Η συνεννόηση με τη Λιβύη δεν ήταν ποτέ εύκολη, όμως το γεγονός ότι πλέον φαίνεται να μπαίνει στην τελική ευθεία η προσπάθεια επίλυσης της 14ετούς πολιτικής κρίσης, με τις δύο πλευρές, Δυτική και Ανατολική Λιβύη– να ανταγωνίζονται για το ποια θα αποκτήσει περισσότερα διεθνή ερείσματα και «εργαλεία» ώστε να πιέσει τη διεθνή κοινότητα και ειδικά την ΕΕ, επιτείνει την πολυπλοκότητα.
Στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού αποδίδεται και το διπλωματικό επεισόδιο που εκτυλίχθηκε χθες στο αεροδρόμιο Μπενίνα της Βεγγάζης, όταν η ευρωπαϊκή αποστολή, με επικεφαλής τον Επίτροπο για τη Μετανάστευση Μάγκνους Μπρούνερ και τους υπουργούς Μετανάστευσης της Ελλάδας, της Ιταλίας και της Μάλτας, έχοντας ολοκληρώσει τις συνομιλίες με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης, έφτασε προκειμένου να έχει συνομιλίες με τον ισχυρό άνδρα της Ανατολικής Λιβύης, στρατηγό Χαφτάρ.
Εκεί ενημερώθηκαν από την εναλλακτική κυβέρνηση, την οποία έχει διορίσει το κοινοβούλιο, ότι στη συνάντηση θα συμμετείχαν και μέλη της κυβέρνησης. Μετά την άρνηση του Ευρωπαίου Επιτρόπου, εκδόθηκε ανακοίνωση που ανέφερε ότι, επειδή παραβίασαν τους «κανόνες που έχει θέσει για την εκπροσώπηση και τις κινήσεις των διπλωματικών αποστολών», η αποστολή χαρακτηρίζεται ανεπιθύμητη και πρέπει να αναχωρήσει από τη Βεγγάζη, όπως και έγινε.
Φυσικά, η απόφαση αυτή δεν ελήφθη εν αγνοία του Στρατηγού Χαφτάρ, παρά το γεγονός ότι ο «πρωθυπουργός» Οσάμα Χάνταμ το τελευταίο διάστημα προβαίνει σε κινήσεις που δείχνουν έναν βαθμό αυτονόμησης, ενώ είναι εκείνος που τυπικά έδωσε την εντολή για την έκδοση της ανακοίνωσης εναντίον της Ελλάδας σχετικά με τον διαγωνισμό για τα Οικόπεδα νοτίως της Κρήτης. Είναι επίσης αυτός που επιμένει να προχωρήσει η κύρωση του τουρκολιβυκού Μνημονίου από το κοινοβούλιο.Το χθεσινό επεισόδιο, έτσι, δεν επέτρεψε να ξεκινήσει διάλογος με την Ανατολική Λιβύη, στην οποία εστιάζεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα όσον αφορά τις ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές των τελευταίων εβδομάδων.
Η προοπτική να «κλείσει η στρόφιγγα» της εξόδου προς τη Μεσόγειο και να περιοριστούν τα κυκλώματα διακινητών στη Λιβύη, ωθεί όλο και περισσότερους επίδοξους μετανάστες να περάσουν τη θαλάσσια διαδρομή που οδηγεί στη Γαύδο και την Κρήτη, ώστε να προλάβουν την ενδεχόμενη λήψη μέτρων από την Ανατολική Λιβύη σε συνεργασία με την ΕΕ.
Οι αφίξεις στην Κρήτη τείνουν να λάβουν εκρηκτικές διαστάσεις τις τελευταίες ημέρες, μετά την έντονη κινητικότητα που υπήρξε από την Ελλάδα αλλά και από την ΕΕ, η οποία έκανε ειδική αναφορά στο πρόβλημα στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής.
Από την άλλη πλευρά, η Ανατολική Λιβύη και ο ισχυρός άνδρας, στρατηγός Χαφτάρ, έχει κάθε λόγο να εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό, για να εξασφαλίσει όχι μόνο χρηματοδότηση και τεχνογνωσία από την Ε.Ε., αλλά και κάτι ακόμη πιο σημαντικό:
Ενόψει των κρίσιμων εξελίξεων στη Λιβύη, όπου αναζητείται η φόρμουλα για την πολιτική μετάβαση της χώρας και την ανάδειξη ενιαίας κυβέρνησης, θέλει να εξασφαλίσει μια άτυπη αναγνώριση από την ΕΕ και να καταστεί ισότιμος συνομιλητής της.
