Ο 46ος αντιπρόεδρος, ο οποίος υπηρέτησε στο πλευρό του Ρεπουμπλικάνου προέδρου Τζορτζ Μπους για δύο θητείες μεταξύ 2001 και 2009, ήταν για δεκαετίες «ένας επιβλητικός και πολωτικός παράγοντας εξουσίας στην Ουάσινγκτον», υπογραμμίζει το CNN.
Στα τελευταία του χρόνια, ωστόσο, ο Τσένι, που παρέμενε σκληροπυρηνικός συντηρητικός, απομονώθηκε σε μεγάλο βαθμό από το κόμμα του λόγω της έντονης κριτικής του προς τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο χαρακτήρισε «δειλό» και τη μεγαλύτερη απειλή που αντιμετώπισε ποτέ η δημοκρατία.
Όπως αναφέρει το CNN, «σε μια ειρωνική κατάληξη της ιστορικής πολιτικής του καριέρας, άσκησε το τελευταίο του δικαίωμα ψήφου στις προεδρικές εκλογές του 2024 υπέρ μιας φιλελεύθερης Δημοκρατικής και συναδέλφου του στο κλαμπ των αντιπροέδρων, της Καμάλα Χάρις, αντανακλώντας τον τρόπο με τον οποίο το λαϊκιστικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είχε στραφεί ενάντια στον παραδοσιακό συντηρητισμό του».
Ο Τσένι υπέφερε από καρδιαγγειακή νόσο για το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του, επιζώντας από μια σειρά καρδιακών προσβολών, για να ζήσει μια πλήρη, ενεργητική ζωή και να απολαύσει πολλά χρόνια συνταξιοδότησης μετά από μια μεταμόσχευση καρδιάς το 2012, την οποία χαρακτήρισε σε μια συνέντευξη το 2014 ως «το δώρο της ίδιας της ζωής».





