Χωρίς αμφιβολία η Αλήθεια στην αρχή «τρομάζει», αλλά στο τέλος λυτρώνει. Και όσο περισσότερο η κοινωνία μας συνηθίζει σε αυτή, τόσο πιο βιώσιμη θα είναι η πραγματική προκοπή μας.
Μετά την πρόσφατη χρεωκοπία και την επιβεβλημένη «βίαιη» ωρίμανση της χώρας μας (που εν πολλοίς αντιμετώπισε τις πληγές του Δημοσίου), ζούμε μία ακόμη αναγκαστική πορεία εξυγίανσης της εγχώριας κουλτούρας στη σχέση πολίτη και πολιτικής. Διότι βαθιά πίσω από το ζήτημα των αγροτικών κινητοποιήσεων βρίσκεται η χρόνια παθογένεια στον τρόπο διαχείρισης των επιδοτήσεων, ενισχύσεων και της οικονομικής υποστήριξης στον πρωτογενή τομέα. Παθογένεια σε πολλές από τις εμπλεκόμενες βαθμίδες, από τις αρχικές αιτήσεις έως και τις τελικές καταβολές των χρημάτων. Είναι τουλάχιστον αφελές και ανοήτως λαϊκίστικο να εστιάζεται στη σημερινή Κυβέρνηση η παθογένεια αυτή, επειδή στις δεκαετίες που πέρασαν προφανώς δε γίνονταν οι επιβεβλημένοι έλεγχοι, όπως τώρα εναγωνίως λαμβάνουν χώρα. Γιατί άραγε τόσα χρόνια κανείς δε μιλούσε; Ήταν όλα διαφανή, ή μήπως «όλα, πάνω-κάτω βολεμένα»;
Όταν λοιπόν η πρωτογενής παραγωγή στην Ευρώπη -τόσο λόγω της κλιματικής αλλαγής, όσο και του ασφυκτικού ανταγωνισμού από πολύ φθηνά εξωευρωπαϊκά προϊόντα- είναι αβάσταχτου κόστους, τότε η Επιτροπή πρέπει να κάνει απολύτως προσεκτική κατανομή των έτσι κι αλλιώς ανεπαρκών κοινοτικών πόρων. Τούτο σημαίνει πιεστικούς και ακριβείς ελέγχους, κάτι που βγάζει αυτόματα «άπλυτα» στη φόρα. Όσο εύλογο είναι αυτό, άλλο τόσο αυτονόητη οφείλει να είναι η εξυγίανση του εγχώριου διαχειριστικού συστήματος. Ειδάλλως παρά γιοκ! Ούτε τώρα ούτε αύριο! Είναι πράγματι δύσκολο να γίνεται η εξυγίανση ταυτόχρονα με την αποπληρωμή των ενισχύσεων και λοιπών ανακουφιστικών αποζημιώσεων.
Δεν είναι φοβερά αντιφατικό, σύσσωμη η Αντιπολίτευση τη στιγμή που κόπτεται όπως λέει για το καλό των αγροτών και κτηνοτρόφων, αντί να προτείνει στην Κυβέρνηση «ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ» στην εξυγίανση του ΟΠΕΚΕΠΕ και των λοιπών δομών, τελικά να λαϊκίζει; Αντί να τρέφει και τρέφεται από την αγανάκτηση των ανθρώπων της αγροτιάς, γιατί δεν προτείνει ψύχραιμες αλήθειες και τελικά βιώσιμες λύσεις; Πόση δόση πολιτικού λαϊκισμού μπορεί να αντέξει το αγροτοκτηνοτροφικό ζήτημα της χώρας μας;
Μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να πείσει Κινέζους, Βραζιλιάνους, Βορειοαφρικάνους και λοιπούς να μην παράγουν φθηνότερα προϊόντα από την Ευρώπη; Προφανώς όχι. Ίσως μόνο μία συντονισμένη ευρωπαϊκή πολιτική να κατάφερνε κάτι, αλλά και αυτό χλωμό φαίνεται.
Από την άλλη, μπορούν σήμερα να ξεπεραστούν οι δημοσιονομικές αντοχές της ελληνικής οικονομίας και να βρέξει «μάνα εξ ουρανού»; Εκτός από κάποια έκτακτα και προσωρινά μέτρα, κάτι άλλο μάλλον επικίνδυνο μοιάζει.
Επομένως το μεγάλο ζητούμενο, πέρα από αυτά που ήδη κάνει η κυβέρνηση για την πρωτογενή παραγωγή, είναι ρηξικέλευθες λύσεις για τη δραστική πτώση του κόστους παραγωγής.
Διότι εδώ μιλάμε για τη «σωτηρία» και στήριξη της ίδιας της ζωής! Των προϊόντων της διατροφικής αλυσίδας. Και μάλιστα με τρόπους που απαντούν στις άλλες μεγάλες υποθέσεις της χώρας. Δηλαδή τη Λειψυδρία, τις τιμές του Ρεύματος και φυσικά τη δημογραφική ενίσχυση της ζωής εκτός αστικών κέντρων.*
Σε αυτή την πορεία βρίσκεται η Κυβέρνηση. Επειδή είναι αληθές ότι και οι αγρότες έχουν δίκαιο, αλλά και εκείνο το τμήμα της πολιτικής ζωής που δε θέλει να τους βλέπει σαν απλούς ψηφοφόρους.
*Υ.Γ.: Δύο τέτοιες προτάσεις θα παρουσιαστούν σε αμέσως επόμενο άρθρο.
**Ο κ. Θεοφάνης Κωφίδης είναι Πολιτευτής της ΝΔ στη Ροδόπη, Πρόεδρος του Ομίλου Συνεύρεσης Ιδεών ΕΑΝΟΣ






