Στο ραντάρ ιταλικών επενδύσεων η Β. Ελλάδα με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη – Οι κλάδοι αιχμής

Εισαγωγή
Νέα δυναμική γνωρίζει η συνεργασία Ελλάδας – Ιταλίας, με τη Θεσσαλονίκη και συνολικά τη Βόρεια Ελλάδα να αναδεικνύονται σε στρατηγικό κόμβο για επενδύσεις, εμπόριο και καινοτομία.
Χωρίς Διαφημίσεις
0
Συγγραφέας - Εμφάνιση στην Αρχική
1
Body

Η Ιταλία αποτελεί τον πρώτο εμπορικό εταίρο της Ελλάδας, με διμερές εμπόριο που ξεπερνά τα 12 δισ. ευρώ, ενώ οι πρόσφατες 14 διμερείς συμφωνίες που υπέγραψαν οι δύο χώρες τον Μάιο στη Ρώμη, σε τομείς όπως ενέργεια, άμυνα, μετανάστευση και υποδομές, επιβεβαιώνουν τη βούληση για περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεων.

Όπως δήλωσε μιλώντας στα Μακεδονικά Νέα ο Γενικός Γραμματέας του Ελληνο-Ιταλικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Marco Della Puppa, «η Θεσσαλονίκη λειτουργεί ως ιστορική πύλη προς την Ασία και τα Βαλκάνια, καθώς και ως γέφυρα μεταξύ Ευρώπης και Μεσογείου. Αυτό την καθιστά κομβικό σημείο για τις ιταλικές επενδύσεις και τη διμερή συνεργασία».

Η ολοκλήρωση του Μετρό Θεσσαλονίκης, με τη συμμετοχή του ιταλικού ομίλου Webuild, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ιταλικής τεχνογνωσίας σε μεγάλα έργα υποδομών, αναδεικνύοντας τις προοπτικές για νέες συμπράξεις και επενδύσεις στη Βόρεια Ελλάδα.

Επενδυτικές προοπτικές και τομείς συνεργασίας

 

Σύμφωνα με τον κ. Della Puppa, οι τομείς που συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες προοπτικές συνεργασίας περιλαμβάνουν:

Ενέργεια και ηλεκτρικά δίκτυα: Ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έξυπνα δίκτυα (smart grids) και κοινά έργα ενεργειακής ασφάλειας.

Μεταφορές και σιδηροδρομικές υποδομές: Το μετρό αποτέλεσε το πρώτο μεγάλο βήμα, ενώ υπάρχουν δυνατότητες για σύγχρονα διαμετακομιστικά κέντρα και ταχείες μεταφορές.

Αγροδιατροφή και πράσινη καινοτομία: Κοινή έρευνα για βιώσιμη διατροφή, ανάπτυξη τεχνολογιών στη μεταποίηση τροφίμων και ενίσχυση εξαγωγών.

Πολιτισμός και γαστρονομικός τουρισμός: Η Θεσσαλονίκη ως Δημιουργική Πόλη της Γαστρονομίας από την UNESCO, μπορεί να αξιοποιήσει τις ιταλικές εμπειρίες για τουριστικές και πολιτιστικές διαδρομές.

Ψηφιοποίηση και καινοτομία: Προγράμματα Interreg για συνεργασίες νεοφυών επιχειρήσεων, ψηφιακή μετάβαση και «μπλε οικονομία».

Όπως τόνισε ο ίδιος, «οι συμπληρωματικότητες Ελλάδας – Ιταλίας μπορούν να δημιουργήσουν νέα πεδία συνεργασίας, από την πράσινη ενέργεια και την αγροδιατροφή έως την ψηφιακή καινοτομία και τον τουρισμό εμπειρίας».

Οι στρατηγικές δράσεις του Ελληνοϊταλικού Επιμελητηρίου

 

Το Ελληνο-Ιταλικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης αποτελεί καταλύτη στην ενίσχυση των διμερών σχέσεων. Τον τελευταίο χρόνο, διοργάνωσε περισσότερες από 17 επιχειρηματικές αποστολές στην Ιταλία, σε διεθνείς εκθέσεις στο Μιλάνο, την Μπολόνια, το Ρίμινι και το Μπάρι, με τη συμμετοχή άνω των 150 ελληνικών επιχειρήσεων.

Παράλληλα, καθιερωμένες διοργανώσεις, όπως το Οικονομικο-Χρηματοπιστωτικό Φόρουμ «MONEY SHOW» στη Θεσσαλονίκη, φέρνουν σε επαφή ελληνικές και ιταλικές επιχειρήσεις, θεσμικούς φορείς και επενδυτές, προωθώντας συνεργασίες που υπερβαίνουν τα ελληνικά σύνορα, με προοπτική προς τα Βαλκάνια.