Έτσι, έχει κάθε λόγο να κάνουν τα «στραβά μάτια» οι δυνάμεις που βρίσκονται υπό τη διοίκησή του, οι οποίες άλλωστε δεν διαθέτουν ιδιαίτερα μέσα για να αποτρέψουν τη μαζική έξοδο προς τη Μεσόγειο.
Όμως, οι αρχές της Ανατολικής Λιβύης δεν επιθυμούν επίσης να μετατραπούν η Βεγγάζη και το Τομπρούκ σε μόνιμους χώρους παραμονής χιλιάδων ανθρώπων που φτάνουν από το Σουδάν, την Κεντρική Αφρική αλλά και την Αίγυπτο, αναζητώντας διέξοδο προς την Ευρώπη – καθώς δεν υπάρχουν πόροι και μια τέτοια συγκέντρωση μεταναστών και προσφύγων θα λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά.
Το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται επίσης στην ελλιπή φύλαξη των χερσαίων συνόρων με την Αίγυπτο, καθώς είναι προφανές ότι και η Αίγυπτος θέλει να βρεθεί μια διέξοδος, έστω και μέσω των κυκλωμάτων διακινητών, ώστε να αποσυμφορηθεί η πίεση που υπάρχει, με την παρουσία άνω των τριών εκατομμυρίων προσφύγων και μεταναστών.
Μόνο από τον Ιανουάριο καταγράφηκαν επίσημα 900.000 πρόσφυγες, κυρίως από το Σουδάν και άλλες αφρικανικές χώρες.
Η διαχείριση αυτής της νέας, υπό εκκόλαψη προσφυγικής κρίσης είναι ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς η ιδιομορφία της μεγάλης θαλάσσιας έκτασης των σχεδόν 170 ναυτικών μιλίων που χωρίζουν τη Λιβύη από την Κρήτη δεν έχει καμία σχέση με το έδαφος του Έβρου, όπου η Ελλάδα απέκρουσε με επιτυχία την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού από τον Τ. Ερντογάν.
Η ευρωπαϊκή αποστολή, με επικεφαλής τον Ευρωπαίο Επίτροπο Μετανάστευσης και τους υπουργούς Μετανάστευσης της Ελλάδας, της Ιταλίας και της Μάλτας, είχε σχεδιασμό, που περιλαμβάνει «καρότο και μαστίγιο»:
Αφενός δέσμευση για παροχή οικονομικής βοήθειας και των απαραίτητων μέσων, ώστε να υποστηριχθεί η προσπάθεια αντιμετώπισης των κυκλωμάτων διακινητών και αποτροπής της αναχώρησης πλοιαρίων από τη λιβυκή ακτή· αφετέρου προειδοποιήσεις ότι η έλλειψη συνεργασίας με τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές θα έχει αρνητικές συνέπειες στη στήριξη που προσφέρει η ΕΕ στη Λιβύη και στις προσπάθειες πολιτικής μετάβασης.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι προφανές ότι η άφιξη εκατοντάδων μεταναστών καθημερινά προκαλεί ασφυξία στις υποτυπώδεις δομές που υπάρχουν στην Κρήτη και φυσικά δεν είναι λύση μόνο η αποσυμφόρηση με μεταφορά τους στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Η παρουσία ελληνικών πολεμικών πλοίων νότια της Κρήτης δεν έχει αποστολή τα pushbacks ή τη σύλληψη των πλοιαρίων, αλλά λειτουργεί αποτρεπτικά και, με τα μέσα που διαθέτουν, μπορούν να παρέχουν άμεσα πληροφορίες στις αρχές της Λιβύης, εφόσον φυσικά δείξουν διάθεση συνεργασίας.
Μετά τις χθεσινές εξελίξεις, πάντως, και μέχρι να υπάρξει αποκατάσταση του διαύλου με τη Βεγγάζη, μπαίνουμε σε επεισόδιο υψηλής επικινδυνότητας, καθώς η Ανατολική Λιβύη θα επιχειρήσει να δείξει –πιθανότατα άμεσα– την ανάγκη της Ευρώπης να συνδιαλλαγεί μαζί της, με ντε φάκτο αναγνώρισή της ως δεύτερου πόλου εξουσίας στη Λιβύη, χρησιμοποιώντας ως μοχλό πίεσης τους χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες που περιμένουν στο Τομπρούκ και στη Ντέρνα για να μπουν στα δρομολόγια των δουλεμπόρων προς την Κρήτη.
