Η κυβέρνηση Τραμπ, τις τελευταίες ημέρες διέταξε περισσότερους από 20 διπλωμάτες που υπηρετούν σε όλη την Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική να επιστρέψουν στην Ουάσινγκτον, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αμερικανικές αποστολές στο εξωτερικό αντικατοπτρίζουν τις προτεραιότητες της πολιτικής «America First».
Χαρακτηρίζοντας τις αιφνίδιες μαζικές ανακλήσεις ως μια «πρωτοφανή κίνηση» που καμία άλλη κυβέρνηση δεν έχει πραγματοποιήσει από τότε που το Κογκρέσο ίδρυσε τη σύγχρονη Διπλωματική Υπηρεσία πριν από έναν αιώνα, δέκα Δημοκρατικοί της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας δήλωσαν ότι δεν υπάρχει σχέδιο αντικατάστασής τους με κατάλληλα προσόντα υποψηφίους.
Οι απομακρύνσεις ανεβάζουν τον αριθμό των κενών θέσεων πρέσβεων των ΗΠΑ σε πάνω από 100, περίπου το ήμισυ όλων των αντίστοιχων θέσεων παγκοσμίως, ανέφεραν οι γερουσιαστές στην επιστολή τους προς τον Τραμπ, την οποία είδε το Reuters. Σύμφωνα με τους γερουσιαστές, 80 θέσεις ήταν ήδη κενές πριν από την απόφαση.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και ο Λευκός Οίκος δεν απάντησαν άμεσα σε αιτήματα για σχόλιο σχετικά με την επιστολή. Ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου τη Δευτέρα χαρακτήρισε τη μαζική ανάκληση «μια τυπική διαδικασία σε κάθε κυβέρνηση».
«Καθώς περισσότερες από 100 αμερικανικές πρεσβείες στερούνται ανώτερης ηγεσίας και αναμένουν νέο πρέσβη των ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία και άλλοι θα διατηρούν τακτικές επικοινωνίες με τους ξένους ηγέτες που εμείς θα έχουμε ουσιαστικά εγκαταλείψει, επιτρέποντας στους αντιπάλους μας να επεκτείνουν την εμβέλεια και την επιρροή τους, ώστε να περιορίσουν, ακόμη και να βλάψουν, τα αμερικανικά συμφέροντα», ανέφεραν οι Δημοκρατικοί στην επιστολή τους.
Οι γερουσιαστές, μεταξύ των οποίων η επικεφαλής της μειοψηφίας της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων Τζιν Σαχίν, ο Κρις Μέρφι και άλλοι, παρέθεσαν παραδείγματα του πώς η Ουάσινγκτον θα στερείται ανώτατης αμερικανικής παρουσίας σε κρίσιμες τοποθεσίες, καθώς το Πεκίνο και η Μόσχα ενισχύουν τη διείσδυσή τους.
Σε περιοχές από τον Ινδο - Ειρηνικό έως την Αφρική και τα Βαλκάνια, καθώς και στη Λατινική Αμερική, η Ουάσινγκτον θα βρίσκεται σε μειονεκτική θέση στην αντιμετώπιση της διευρυνόμενης οικονομικής επιρροής της Κίνας, δήλωσαν οι γερουσιαστές.
«Αυτοί οι πρέσβεις έχουν αποδείξει τη δέσμευσή τους να εφαρμόζουν πιστά τις πολιτικές κυβερνήσεων και των δύο κομμάτων επί δεκαετίες», ανέφεραν. «Σας καλούμε να ανακαλέσετε άμεσα αυτή την απόφαση, προτού προκληθεί περαιτέρω ζημιά στη θέση της Αμερικής στον κόσμο».
Οι πολιτικοί διορισμένοι εγκαταλείπουν τις θέσεις τους όταν αναλαμβάνει μια νέα κυβέρνηση, αλλά οι διπλωμάτες, παρότι υπηρετούν κατά τη διακριτική ευχέρεια του προέδρου, θεωρούνται συχνά υπερκομματικοί και συνήθως υπηρετούν τρία έως τέσσερα χρόνια στις θέσεις τους στο εξωτερικό, ανεξάρτητα από την αλλαγή κυβέρνησης.
Ωστόσο, ο Τραμπ εδώ και καιρό αντιμετωπίζει με καχυποψία τη γραφειοκρατία και έχει επανειλημμένα δεσμευτεί να «καθαρίσει το βαθύ κράτος», απολύοντας γραφειοκράτες που θεωρεί μη πιστούς και τοποθετώντας πιστούς συνεργάτες σε ανώτερους ρόλους.
Τον Φεβρουάριο, ο Τραμπ διέταξε τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, να αναμορφώσει τη διπλωματική υπηρεσία των ΗΠΑ, ώστε να διασφαλιστεί ότι η εξωτερική πολιτική του Ρεπουμπλικανού προέδρου εφαρμόζεται «πιστά».
Τον Ιούλιο, η κυβέρνηση Τραμπ απέλυσε περισσότερους από 1.300 διπλωμάτες και πολιτικούς υπαλλήλους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, καθώς η Ουάσινγκτον αντιμετώπιζε πολλαπλές κρίσεις στη διεθνή σκηνή: τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, τη σχεδόν διετή σύγκρουση στη Γάζα και την ένταση στη Μέση Ανατολή λόγω της υψηλής έντασης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.
Η συνολική μείωση του προσωπικού του υπουργείου στις ΗΠΑ ανήλθε σε περίπου 3.000 άτομα, μετά από αναβαλλόμενες παραιτήσεις και πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 11% του συνόλου των στελεχών της διπλωματικής και πολιτικής υπηρεσίας.
Πηγή: Reuters