Ιδιαίτερη σημασία έχει και το γεγονός «WE MAKE FUTURE», που διοργανώνεται εδώ και πέντε χρόνια κάθε Δεκέμβριο για την καινοτομία και τις startups, δίνοντας τη δυνατότητα σε ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις να έρθουν σε επαφή με διεθνείς επενδυτές στην Ιταλία. «Σκοπός μας είναι να προβάλλουμε καινοτόμους τομείς της Ελλάδας και της Ιταλίας και να δώσουμε τη δυνατότητα σε ελληνικές startups να εισέλθουν στην ιταλική και διεθνή αγορά, συνοδεύοντάς τες στη Μπολόνια για επαφές με επενδυτές», εξήγησε στα Μακεδονικά Νέα ο Γενικός Γραμματέας του Ελληνο-Ιταλικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης.

Σύμφωνα επίσης με τον κ. Della Puppa, «η αξιοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων ενισχύει τη συνεργασία πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων, δημιουργώντας νέα εργαλεία για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα», με τον ίδιο να αναφέρει ότι το SistemaItalia στην Ελλάδα είναι καλά εδραιωμένο, και το Επιμελητήριο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, υποστηρίζοντας την ιταλική Πρεσβεία και το ICE (Italian Trade Agency) στην Ελλάδα στις στρατηγικές τους για την ανάπτυξη των διμερών σχέσεων.

Το αποτύπωμα των ιταλικών επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη

 

Σημαντικοί ιταλικοί όμιλοι δραστηριοποιούνται ήδη στη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα όπως η Webuild που συμμετείχε στην κατασκευή του Μετρό Θεσσαλονίκης, η ATM Μιλάνου που ανέλαβε τη διαχείριση του μετρό, η Italgas – EnaonEDA που δραστηριοποιείται στη διανομή φυσικού αερίου, η Zenith (Eni–Plenitude) με παρουσία στον τομέα πώλησης ενέργειας, οι κοινοπραξίες Euricom και Eurimac με την παραγωγή ρυζιού και ζυμαρικών, η Torre Cooperlat, μεγάλος όμιλος γαλακτοκομικών προϊόντων, καθώς και η MIX-IT (Milan Internet eXchange) που αποφάσισε να επενδύσει σε data center στη Θεσσαλονίκη σε συνεργασία με τη Lancom.

Επιπλέον, πολλές μικρότερες ιταλικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε τρόφιμα, γεωργική μεταποίηση, τουρισμό, υλικά κατασκευών, τεχνολογία, μόδα, έπιπλα και φαρμακευτικά προϊόντα. Πολλοί ιταλικοί όμιλοι με έδρα την Αθήνα ελέγχουν από τα γραφεία τους στη Θεσσαλονίκη τη βόρεια αγορά.

Τα εμπόδια για τις επενδύσεις

 

Παρά τις μεγάλες δυνατότητες και το αυξημένο ενδιαφέρον για αυτήν την ιδιαίτερα στρατηγική περιοχή, τόσο γεωγραφικά όσο και μελλοντικά, οι Ιταλοί επιχειρηματίες εντοπίζουν ορισμένες δυσκολίες οι οποίες αφορούν την υπερβολική συγκέντρωση λήψης αποφάσεων στην Αθήνα, περιορίζοντας έτσι την περιφερειακή ανάπτυξη, την έλλειψη σύγχρονων υποδομών logistics και διαμετακομιστικών κέντρων, την υποανάπτυκτη λιμενική ζώνη και τις ελλείψεις στις σιδηροδρομικές υποδομές, το υψηλό κόστος ενέργειας, που αποτελεί σημαντικό βάρος για επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, την πολύπλοκη δημόσια διοίκηση με καθυστερήσεις σε αδειοδοτήσεις, την υψηλή φορολογία σε σχέση με γειτονικές χώρες.

Ο κ. Della Puppa επισήμανε στα Μακεδονικά Νέα ότι «η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων είναι κρίσιμη για να μπορέσει η Βόρεια Ελλάδα να προσελκύσει ακόμη περισσότερες ιταλικές και διεθνείς επενδύσεις».

Ενεργειακές συμπράξεις και πράσινη μετάβαση

 

Η πράσινη μετάβαση βρίσκεται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής και ελληνικής στρατηγικής. Οι ιταλικές επιχειρήσεις επεκτείνουν ήδη τις δραστηριότητές τους σε έργα ΑΠΕ, φυσικού αερίου, ψηφιοποίησης δικτύων και πράσινων καυσίμων όπως βιομεθάνιο και πράσινο υδρογόνο.

