Αυτό τον μήνα η στρατιά του Τολμπούχιν πλησιάζει τη Βουλγαρία και είναι άγνωστον προς τα πού θα κινηθεί στη συνέχεια. Θα κατέβει προς τον νότο, δηλαδή την Ελλάδα ή μήπως θα κινηθεί προς δυσμάς; Οι επαφές μεταξύ των Βρετανών και των Σοβιετικών για τη χάραξη των ζωνών ενδιαφέροντος βρίσκονται στο τελικό σημείο και θα βρουν την κατάληξή τους στη συμφωνία των ποσοστών της Μόσχας στις 9-10 Οκτωβρίου 1944.
Στο Κάιρο υπάρχει η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου στην οποία δεν έχει προσχωρήσει ακόμα το ΕΑΜ, ενώ στην κατεχόμενη Ελλάδα μαίνονται οι μάχες και οι συμπλοκές μεταξύ του ΕΛΑΣ και των Ταγμάτων Ασφαλείας τόσο στις συνοικίες της Αθήνας όσο και στην ύπαιθρο χώρα. Συγχρόνως, κορυφώνεται η δράση της ΟΠΛΑ με τις στοχευμένες δολοφονίες όσων το ΚΚΕ θεωρεί συνεργάτες των Γερμανών, μια κατηγορία που την προσάπτει σχεδόν σε κάθε αντίπαλό του. Άλλωστε ο ίδιος ο Σιάντος, τον Αύγουστο του 1943, το είχε δηλώσει στον Καρτάλη στο αεροδρόμιο της Νεράιδας: «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι γκεσταπίτης».
Από αυτό το κλίμα δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση η Θεσσαλονίκη η οποία έχει καταβάλει βαρύ φόρο αίματος τόσο λόγω των γερμανικών αντιποίνων όσο και λόγω των συγκρούσεων μεταξύ των συμμοριών του Δάγκουλα και του Βήχου με ομάδες του ΕΛΑΣ. Από την άλλη πλευρά οι Αρχές της πόλης, μαζί με την αστική κοινωνία της, παρακολουθούν με ανησυχία για το μέλλον τα όσα διαδραματίζονται κυρίως στις συνοικίες της, όπου τα φρουραρχεία του ΕΛΑΣ αποφασίζουν για τη ζωή και τον θάνατο εκατοντάδων Θεσσαλονικέων.
Στη Θεσσαλονίκη την καθοδήγηση του ΚΚΕ την κρατά ο Βασβανάς έχοντας δίπλα τους τους Δηλαβέρη, τον Κοντογιώργη της Πολιτοφυλακής και τους Στρατή Αναστασιάδη, υπεύθυνο της Πάνω πόλης και τον Αλ. Αθανασίου, που δρα με το ψευδώνυμο Στράντζαλης, υπεύθυνο των ανατολικών συνοικιών. Ο τελευταίος είναι ένας δοκιμασμένος και άτεγκτος κομμουνιστής που οργάνωσε την καταδρομική επιχείρηση απελευθέρωσης του Μάρκου Βαφειάδη από τον τόπο εξορίας του σε νησί του Αιγαίου, στα τέλη του 1943. Αυτή η ομάδα στελεχών του Κόμματος στοχεύει κυρίως τους Έλληνες αξιωματικούς, αλλά και αυτούς που διακρίθηκαν στον αντιβουλγαρικό και αντιρουμανικό αγώνα. Στις δυτικές συνοικίες και στην Πάνω πόλη δεκάδες είναι οι εκτελέσεις, όπως αποδείχθηκε από τους ομαδικούς τάφους που ανακαλύφθηκαν την άνοιξη του 1945.
Στις ανατολικές συνοικίες και στην περιοχή της Αναλήψεως τις αποφάσεις τις έπαιρνε μια μικρή ομάδα που την αποτελούσαν οι Στράντζαλης, Μπρίκας, Παπαθανασίου και Σαμουκάς. Τον Αύγουστο του 1944 αυτή η ομάδα έδωσε εντολή στους εκτελεστές της ΟΠΛΑ, ως επί το πλείστον νεαρά άτομα, να δολοφονήσουν αξιωματικούς που ο λόγος τους είχε απήχηση στην τοπική κοινωνία. Έτσι, μέσα σε λίγες μέρες δολοφονούνταν οι Παναγιώτης Μπίτσιος, ο Διονύσης Δημητρόπουλος και ο ταγματάρχης Παπαβασιλείου, όλοι πολεμιστές του αλβανικού μετώπου.
