισμός για την αναγέννηση μιας πόλης που επανεφηύρε τον εαυτό της μέσα από τα ερείπια του βιομηχανικού της παρελθόντος. Η μεταβίβασή του ανοίγει τώρα τον διάλογο για το πώς η Θεσσαλονίκη θα ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη για αστική ανάπτυξη και τη διατήρηση των πολιτιστικών της τοποσήμων.

Το στοίχημα συνεπώς για το ακίνητο δεν είναι μόνο η αισθητική ή η εμπορική του επιτυχία, αλλά η ικανότητά του να ξαναγίνει ζωντανό κύτταρο πολιτισμού και δημιουργίας – όπως υπήρξε για περισσότερα από τριάντα χρόνια.

Δήμητρα Τάγκα

Tελευταίες Ειδήσεις