«Η Βόρεια Ελλάδα προσφέρει μοναδικές ευκαιρίες για την πράσινη ανάπτυξη, με έργα που συνδέουν τη Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και την Ανατολή. Οι ιταλικές εταιρείες διαθέτουν τεχνογνωσία και εμπειρία για τη σχεδίαση και διαχείριση προηγμένων ενεργειακών υποδομών», σημείωσε ο Γενικός Γραμματέας του Επιμελητηρίου.

Το διμερές εμπόριο Ελλάδας – Ιταλίας

 

Η Ιταλία απορροφά σημαντικό ποσοστό των ελληνικών εξαγωγών, με τη Βόρεια Ελλάδα να παίζει καθοριστικό ρόλο σε πολλούς κλάδους:

Γαλακτοκομικά προϊόντα: Γιαούρτι, τυριά και γλυκά με βάση το γάλα αποτελούν βασικές εξαγωγές.

Ελαιόλαδο και φυτικά λίπη: Μεγάλο μέρος των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται στην ιταλική αγορά. Παρότι το λάδι παράγεται σε όλη την Ελλάδα, σημαντικό μέρος προέρχεται από τον Βορρά (Θεσσαλία και Ήπειρο).

Φρούτα και λαχανικά: Ακτινίδια, ροδάκινα, βερίκοκα, κάστανα, πιπεριές, σπαράγγια και μανιτάρια. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, η Ιταλία καλύπτει περίπου 7,9% των ελληνικών εξαγωγών αυτών των προϊόντων.

Αλιευτικά προϊόντα: Εξαγωγές ψαριών, οστρακοειδών και μαλακίων προς την Ιταλία.

Βιομηχανικά προϊόντα: Αλουμίνιο, μηχανήματα και ηλεκτρονικός εξοπλισμός.

Η πρόκληση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις

 

Παρά την πρόοδο, μόνο το 14% των πωλήσεων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) της Βόρειας Ελλάδας προέρχεται από εξαγωγές. Πολλές παραμένουν οικογενειακές, με περιορισμένη διοικητική εκπαίδευση και μικρή εξοικείωση με διεθνείς αγορές. 

Ο κ. Marco Della Puppa σχολίασε ότι «αχεδόν όλες οι επιχειρήσεις είναι μικρές ή πολύ μικρές, σε μια πολύ κατακερματισμένη αγορά, και συνεισφέρουν ελάχιστα στην προστιθέμενη αξία της χώρας. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις χρειάζονται στήριξη για συγχωνεύσεις, συνεργασίες και δημιουργία μεγαλύτερων επιχειρηματικών οντοτήτων. Η επένδυση σε ψηφιακές δεξιότητες και έρευνα είναι απαραίτητη για την αύξηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και τη δημιουργία μιας ισχυρής εξαγωγικής βάσης», προσθέτοντας ότι θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε μια «κουλτούρα εξαγωγών», την οποία χώρες όπως η Ιταλία, η Γερμανία και η Γαλλία έχουν για δεκαετίες, ενώ στην Ελλάδα το θέμα αυτό αντιμετωπίστηκε σοβαρά μόνο τα τελευταία χρόνια.

Η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα συνδυάζουν στρατηγική γεωγραφική θέση, δυναμικό ανθρώπινο κεφάλαιο και αναδυόμενες αγορές. Η Ιταλία, ως βασικός εμπορικός εταίρος, βλέπει την περιοχή ως πύλη για επενδύσεις που αφορούν όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.

Η ενίσχυση των υποδομών, η μείωση γραφειοκρατίας και η ανάπτυξη συνεργασιών στους τομείς της ενέργειας, της αγροδιατροφής, της καινοτομίας και του τουρισμού μπορούν να μετατρέψουν τη Θεσσαλονίκη σε πραγματικό κέντρο επιχειρηματικής διασύνδεσης Ελλάδας – Ιταλίας.

«Η Βόρεια Ελλάδα έχει όλες τις προϋποθέσεις να εξελιχθεί σε ελκυστικό κόμβο επενδύσεων και καινοτομίας. Με στοχευμένες πολιτικές και στρατηγικές συνεργασίες, μπορεί να αποτελέσει πρότυπο περιφερειακής ανάπτυξης και διεθνούς συνεργασίας», είπε καταλήγοντας ο κ. Marco Della Puppa.

Συγγραφέας
Πηγή Φωτογραφίας
Shutterstock
Κεντρική Φωτογραφία
Κατηγορία
Υπέρτιτλος να είναι στον τίτλο
0