Όμως οι δολοφονίες που συγκλόνισαν την πόλη μας αφορούσαν δύο προβεβλημένους πολίτες: Τον Τάσο Τέλογλου και τον Ανδρέα Μήτταλα. Ο Τάσος Τέλογλου ανήκε σε εύπορη οικογένεια της Θεσσαλονίκης, με σημαντική κοινωνική επιφάνεια. Ο ίδιος ήταν επικεφαλής του ΚΕΤΗΘ (Κρατική Εκμετάλλευση Τροχιοδρόμων και Ηλεκτροφωτισμού Θεσσαλονίκης), μια θέση σημαντική λόγω του έργου του Οργανισμού. Δεν εισέπραττε τον μισθό του -δεν τον είχε ανάγκη- και στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής έδινε μάχες με τις γερμανικές Αρχές για να εξασφαλίσει την αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων. Τον δολοφόνησε η ΟΠΛΑ στην οδό Γραβιάς, την επομένη της δολοφονίας του ταγματάρχη Παπαβασιλείου. Είναι άγνωστοι οι λόγοι της αυτής της αποτρόπαιης πράξης, αν και μετά την Απελευθέρωση ο Νέστορας Τέλογλου κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες για να την εξιχνιάσει.
Τελικά αυτοί που παραπέμφθηκαν στη Δικαιοσύνη αθωώθηκαν λόγω έλλειψης στοιχείων.
Αν για τον Τάσο Τέλογλου οι λόγοι της δολοφονίας του από την ΟΠΛΑ παραμένουν άγνωστοι, δε συνέβη το ίδιο με τη δολοφονία του Αντώνη Μήτταλα, μηχανικό των ΤΤΤ. Ο Μήτταλας δεν ήταν μόνον ένας μηχανικός. Ήταν και μέλος της κατασκοπευτικής ομάδας Φορστ 133 και χειριστής δύο ασυρμάτων, μέσω των οποίων επικοινωνούσε με το Κάιρο και ενημέρωνε κυβέρνηση και συμμάχους για το τι συνέβαινε στη Θεσσαλονίκη. Ήταν μια επικίνδυνη παρουσία για το ΚΚΕ και έπρεπε να εκλείψει. Έτσι ετέθη υπό την παρακολούθηση ομάδας της ΟΠΛΑ και το βράδυ της 25ης Οκτωβρίου 1944 εισέβαλαν στο σπίτι του, επί της Μαρτίου 105 και τον συνέλαβαν. Τον οδήγησαν στο φρουραρχείο της Κηφισιάς, τον βασάνισαν για να του αποσπάσουν πληροφορίες και όταν αυτός δε συνεργαζόταν έφεραν μπροστά του τον γιό του για να σπάσει ο πατέρας. Τελικά τον δολοφόνησαν. Αργότερα δύο μέλη της ΟΠΛΑ που συνελήφθησαν, αποκάλυψαν κατά τη διάρκεια της δίκης (Δεκέμβριος 1946) τις λεπτομέρειες της δολοφονίας, την οποία απέδωσαν σε στέλεχος του ΚΚΕ το οποίο ήδη βρισκόταν στο Μπούλκες. Ήταν πάγια πρακτική οι συλλαμβανόμενοι να φορτώνουν τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνταν σε συντρόφους τους που γνώριζαν πως είτε είχαν σκοτωθεί είτε είχαν ανέβει στο βουνό. Τελικά τα δύο μέλη της ΟΠΛΑ γλίτωσαν τη θανατική ποινή.
Αυτές οι δύο δολοφονίες απασχόλησαν για πολύ καιρό την κοινή γνώμη και τον Τύπο της Θεσσαλονίκης. Μαζί με τους ομαδικούς τάφους που ανακαλύπτονταν, συνέτειναν στη δημιουργία του αντικομμουνιστικού κλίματος στην πόλη.
